NOT BLOOD PAINT: “Believing Is Believing”

Ένα κουαρτέτο εκκεντρικών μουσικών από το Bushwick του Brooklyn ξεκινά το 2008 μια περίεργη διαδρομή.

Οι κιθαρίστες George Frye και Joe Stratton, ο μπασίστας Mark jaynes και ο ντράμερ Seth Miller μοιράζονται περισσότερα πράγματα από την εμφανή δεινότητα να επικοινωνούν και να συντονίζονται με κλειστά ματιά. Πέρα από την ταύτιση στην ριζοσπαστική μουσική έκφραση, τους ενώνει η θεατρικότητα, η ανάγκη να ενδύονται ρόλους, ο αυτοσαρκασμός , ο ερωτισμός και το χιούμορ.

Είναι έκδηλο από την πρώτη επαφή με τη μουσική των Not Blood Paint πως η παλέτα των δημιουργών δεν είναι μόνο πλούσια γιατί τα εργαλεία είναι ικανά και επιδέξια, είναι παράλληλα τολμηρή και σχεδόν χωρίς όρια καθώς η μεγαλοφυΐα με την τρέλα πάνε χέρι-χέρι, ως συνήθως.

Άλλες φορές glam rock επιστήμονες, αλλού παρακμιακοί καλλιτέχνες του βαριετέ, καλοχτενισμένοι συντηρητικοί nerds σε ατσαλάκωτα κοστούμια, οι Not Blood Paint μοιάζουν πραγματικά να τρέχουν να ξεπεράσουν τους ίδιους τους εαυτούς τους σε μια μανιώδη περιπλάνηση. Ήδη πέντε άλμπουμ αργότερα από τότε που οι συμμαθητές από το Michigan ένωσαν τις μουσικές τους χύτρες, η λύσσα και η εμμονή της έκφρασης βράζουν στο νέο τους φετινό άλμπουμ με τίτλο “Believing Is Believing”.

Συνεχίζοντας τη δημιουργία τραγουδιών σε μια φιλοσοφία ιδιόμορφου προοδευτισμού οι Not Blood Paint θα απασχολήσουν σίγουρα όσους γενναίους ακροατές μπορούν να κάνουν πρόθυμα άλματα πάνω από τα κλισέ του λεγόμενου prog rock, θα προσελκύσουν ακόμα και ακόλουθους παλιομοδίτικου seventies art rock που προσπαθούν να βολευτούν κάπου στις σύγχρονες φόρμες, ακόμα και πιο σκληρούς επιμεταλλωμένους prog fans που ψάχνουν πρόθυμα για φρέσκο αέρα.

Είναι μάλλον άδικο και δύσκολο να επιχειρήσεις με ταμπέλες να περιγράψεις τη μουσική αίσθηση που αφήνουν οι Not Blood Pain στο τελευταίο τους άλμπουμ. Όπως η βασική τους επιδίωξη ήταν να μοιράσουν την απόσταση ανάμεσα στη στουντιακή τους συνθετική ανησυχία και στον θριαμβευτικό ενθουσιασμό των live τους, είναι μάλλον πιο εύστοχο και τίμιο να το προσεγγίσει κανείς σαν ένα πολύχρωμο και βαθύ show εκτελεστικής, συνθετικής δεινότητας και συναισθηματικής έκφρασης.

Τα τραγούδια τους είναι έτοιμα να σε προσεγγίσουν, να σε παγιδέψουν αλλά και να ζητήσουν αρκετό από το χρόνο σου για να αποκαλύψουν τη συνολική γοητεία τους. Με μια μόνο επιδερμική αίσθηση easy listening που έχει να κάνει απλά με το τεράστιο ταλέντο τους να αναπαριστούν τις αποχρώσεις στην αβυσσαλέα αμεσότητα της ζωής, μπορούν να εκτρέπουν τα τραγούδια τους σε διαφορετικές κατευθύνσεις και εκρήξεις χωρίς να χάνεται η ροή και η λειτουργικότητα του τραγουδιού. Πίσω από την ελκυστική επιδερμίδα των τραγουδιών τους υπάρχουν αμέτρητα πράγματα, τερτίπια ρυθμών και μουσικών ενστάσεων, επιδράσεις ιδιωμάτων που όλα αφομοιώνονται και παραμονεύουν να σε δέσουν ακόμα περισσότερο με την καρδιά των τραγουδιών όταν τα ανακαλύψεις.

Οι ιερείς του “Believing…” συνεχίζουν στη διαδρομή του άλμπουμ, συναρπαστικοί, περιπετειώδεις, αστείρευτοι να περνούν από διαθέσεις και φόρμες σε νέες συνθετικές επισημάνσεις κι όλα αυτά να γίνονται κολλητικά τραγούδια. Σαμάνες ενός προοδευτικού ροκ που ακούγεται τόσο πραγματικό και γυμνό από συμφωνημένες προθέσεις, σα να αποβάλλουν τα κοστούμια τους κάθε διάθεση επιτήδευσης και παραπλάνησης… κυνηγούν μια πνευματική εξερεύνηση. Τελειώνοντας το ταξίδι στον δίσκο, αφήνοντας το ένστικτο να αποκρυπτογραφήσει αυτό το πλήθος ερεθισμάτων και εντυπώσεων, θα μπορούσε κανείς απλοποιημένα να γράψει για πρώτης τάξης indie pop rock μελωδίες που ισορροπούν πάνω σε ανατρεπτικότητα ανάλογη με αυτήν του Patton, υποστηρίζονται με πολυφωνίες που αλληθωρίζουν  στους Queen και έχουν προοδευτική ευρύτητα που φέρνει στο μυαλό τους Mars Volta.

Όλα αυτά όμως μπορεί να είναι και εικασίες, προσωπικές συμβάσεις στην απόπειρα μιας περιγραφής. Είμαστε μπροστά σε ένα άλμπουμ ζωντανό και φρέσκο σαν τη ζωή που περνά μπροστά σου. Όσοι νομίζουν πως είναι πρόθυμοι να δώσουν χρόνο σε τέσσερις εκκεντρικούς, πολυσυλλεκτικούς, βιρτουόζους, μουσικούς θεατρίνους να παρασύρουν την ψυχή τους σε ένα striptease με απρόβλεπτο groove και το πνεύμα τους σε μια ελκυστική, ηχητική θρησκεία με χιούμορ, θάρρος κι ευαισθησία, δε θα χάσουν ούτε λεπτό.

Από τα άλμπουμ, ή το άλμπουμ της χρονιάς; Ο χρόνος θα αποφασίσει, όπως οι ίδιοι διάλεξαν.

474

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…