Fates Warning, Need (12/02/2017) Gagarin 205

Υπάρχει μια γραμμή στο “We only say goodbye” του “Parallels” που μπορεί να υποστηρίξει με ρεαλιστική σκληρότητα και ποιητική ασάφεια την εξάρτηση και την αφοσίωση του Ελληνικού κοινού στους (βετεράνους πια) progsters Fates Warning:”there’ s never time to say/ all the things we need to say”.

Για ακόμα μία αμέτρητη, αλλά όχι αρκετή φορά, η συναισθηματική αντιπαράθεση ανάμεσα στους συνεχείς ακόλουθους των κωδικοποιημένων εσωτερικών διαδρομών του αρχηγού Jim Matheos με τον ίδιο και το υπόλοιπο γκρουπ, έχτισε μια ιδιαίτερη νύχτα που άφησε πίσω της τα νέα κομμάτια μνήμης σε αυτή τη μακριά αλυσίδα ετών.

Σε ένα, από νωρίς συνωστισμένο, Gagarin 205, oι άνθρωποι που είχαν επιφορτιστεί με τη δύσκολη αποστολή να τραβήξουν επάξια την κουρτίνα αυτής της απαιτητικής βραδιάς, οι Αθηναίοι progsters Need, δεν είχαν σκοπό να επιτρέψουν χώρους αμφισβήτησης, κι αυτό έκαναν από την πρώτη στιγμή που πάτησαν στη σκηνή.

Με τη σημαντική ώθηση της ανταπόκρισης για το νέο τους πόνημα, “Ηegaiamas: a Song for Freedom”, μοιάζουν γεμάτοι από λόγους και αποθέματα. Από το ξεκίνημα, με το “Rememory”, η μηχανή τους τρέφει με αρμονία τις ανάγκες για συναίσθημα, δύναμη αλλά και τις απαραίτητες εκτελεστικές prog μανιέρες.

Το σημαντικότερο μετά τις υπόλοιπες, σχεδόν αυτονόητες διαπιστώσεις για το επίπεδο του συνθετικού υλικού και την ικανότητα της ζωντανής του απόδοσης, είναι πως οι ίδιοι οι δημιουργοί του πραγματικά το απολαμβάνουν.

Ξαναζώντας, συναρμολογημένες πια, μπροστά στον κόσμο, τις μικρές επιμέρους συνθετικές εφευρέσεις των τραγουδιών, οι πέντε μουσικοί αποπνέουν μια αυτάρκεια και μια δυνατή πίστη σε αυτό που μοιράζονται με τον κόσμο. Μαζί τους, στην αριστερή πλευρά της σκηνής, η Μίνα Γιαννοπούλου με την πολύτιμη συνδρομή της στα γυναικεία φωνητικά, χρωματίζει ιδανικά κυρίως τα μελωδικά ακουστικά ξέφωτα των τραγουδιών, όπου έχουμε την δυνατότητα να την ακούσουμε και περισσότερο.

Η αλήθεια είναι πως ο ήχος αδικεί συνολικά την εντυπωσιακή παράσταση των Need, με τις φωνές αρκετά πίσω αρχικά και το μπάσο να σκεπάζει με το παραμικρό άγγιγμα το γενικό αποτέλεσμα. Η κατάσταση εξομαλύνεται αρκετά στο δεύτερο μισό του σετ τους, όταν επιτέλους και ο Γιάννης Βογιατζής ακούγεται αισθητά και διακρίνονται πραγματικά οι εκφραστικές του απόπειρες.

Οι Need κλείνουν το σετ τους με το “Orvam” και η τελική επιβράβευση του κοινού για μια σπουδαία εμφάνιση που περιφρόνησε τα ηχητικά προβλήματα, είναι ο καθρέφτης της σημερινής πραγματικότητας: αποτελούν έναν από τους δυνατότερους σύγχρονους ρυθμιστές του επιπέδου της εγχώριας σκηνής μας, κι όσο συνεχίζουν να ανεβάζουν τον πήχη   μπορούμε να χαμογελάμε για το μέλλον της.

Need setlist
01. Rememory
02. Alltribe
03. Mother Madness
04.Tilikum
05. Orvam

Περιμένοντας τους πρωταγωνιστές της βραδιάς, έχουμε πια συμφιλιωθεί με τη διαπίστωση πως η εποχή της πληροφορίας και της άμεσης ενημέρωσης έχουν εξορίσει το μυστήριο και τη γοητεία της έκπληξης. Άλλωστε τα τελευταία χρόνια, το setlist των Fates Warning φαίνεται πως είναι δομημένο πάνω σε κάποιες δημοφιλείς κολώνες τραγουδιών που διεκδικούν μονιμότητα, αλλά ταυτόχρονα αντέχουν και στην συχνή επαφή με τον κόσμο. Η περιοδεία φυσικά, είχε σαν στόχο την προώθηση του “Theories Of Flight” και το πρώτο άμεσο ενδιαφέρον ήταν η ζωντανή απόδοση των νέων τραγουδιών.

Η παρέα του Matheos ξεκινά όπως και το νέο άλμπουμ: η εσωτερική, αφοπλιστική εισαγωγή του “From the rooftops” έδωσε το χρόνο στους πέντε μουσικούς και το κοινό να επανασυστηθούν με συνοπτικές διαδικασίες και να ξεσπάσουν μαζί στο κύριο μέρος του.

Ο πρώτος αρχικός ενθουσιασμός απογειώνεται με τη δοκιμασμένη λατρεία του “Life in still water”, κι ο κόσμος αρχίζει πια να προσεγγίζει αυτή την τρελή οικειότητα και ταύτιση της “τελευταίας φοράς”. Χωρίς διακοπή, το γνώριμο επιτακτικό ριφ του τραγουδιού για την “ταύτιση”, του “One”, συνεχίζει να μετακινεί έντονα τον πυρήνα μπροστά από τη σκηνή. Τα πρόσωπα των μουσικών φανερώνουν την ικανοποίηση για την υποδοχή κάθε νέου τραγουδιού που εγκρίνεται με τη βοή του πλήθους, και μετά το τρίτο μέρος του APSOG, το πρόσφατο “Seven stars” μοιάζει να παίρνει κι αυτό το βάπτισμα της συχνής μελλοντικής χρήσης, καθώς έχει ήδη αγαπηθεί από τον κόσμο.

Κάπου εδώ, οι υπερβολικές εντάσεις, κυρίως στις κιθάρες, αρχίζουν και επιβαρύνουν το συνολικό αποτέλεσμα. Πρώτα, στο “One thousand fires”, οι πρώτες γραμμές των θεατών από την σκηνή, περισσότερο φαντάζονται κι αναπαράγουν το τραγούδι, παρά το διακρίνουν. Η μελωδική ανάπαυλα του “A handful of doubt” απομακρύνει περιοδικά τη δυσφορία του κόσμου, που όμως επιστρέφει εντονότερη στο “Firefly”, όταν ο θόρυβος της παραμόρφωσης σχεδόν σκεπάζει τον χαρακτήρα του τραγουδιού. Τα σινιάλα και οι φωνές γίνονται έντονες στους μουσικούς, που τους παραπέμπουν φυσιολογικά στον ηχολήπτη…

Στο μεγάλο στοίχημα του “The light and shade of things” , τα δεδομένα έχουν ομαλοποιηθεί κάπως. Ο Ray Alder κατευθύνει ένα πολύ δύσκολο αλλά ταυτόχρονα και πολύ γρήγορα, αγαπημένο τραγούδι με υπερπροσπάθεια και συναισθηματισμό. Δεν μπορώ να ξέρω αν θα παραμείνει σε μελλοντικά setlists, αν όμως αυτό είχε να κάνει με τις βουλές του κόσμου, η απάντηση είναι προφανής.

Ο θρίαμβος της απλότητας ήρθε με την απόδοση του 9ου μέρους του “A Pleasant Shade of Gray”, όπως συμβαίνει κάθε φορά, με τις φωνές του κόσμου να συμφωνούν με όλες τις γραμμές του τραγουδιού. Το 11ο μέρος του APSOG μαζί με το θρυλικό πια “Αcquiescence” του “No Exit”, μοιάζει να εξουθενώνουν τον κόσμο ψυχικά και σωματικά με τις εντάσεις τους.

Δεν υπάρχουν όμως περιθώρια για τέτοιες σκέψεις πριν το απόλυτο κορύφωμα των συναυλιών τους… Το “The eleventh hour” μοιάζει πια μετά από τόση παρατεταμένη χρήση, να έχει φτιαχτεί από ένα αληθινά πανούργο φίλτρο: είναι μια από τις πιο εσωτερικές, μακροσκελείς συνθέσεις της μπάντας, στηρίζει το βάθος της σε εξαιρετικές, ευκολομνημόνευτες μελωδίες, και η δομή της αφήνει τους τέλειους χώρους για την πιο αποθεωτική συμμετοχή του κοινού. Αυτή η υπέροχη παγίδα λειτούργησε για ακόμα μια φορά τέλεια, σχηματίζοντας ειλικρινή χαμόγελα, ακόμα και στον κρυπτικό Jim…

Η φωτιά που έχει φουντώσει κρατάει καλά και στο δημοφιλές “Point of view” και ο κόσμος παραμένει συμπρωταγωνιστής. Ξαναγυρίζουν, απολαμβάνοντας φανερά αυτό το αυθεντικό πλεόνασμα επιβεβαίωσης που θα έβρισκαν σε περισσότερα σημεία του πλανήτη, αν ο θεός της μουσικής ήταν ακριβοδίκαιος.

Ο μόνιμος προμαχώνας του σπουδαίου “Perfect Symmetry” και το σύνθετο εργαλείο “Monument” του “Inside Out”, κλειδώνουν άλλο ένα βράδυ ομολογιών και ανταποκρίσεων που γνώρισαν παρεμβολές και φθορές από τον βόμβο του θορύβου, καθώς ο άδικος και συχνά κακός ήχος αδίκησε τελικά και τα δύο γκρουπ.

Από την υποδειγματική, ως συγκλονιστική (παρά τα προβλήματα), παρουσία του γκρουπ, αξίζει να πέσει ο προβολέας πάνω στη σεμνή φιγούρα του νεαρού κιθαρίστα Mike Abdow, ενός εξαιρετικού μουσικού που κούμπωσε ιδανικά στο υπόλοιπο γκρουπ και υπηρετεί ιδανικά με την παρουσία του και την εκτελεστική του απόδοση, το πνεύμα τους.

Αφήνοντας πίσω τον απόηχο της νύχτας και κρατώντας μόνο την ικανοποίηση μιας ακόμα επιβεβαίωσης γι’ αυτήν την ιδιαίτερη σχέση, μόνο την απόσταση από την κατάρα της φθοράς μπορείς να ευχηθείς. Μέχρι την επόμενη φορά, να αυτοαναιρεθούν, να ανανεώσουν τις συναισθηματικές τους παγίδες, να κρατήσουν ζωντανό το ενδιαφέρον, να αναζωπυρώσουν το πάθος, παίρνοντας επιλογές με ρίσκο. Να σώσουν τη σχέση από τη φθορά, όπως οφείλεις να κάνεις στις μεγάλες αυτές διαδρομές. Κι ας μην προλάβουν ποτέ να ειπωθούν τα απαραίτητα λόγια.

Fates Warning setlist
01. From the rooftops
02. Life in still water
03. One
04. APSOG part III
05. Seven stars
06. One thousand fires
07. A handful of doubt
08. Firefly
09. The light and shade of things
10. APSOG part IX
11. APSOG part XI
12. Acquiescence
13. The eleventh hour
14. Point of view
15. Through different eyes
16. Monument

Photos/ video: Γιάννης Φράγκος

686
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…