Να το πάλι, ακόμα μια φορά που η εταιρεία κάνει “ότιναναι” συγκρίσεις στο βιογραφικό/ διαφημιστικό μήπως ψαρώσει κανένας.
Παιδιά, μια συμβουλή, μην ξαναγράψετε για μπάντα ότι “συνδυάζει The Doors και Judas Priest” γιατί είναι ένας τυπάς, Ιορδάνη τον λένε, που θα σκάσει αεροπορικώς όπου σκατά κι να βρίσκεστε για να σας βάλει φωτιά στα γραφεία και μετά να κατουρήσει τις στάχτες.
Καταρχήν, The Doors δεν άκουσα πουθενά (ευτυχώς), Judas Priest από την άλλη επιρροές υπάρχουν μεν, αλλά περιορίζονται στα πρώιμα hard rawk βήματά τους κυρίως, πριν φορέσουν τους μεταλλικούς τους μανδύες. Ρίξε λίγη Thin Lizzy/Wishbone Ash δισολία σε σημεία, ελαφρώς Danzig-οειδή φωνητικά, μεσαίες ταχύτητες, παλιακή παραγωγή και μια Σκανδιναβικής φύσεως αγάπη για το 70s garage/heavy rock και voila. Ρετρό και τα μυαλά στα κάγκελα.
Καλό όμως; Αρκετά καλό θα έλεγα, παρά την έλλειψη πρωτοτυπίας (δεδομένο στο είδος άλλωστε) τους σώζει αρκετά αυτή η garage-ίλα που σπάει το βασικό συστατικό “παντελόνι καμπάνα και Witchcraft” και το παντρεύει σε κάποια σημεία με “πέτσινο μπουφάν, κολλητό τζιν και The Damned” και τους ξεχωρίζει λίγο από την πλειονότητα του είδους.
Οι φίλοι της φάσης ρίξτε την αυτιά σας, δεν είναι δίσκος που θα σας συνταράξει αλλά για μπίρες και μπιλιάρδο μια χαρά τα λέει.
645