Η ιστορία αυτής της μπάντας είναι μακρά και περιπετειώδης, αλλά άρρηκτα δεμένη με το Brooklyn και με σχήματα όπως οι Carnivore, οι Biohazard και οι Type O Negative, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Οι συμμαθητές Alan Robert και Joey Zampella έκαναν κοπάνα για να τζαμάρουν, ώσπου άρχισαν μια μπάντα, αφού στρατολόγησαν τον μικροκαμωμένο κλώνο του Danzig, Keith Caputo. Η τετράδα έκλεισε, όταν ανέλαβε τα drums ο Sal Abruscato, πρώην μέλος των Type O Negative (και ιθύνων νους των A Pale Horse Named Death), περί το 1993, οπότε κυκλοφόρησε και το πρώτο τους album ,“River Runs Red”, που τους έκανε γνωστούς στους metal, κυρίως, κύκλους. Από εκεί και πέρα ακολούθησαν περίοδοι χάους, αποχωρήσεις και μακρά διαστήματα αποχής αφήνοντας τους LOA με μόλις 5 κυκλοφορίες σε 28 έτη διακεκομμένης ύπαρξης.
Με τον Caputo να έχει δηλώσει αλλαγή φύλου κι ονόματος το 2011, καθώς τώρα ονομάζεται Mina και τις φήμες περί νέας κυκλοφορίας να θολώνουν από ένα σύννεφο αβεβαιότητας , οι LOA κατόρθωσαν φέτος να κυκλοφορήσουν όντως το παρόν δισκίο, προκαλώντας το πάλαι ποτέ κραταιό Rolling Stone να πει ότι είναι μία από τις πιο αναμενόμενες κυκλοφορίες της χρονιάς.
Και τώρα αρχίζουν τα δύσκολα, καθώς, η τελευταία κυκλοφορία του group ήταν περί τα 12 έτη πριν, με τίτλο “Broken Valley”, από την Epic και η οποία χαντακώθηκε κατόπιν κακής συμφωνίας με την προαναφερθείσα εταιρεία. Η μπάντα μόλις είχε επανασυνδεθεί, τακτική που ακολούθησε και τα επόμενα έτη μέχρι την κυκλοφορία της νέας δουλειάς. Ο ήχος του “Broken Valley” δε θύμιζε πλέον τίποτα το βαρύ crossover παρελθόν, αλλά κατόπιν του αποπροσανατολισμένου “Soul Searching Sun”, το συγκρότημα έτεινε πλέον περισσότερο στον ήχο των Stone Temple Pilots, παρά σε αυτόν των Type O Negative και των Alice In Chains.
Το “A Place Where…” είναι εξίσου βαρύ με τον προηγηθέν “Broken Valley”, με τη διαφορά ότι η μπάντα θέλει, για μία ακόμη φορά, να επιδείξει την αγάπη της προς τους AIC. Αυτό φαίνεται, κυρίως, μετά τις αρρωστημένες διφωνίες της Mina στο “Dead Speak Kindly” και το “New Low” , ενώ έχει προηγηθεί το πιο χοροπηδηχτό riff του ομώνυμου κομματιού.
Ο δίσκος κυλάει υπερβολικά γραμμικά με μερικά ανοδικά δείγματα, όπως τα πιο γκαζωμένα “World Gone Mad” και “Bag of Bones”, αλλά γενικά το μοτίβο είναι mid-tempo, βαρυφορτωμένα τραγούδια, όπως κάνουν από την εποχή του “Ugly”. Η θεματολογία παραμένει, όπως πάντα, καταθλιπτική, αντλώντας υλικό από τις προσωπικές, αρνητικές κατά κύριο λόγο, εμπειρίες των μελών και, μάλλον κυρίως, της αναγεννημένης Mina.
Αθροίζοντας όλα τα παραπάνω δεν έχουν αλλάξει και πολλά, τουλάχιστον, από το “Broken Valley”, πράγμα θλιβερό. Από εκεί και πέρα, κάποιος που παρακολουθεί την μπάντα από την αρχή της θα περίμενε κάτι παραπάνω μετά από τόσο καιρό αναμονής. Εγώ πάλι, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί μπαίνουν στη διαδικασία.
633