Ήρθε η ώρα για τους Baby Guru να παρουσιάσουν ζωντανά το τέταρτο ολοκληρωμένο τους πόνημα με τίτλο “IV” στο Gagarin 205, την Πέμπτη 30 Μαρτίου (δελτίο τύπου) και το Rockway.gr επικοινωνεί μαζί τους για να λύσει τις απορίες του Δημήτρη Μαρσέλου.
-Καλησπέρα! Αν και έχετε περπατήσει χρόνια στην σκηνή είναι η πρώτη φορά που μιλάτε στο rockway.gr, οπότε θα ήθελα μια παρουσίαση βιογραφικού χαρακτήρα για τους αναγνώστες μας. Πως, πότε και γιατί ξεκίνησαν οι Baby Guru;
Το “γιατί” είναι φιλοσοφικό ερώτημα – οδήγησαν προς τα εκεί συγκυρίες και εξελίξεις. Με τα παιδιά είμαστε χρόνια φίλοι και παίζουμε μουσική από τότε που γνωριζόμαστε, οπότε ίσως ήταν θέμα ενός momentum που μας έδεσε. Αρχίσαμε να παίζουμε μεταξύ μας, κάπως χαλαρά, το 2009 και στην πορεία βγήκε αρκετό υλικό που οδήγησε στον πρώτο μας δίσκο, δυο χρόνια αργότερα.
-Φτάσατε αισίως στο 4 LP σας με τίτλο “IV”, το οποίο σφύζει από μουσική αισιοδοξία, ρομαντισμό και αγάπη για πειραματισμό. Πολλά στοιχεία σύγχρονης και πιο παραδοσιακής μουσικής, rock και μη, μαζεμένα σε ένα album, που θυμίζει την “αθωότητα” των Beatles, αλλά με πιο progressive ύφος. Τι είναι αυτό που σας κάνει να γράφετε μουσική;
Μουσική φτιάχνουμε συνδυάζοντας τα καθημερινά ερεθίσματα του καθενός από εμάς, που τείνουν να είναι ποικίλα. Αυτά έρχονται σε επαφή μεταξύ τους, μετουσιώνονται σε ήχο και ζυμώνονται σε ένα ηχητικό αποτέλεσμα, το οποίο στο τέταρτο album είναι όπως ακριβώς το περιγράψατε.
-Δεν θα ρωτήσω για επιρροές γιατί μάλλον θα ακολουθήσουν σελίδες. Τι ακούν όμως, οι Baby Guru για να χαλαρώσουν;
Για να χαλαρώσουμε συνήθως χρειάζεται πλήρης ησυχία, απουσία ήχου, παύση. Η παύση είναι μια μαγική έννοια στη μουσική. Αν επιλέξουμε όμως να ακούσουμε κάτι όλοι μαζί, ανάλογα με τη στιγμή ή με το τι ακούει ο καθένας τη συγκεκριμένη περίοδο, αυτό μπορεί να είναι από Captain Beefheart και Stevie Wonder μέχρι Eden Ahbez και Δήμο Μούτση.
-Στην προηγούμενη κυκλοφορία σας υπήρχε ένα υπέροχο κομμάτι σε ελληνικό στίχο, το “Στο Νησί της Αφροδίτης” που λόγω της χρήσης της μητρικής μας γλώσσας ξεχώρισε, αλλά και το “Ήθελα να σου πω” που θυμίζει λίγο από τα ελληνικά pop του 60-70. Θα γράφατε ποτέ ένα δίσκο κατεξοχήν στα ελληνικά;
Δεν έχουμε κανένα ταμπού και κανέναν περιορισμό ως προς τη γλώσσα που χρησιμοποιούμε στους στίχους. Έχουμε γράψει και στα ελληνικά και στα βραζιλιάνικα, απλώς τα αγγλικά είναι μια γλώσσα περισσότερο συνυφασμένη με την κουλτούρα του ροκ και την έχουμε συνηθίσει λόγω των ακουσμάτων μας. Αν μας προκύψει δίσκος στα ελληνικά, δεν θα σταματήσουμε.
-Κατά τη γνώμη μου, αυτό που σας κάνει αρεστούς είναι αυτή η ποικιλομορφία της μουσικής σας, που σε ταξιδεύει σε άλλον τόπο σε κάθε τραγούδι και έτσι, σε αποτρέπει από το να βαρεθείς. Πόσο διαφορετικοί μουσικά είστε μεταξύ σας για να “αναγκάζεστε” να συνδυάζετε όλα όσα σας αρέσουν;
Είμαστε αρκετά διαφορετικοί ως προσωπικότητες αλλά και μουσικά, όμως, γνωριζόμαστε πολλά χρόνια και είμαστε πλέον σαν αδέρφια οπότε αυτό που μας ενώνει είναι βασικά η εμπιστοσύνη, σαν άνθρωπο, αισθητικά και ως προς το τεχνικό κομμάτι, οι ικανότητες του καθενός. Το πόσο διαφορετικοί είμαστε μουσικά μπορεί κανείς να το καταλάβει από τους προσωπικούς μας δίσκους.
-Διαβάζω πως στο βιογραφικό σας υπάρχει και μουσική για θέατρο. Πως αισθανθήκατε να βλέπετε τη μουσική σας να αγκαλιάζει μια άλλη μορφή τέχνης; Θα σκεφτόσασταν ποτέ να γράψετε ένα musical;
Ναι, βέβαια. Ήδη ο Γιώργος σχεδιάζει ένα έργο musical με ολοκληρωμένο concept. Όταν ενώνονται μεταξύ τους μορφές τέχνης, η μουσική με το θέατρο, ας πούμε, δημιουργείται ένα είδος έκστασης, οι αισθήσεις του θεατή οξύνονται και αυτό είναι ένα ασύγκριτο συναίσθημα.
-Πλησιάζει η παρουσίαση του “IV” στο Gagarin. Πως θα περιγράφατε σε κάποιον την ατμόσφαιρα σε ένα live σας; Αλλάζει κάτι στον ήχο σας από το studio ως τη σκηνή;
Αλλάζει εντελώς: κάθε κομμάτι είναι σαν να το διασκευάζουμε. Το στούντιο είναι ένας χώρος απεριόριστων δυνατοτήτων, μπορείς να κάνεις τα πάντα. Στο live τα πράγματα είναι πιο περιοριστικά αλλά η ενέργεια ξεχειλίζει.
-Τη βραδιά ανοίγει ο συγκάτοικος σας στο σπίτι της Inner Ear, Moa Bones. Ένας μοναχικός καβαλάρης της μουσικής. Θα σκεφτόσασταν να συνεργαστείτε μαζί του για κάποια τραγούδια; Πως θα φανταζόσασταν μια τέτοια συνύπαρξη;
Τον Moa Bones τον αγαπάμε πολύ, είναι άνθρωπος πολύ ταλαντούχος – όταν ο Άξιος και ο Γιώργος ήταν στους Duke Abduction έπαιξαν με τους Modrec, οπότε έχουμε ήδη συνευρεθεί με τον Moa Bones επί σκηνής. Στον προσωπικό δίσκο του Sir Kosmiche συμμετέχει με ένα φολκ κομμάτι. Ήταν ο πιο κατάλληλος για κάτι τέτοιο, και ταυτόχρονα πολύ συνεργάσιμος και με όμορφη χημεία.
-Που θα βολτάρει το “IV” για να γνωριστεί με τον κόσμο; Θα βγει από τα σύνορα; Από όσο έχω δει σε αρκετά μέρη έχει λάβει γερές κριτικές.
Έχουμε μερικές live εμφανίσεις ανά την Ελλάδα για Απρίλιο Μάιο και Ιούνιο. Δεν έχουμε βιαστεί καθόλου για αυτόν τον δίσκo, ακόμα και οι ηχογραφήσεις κινήθηκαν σε χαλαρούς ρυθμούς. Δίνουμε χρόνο στον εαυτό μας, την έμπνευση και τη συνεργασία μας. Σιγά σιγά, χωρίς άγχος, θα ξαναβγούμε και στο εξωτερικό.
-Θα ζητιανέψω λίγους στίχους και από εσάς, αφιερωμένους στους αναγνώστες μας και υποψήφιους θεατές της live παρουσίασης σας στο Gagarin στις 30 Mαρτίου.
… and your friends down the trench have vanished from the scene
all the thoughts in your head turning upside down
the wrongs and the rights
who can really tell?