PAIN OF SALVATION: “In The Passing Light Of Day”

Στατιστικά, κάποιες χιλιάδες ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη προσβάλλονται από ύπουλα θανατηφόρα βακτήρια κάθε χρόνο κι ένα ποσοστό 50% επιβιώνει τελικά. Η περιπέτεια καταλήγει μια επώδυνη ιστορία για τους συγγενείς και κοντινούς ανθρώπους τους.

Όχι για ανθρώπους σαν τον Daniel Gildenlow. Ο ηγέτης που μεταφέρει το όνομα Pain Of Salvation στις διαδρομές της αυστηρής του επιλογής και με τα πρόσωπα της αρεσκείας του για όλα αυτά τα χρόνια, είδε για κάποιες κρίσιμες ώρες την ίδια του την ύπαρξη να στέκεται μετέωρη ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα: αυτών που έφυγαν κι αυτών που νίκησαν το βακτήριο.

Ο πόνος, σωματικός και πνευματικός, ο θυμός, η αγωνία ακόμα κι ο αυτοσαρκασμός ζουν σε όλη τους την ένταση, συγκρούονται, ταράζουν τις μνήμες και τα πιστεύω του, την αδυναμία του σε αγαπημένα πρόσωπα.

Ο Daniel είναι ακόμα σήμερα στο στρατόπεδο των ζωντανών. Ο αντίκτυπος της προσωπικής του περιπέτειας όμως θα καθρεφτιστεί και θα ταξιδέψει πολύ πιο μακριά από το κρεβάτι του, όπως συμβαίνει άλλωστε πάντα με αυτούς τους γονιδιακά ιδιότροπους τύπους, τους καλλιτέχνες.

Στο κατώφλι μιας νέας μουσικής μετάβασης και διαδρομής, με μια σειρά νέων αποχωρήσεων στη διετία 2011-12 που τείνουν να γίνουν αναπόσπαστο μέρος της φύσης του γκρουπ και με τα δύο “Road Salt” να διχάζουν το βασικό κοινό τους, η οριακή προσωπική περιπέτεια υγείας του Gildenlow τυλίγει όλα τα δεδομένα και κάνει την αναμονή εκρηκτική. Η επιστροφή των Pain Of Salvation μόλις στην αρχή του 2017, φέρει τον τίτλο του αγαπημένου φωτός αυτών που τους αρέσει να ονειρεύονται. “In The Passing Light Of day”… το τελευταίο πολύτιμο φως της ημέρας. Ο Gildenlow συνοδεύεται από τον Ragnar Zolberg στις κιθάρες, τα φωνητικά αλλά και μεγάλο μέρος της σύνθεσης, ενώ πλαισιώνεται από τους Daniel D2 Karlsson (keyboards, backing vocals), Gustaf Hielm (bass, backing vocals) και Léo Margarit (drums, backing vocals).

Θεματικά το άλμπουμ διατρέχει όλο το χρονικό της περιπέτειας του αρχηγού, με βασικό πυρήνα τη συνειδητοποίηση πως ο θάνατος έχει γίνει μια σοβαρή πιθανότητα, και εξελίσσεται σε μια εκτίμηση του πολέμου ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο που φιλτράρεται από μνήμες και πισωγυρίσματα πολύτιμων στιγμών και αγαπημένων προσώπων.

Από τις πρώτες στιγμές του εναρκτήριου “On a Tuesday” είναι εμφανές πως οι εκτιμήσεις και οι δηλώσεις του Gildenlow στη διάρκεια της 6χρονης απουσίας νέου υλικού, για επιστροφή σε βαρύτερες και πιο “δύστροπες” φόρμες, επιβεβαιώνονται. Στην τριλογία “On a Tuesday-Tongue of God-Meaningless” ο γνώριμος τολμηρός προοδευτικός χαρακτήρας των P.O.S.  ξεδιπλώνεται με ευφυείς εναλλαγές μουσικών θεμάτων που αναδεικνύουν τις εναλλαγές της ιστορίας. Κάποιες στιγμές, η ροή και η συνθετική ποιότητα είναι τόσο φυσικές που δεν αντιλαμβάνεσαι καν την πραγματική διάρκεια των τραγουδιών.

Ένα ξέφωτο γαλήνης και αναμονής μεσολαβεί με το “Silent gold”, βασισμένο στο πιάνο και τα εκφραστικά φωνητικά του Gildenlow, ανακαλώντας φόρμες και εντυπώσεις των “Road Salt”. Όσοι όμως θέλουν τον αρχηγό περιπετειώδη, δύστροπο, μοντέρνο και ασυμβίβαστο θα βρουν το αγαπημένο τους μουσικό κέλυφος στο “Full Throttle Tribe”, ένα ασυνήθιστο και ευρύχωρο ταξίδι απαιτητικού, σύγχρονου, φρέσκου prog metal.

Η επιθετικότητα, η δύναμη και η πολυπλοκότητα συνεχίζουν να κρατούν τα ηνία και στο δεύτερο promo video από το άλμπουμ, “Reasons”, χωρίς φυσικά σε καμιά περίπτωση να μειώνουν την επιδραστικότητα των συναισθημάτων στην τελική δυναμική του τραγουδιού. Ουσιαστικά το οργισμένο του φινάλε μας εισάγει και στην πιο ενδοσκοπική διαδρομή του δίσκου που αρχίζει με το “Angels of broken things” με το στοιχειωμένο και αγωνιώδες ύφος του να καταλήγει σε ένα μεγαλειώδες κιθαριστικό εξόδιο.

Στα “The taming of α beast” και “If this is the end” οι περισσότερο αφαιρετικές διαδρομές αφήνουν πάλι τις αντηχήσεις των “Road Salt” να συνυπάρξουν με τις εκρήξεις της μουσικής τους, όπως το χαρακτηριστικά κλιμακωτό, οργισμένο φινάλε του δεύτερου.

Τα 15 λεπτά του ομότιτλου τελευταίου τραγουδιού, επικεντρώνονται στη θνητότητα αλλά και την αξία της ζωής και η εντύπωση της γλιστρά πάνω σε ένα μουσικό χαλί που ξεκινά νοσταλγικά με καθαρές κιθάρες και “ιαματικά” φωνητικά και σταδιακά κορυφώνεται με σπουδαίες μελωδίες στις διαπιστώσεις του Gildenlow ως την επικείμενη, συμφιλιωτική λύτρωση στο φινάλε.

Σύμφωνα με τα λεγόμενα του αρχηγού, οι κοντινοί του άνθρωποι που πέρασαν το νέο του πόνημα από επαναληπτικά τεστ, του έδωσαν ισχυρές επιβεβαιώσεις. Η εντύπωση είναι πως σε μια ηλεκτρισμένη συνύπαρξη βιωματικών εντυπώσεων και μουσικών διεξόδων, ο Gildenlow, αβίαστα εμπεριέχοντας εντυπώσεις και δομές προηγούμενων περιόδων, ωθεί το αποτέλεσμα προς τα μπρος. Σε έναν χώρο που είναι πιθανά ο μόνος ικανός να πλουτίσει με αποτελέσματα σαν το “Full Throttle Tribe”, η σημερινή θέση και κατεύθυνση του γκρουπ ακούγεται σχεδόν απαραίτητη. Όπως και η ελευθερία του Zolberg να συνεχίσει να συμβάλλει με τόσο μεγάλο ειδικό βάρος.

Το σούρουπο εκείνης της Δευτέρας με τους πόνους του Gidnenlow θα αποτελέσει την αφετηρία για αυτό το μουσικό ταξίδι στα αυτιά μας, πολλές φορές ακόμα. Ο αρχηγός, όρθιος και δυνατός ξανά, έχει κάθε λόγο να είναι απαραίτητος γι’ αυτούς που ήταν διαρκώς δίπλα του αλλά και για όσους κράτησαν τις αποστάσεις τους στα “Road Salt”. Είπαμε, είναι γονιδιακά ιδιαίτερος κι έχει τον τρόπο του. Κι αυτό χωρίς συμβιβασμούς και προσχεδιασμούς.

1042
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…