Ειλικρινά, δεν ξέρω από πού ακριβώς να ξεκινήσω για την περιγραφή αυτού του live…
Από το κατάμεστο Piraeus 117 Academy; Από τα χαμόγελα όλων που δεν ξεκολλούσαν από τα πρόσωπά τους; Από τη φοβερή διοργάνωση ή την καταρχήν εξαιρετική επιλογή των συγκροτημάτων;
Επειδή ακόμα δεν έχω συνέλθει από το θέαμα λέω να πάρω τα πράγματα από την αρχή, μπας και ανασυγκροτήσω το μυαλό και τις σκέψεις μου έστω και τώρα.
Κυριακή βράδυ και δεν πρέπει να άργησα να φτάσω στο Piraeus 117 Academy πάνω από 3 λεπτά μετά την έναρξη της συναυλίας. Από τη κινητικότητα που έβλεπα απ’ έξω φανταζόμουν ότι πρέπει να είχε αρχίσει να γεμίζει, οπότε λογικά έφτασα μια “καλή” ώρα. Και, ναι, ήταν όντως “καλή” και θα προσθέσω ένα πράγμα μόνον σε αυτή την εισαγωγή. Νομίζω πως ήταν η ίσως πρώτη φορά που μπαίνοντας σε ένα χώρο, αντικρίζω τόσο κόσμο από τόσο νωρίς, χωρίς να πρόκειται για κάποιο φεστιβάλ!
Οι Darkest Hour άνοιξαν τη βραδιά με το “Knife In The Safe Room” και το κοινό πρέπει να ήρθε πραγματικά για να τα δώσει όλα το εκείνο το βράδυ, μιας και το mosh pit ξεκίνησε σχεδόν ταυτόχρονα με την έναρξη του live. Δε ξέρω αν ο κόσμος έκανε “προθέρμανση”, ή αν απλά τους άρεσε αυτό που ακούγανε. Θεωρώ ότι όλα έπαιξαν ρόλο, μιας και οι Darkest Hour, πραγματικά έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό και γνωρίζουν ακριβώς πώς να προκαλούν τέτοιο ξεσηκωμό.
Το headbanging λοιπόν ξεκίνησε και συνεχίστηκε για 35 περίπου λεπτά που έπαιξε για εμάς η μπάντα, κάνοντας αισθητά τα πρώτα σημάδια ιδρώτα και αδρεναλίνης. Ακούσαμε και κοπανηθήκαμε από νωρίς με τα “Savor The Kill” και “No God” και πλησιάσαμε προς στο τέλος το πολυαγαπημένο και σχεδόν αναμενόμενο “The Sadist Nation”. Αν κι ο χρόνος τους επί σκηνής ήταν λίγος, ήταν πραγματικά γεμάτος και η παρουσία τους κάτι πολύ παραπάνω από αξιοπρεπέστατη.
Άρτιοι, σαρωτικοί και καθηλωτικοί οι Darkest Hour, παρέδωσαν την σκυτάλη στους Stick To Your Guns και με την πραγματικά πολύ καλή έννοια της παρακάτω δήλωσης, νομίζω ότι οι ηλικίες όλων ισορρόπησαν κάπου στην εφηβεία.
Κι εδώ θα κάνω μια μικρή κι αυθαίρετη παρένθεση, θέλοντας να μοιραστώ το πόσο αγαπώ τον “μεταλλικό” ήχο σε όλες τις μορφές κι εκφάνσεις του. Η κοινή βάση όλων των ειδών του metal είναι ότι μπορούν να επαναφέρουν τόσα συναισθήματα, όπως κάνει γενικά η μουσική, αλλά ειδικά αυτό το είδος, έχει ένα αναμνησιακό αβαντάζ μεγαλύτερο από όλα τα υπόλοιπα. Ίσως γιατί είναι κάτι που οι περισσότεροι ήρθαμε σε επαφή από μικρή ηλικία κι έχει ξεχωριστή θέση στη καρδιά μας.
Ναι, η διάθεση για όλο αυτό το γλυκανάλατο σχόλιο-δήλωση, μου προκλήθηκε με την είσοδο των Stick To Your Guns, παρόλο που δεν πήγα να ακούσω αυτούς συγκεκριμένα. Ήταν η παράπλευρη, όχι απώλεια, αλλά απολαβή της βραδιάς, που ανέβασε τον πήχη πολύ ψηλά για τις απαιτήσεις που είχα από εκεί και ύστερα για τους headliners.
Με έναν μπασίστα να “κυλιέται” στα πατώματα, έναν τραγουδιστή να βγάζει τη ψυχή του στο μικρόφωνο και μια αδιαμφισβήτητα γεμάτη ενέργεια και χοροπηδηχτή διάθεση, όλο το γκρουπ μας “ανάγκασε” να το μιμηθούμε κι οι πρώτες πετυχημένες απόπειρες crowdsurfing έκαναν την εμφάνισή τους. Τα “Chariots Of Fire” και “We Still Believe” μας ισοπέδωσαν, και δε προλάβαμε να πάρουμε ανάσα ούτε για τα “Against Them All” και “Amber” με τα οποία όδευσαν προς το κλείσιμο.
Και με αυτό το κορυφαίο “τόσο-όσο” φτάσαμε στο σχεδόν μισάωρο κενό μέχρι το δια ταύτα… Μέσα σε αυτό το διάστημα ειλικρινά δεν γνωρίζω πόσα άτομα ανεβοκατέβαιναν στη σκηνή και πόσες φορές πρέπει να έχουν επαναλάβει αυτή τη διαδικασία για να στήνουν και να ξεστήνουν με τόση ταχύτητα. Από ένα μικρό μόνο τσεκ που έγινε στα φώτα, θαμπώσαμε και εντυπωσιαστήκαμε όλοι σαν μικρά παιδιά που πάνε πρώτα φορά, ας πούμε, σινεμά… Και πού να ξέραμε τι θα ακολουθούσε…
Η ώρα έχει πάει 22:00 κι ακόμα και τώρα που γράφω, ενώ έχουν περάσει μέρες, είμαι κάπως αποσβολωμένη.
Σε ένα τιγκαρισμένο πλέον Piraeus 117 Academy… χμμμ, όχι!…
Ο κόσμος εκστασιασμένος αντίκριζε …χμμμ… όχι, όχι, σίγουρα όχι!…
Κι εδώ κάπου ήρθε η ώρα να πάμε στη παρένθεση νούμερο δυο…
Συνήθως, όταν πάω σε live κρατάω σημειώσεις γιατί δεν έχω και την καλύτερη μνήμη. Κάπου στις 22:01-22:03 πρέπει να “λύγισα”, οπότε θα ανασύρω κυρίως το τι έζησα μαζί με όποιον παρευρισκόταν στο χώρο.
Αυτό που βιώσαμε λοιπόν, ήταν μια εμπειρία πέρα για πέρα αποστομωτική! Οι Parkway Drive φώτισαν το χώρο με την είσοδό τους καθώς και με το υπερθέαμα που είχε στηθεί από το συνεργείο τους.
Με το “Wild Eyes” και με λευκά κομφετί που έφτασαν από άκρη σε άκρη και στα δυο επίπεδα του Piraeus 117 Academy κάνοντάς το να μοιάζει με χιονισμένο τοπίο, μας καλωσόρισαν και μας καθήλωσαν από τα πρώτα κιόλας milliseconds της παρουσίας τους.
Αυτό που τελικά είδαμε κι ακούσαμε, θεωρώ πως ξεπέρασε κατά πολύ τις όποιες προσδοκίες μας. Ειλικρινά, ίσως δεν έχω ξαναδεί σε live τέτοια επικοινωνία μεταξύ κοινού και μπάντας και τόση ενέργεια διάχυτη στο χώρο. Όπως τόνισε κι ο ίδιος ο Winston McCall κατά τη διάρκεια της εμφάνισής τους, πρόκειται για μια αμφίδρομη διαδικασία. Ό,τι παίρνουν το δίνουν πίσω και όλο αυτό το αλισβερίσι, θα προσθέσω, πως είχε μια εκθετική πορεία σε όλη τη διάρκεια της βραδιάς.
Mosh pit, headbanging, ιδρώτας, χαμόγελα, διάθεση στο φουλ κι όλα αυτά χωρίς σταματημό, μιας που το set-list δε μας άφηνε στιγμή. Καλύπτοντας παλιές και νέες δουλειές τους, μας προκάλεσαν ανατριχίλα με το πρώτο ίχνος του “Carrion”, πράγμα που απέδειξε η έκταση του pit κι η όλη διάρκειά του.
“Dedicated”, “Sleepwalker”, “Dark Days” και κόσμος ανά χείρας σε μια μεταλλική λαοθάλασσα που δεν μπορούσε να σταματήσει να κοπανιέται λεπτό στη καθηλωτική ερμηνεία του Winston και την άψογη εκτέλεση όλης της μπάντας. Ο επαγγελματισμός τους να σημειώσω ότι ήταν λίγο έως πολύ αναμενόμενος. Αυτό που σίγουρα δε περίμενα να αντικρίσω, ήταν το επίπεδο αυτών των παιδιών που ενώ έχουν καταφέρει τόσα στα διάρκεια της καριέρας τους, παραμένουν τόσο ταπεινοί και απλοί.
Δε σταμάτησαν λεπτό να μας ευχαριστούν και σε αντάλλαγμα, κέντρισαν περισσότερο την ήδη εκστατική διάθεσή μας με τα “Destroyer”, “Boneyards” και “Idols and Anchors”, ενώ το κερασάκι ήρθε με το “Swing”, όπου νομίζαμε ότι μάλλον θα αφήσουμε τα κόκαλά μας εκεί μέσα.
Χωρίς να έχουμε καταλάβει καν πως πέρασε κοντά 1 ώρα και κάτι, οι Parkway Drive κλείνουν την εμφάνισή τους με τα “Crushed” και “Bottom Feeder” από τη νέα δουλειά τους, τα οποία έχουν ήδη γίνει αγαπημένα κι η εκτέλεσή τους σίγουρα θα μας μείνει αλησμόνητη.
Προσπαθώντας τώρα να βρω κάτι εύστοχο να κλείσω την περιγραφή αυτής της βραδιάς, δεν έχω άλλο από μια απλή συμβουλή προς όσους ήσασταν στο μεταίχμιο του να έρθετε ή όχι σε αυτό το live. Την επόμενη φορά που θα ανακοινωθεί ζωντανή εμφάνιση των Parkway Drive, πραγματικά, με το χέρι στην καρδιά το λέω, προμηθευτείτε το συντομότερο δυνατό τα εισιτήριά σας γιατί η “σφαγή” παίζει να ξεκινήσει από τον γκισέ! Μέχρι τότε ειλικρινά θα είμαστε σε τεράστια αναμονή μιας τόσο δελεαστικής ανακοίνωσης!
photos: Γιώργος Αργυρόπουλος
543