Έχουν ακουστεί τόσα πολλά γι’ αυτήν την αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, τον Chris Barnes, αρχικό τραγουδιστή των Cannibal Corpse και ηγέτη των αμερικανών deathsters Six Feet Under.
Πολυετής επίσης και η διαμάχη ανάμεσα στους οπαδούς του κυκλώματος, με αμφότερες τις πλευρές να υψώνουν το κωλοδάχτυλό τους, ανεξάρτητα τη βάση των επιχειρημάτων τους για την όποια προσφορά και αξία του στην υπόθεση “παγκόσμια metal σκηνή”.
Αν και δεν ήμουν και ποτέ φανατικός οπαδός τους, εντούτοις αυτό το γεγονός δεν με απέκλεισε να εκτιμήσω κάποιες από τις πρώτες δουλειές της μπάντας του. Από εκεί και πέρα, η προσωπική μου άποψη είναι ότι χάθηκε το τόπι με την κυκλοφορία τόσων album με κατ’ ευφημισμόν διασκευές (με αποκορύφωμα το περσινό “The Number of the Priest” για το οποίο θα έδινα ο ίδιος άλλοθι αν οι Maiden και οι Priest έστελναν μισθοφόρους δολοφόνους εναντίον του), σε τέτοιο βαθμό που οι κανονικές κυκλοφορίες των Six Feet Under να έχουν “περάσει, αλλά δεν ακούμπησαν”.
Από την αρχή και ξεκάθαρα, το “Torment” είναι ένα μαρτύριο, τουλάχιστον για τον γράφων. Υπερτεχνικό μεν death metal, βασισμένο στη δύναμη για τη δύναμη, η ακρόαση του “Torment” δεν μου έκανε ιδιαίτερη αίσθηση. Πλήξη, ανία, βαρεμάρα. Η εικόνα που μου έμεινε ήταν σαν να βλέπω τους κιθαρίστες να παίζουν δοκιμαστικά riffs πριν την έναρξη της πρόβας, έτσι, για να ζεσταθούν, με τον Barnes να βγάζει φυσικά τους δαίμονες της κολάσεως από το λαρύγγι του (η βοθρότητά του είναι ίσως το μοναδικό αδιαπραγμάτευτο μέγεθος) και τον drummer να μεταλλάσσεται ανάμεσα σε brutal kopanizing και Asphyx / Obituaryικές ανάπαυλες. Καμία ιδιαίτερη κορυφή, απλά μια σωρεία μεταλλαγμένων βασικών δομικών φράσεων υπό έναν καθαρότατο ήχο από τον Zeuss.
Υπάρχουν μια-δυο καλές στιγμές άνω του μετρίου όπως τα “Schizomaniac”, το groovy “Skeleton”, το “Slaughtered As They Slept” ή το “Bloody Underwear” αλλά δεν νομίζω ότι είναι αρκετά για να αποφύγει το album τη θέση του στα ύδατα της μετριότητας. Οι φανατικοί οπαδοί τους ίσως και να το λατρέψουν αν και θα τους πρότεινα να ακούσουν κάποια δείγματα από τον ευρύτερο χώρο του ύφους των Six Feet Under και να μην θεοποιούν αδίκως και αδιακρίτως. Κι αν θέλεις να σου θέσω ένα συγκρίσιμο μέγεθος (τουλάχιστον με τη δυναμική που παρουσιάζουν οι μπάντες στις τελευταίες τους δουλειές), οι Vermingod από την πόλη της Παναχαϊκής, τους τρώνε για πρωϊνό.
Από την άλλη σέβομαι πολύ την φυσιογνωμία του ηγέτη τους και εύχομαι να είμαι εγώ ο κουφός της υπόθεσης και το “Torment” να είναι μια δισκάρα που δεν μπορεί να αντιληφθεί το μέσο μυαλό μου την αξία του. Θα δείξει το feedback.