THE ROLLING STONES: “Blue and Lonesome”

Είναι περίεργη η αφετηρία κάποιων επιλογών και πολλές φορές μαρτυρούν την αυθεντικότητα και την εκφραστική αναγκαιότητά τους.

Τον περασμένο χρόνο οι Stones βρέθηκαν στο στούντιο του Mark Knopfler στο Λονδίνο, με την πρόθεση να ηχογραφήσουν νέο υλικό για το επόμενο στούντιο άλμπουμ τους. Εκεί, για να βρεθούν στην κατάλληλη διάθεση και σε διαδικασία προθέρμανσης, άρχισαν να παίζουν κάποια από τα κλασικά, αγαπημένα τους blues. Οι εκτελέσεις όμως ήταν τόσο εκφραστικές και ζωντανές που συνέχισαν να σκάβουν σε αυτό τον παλιό θησαυρό, ξεχνώντας τον αρχικό στόχο. Η κατάληξη αυτής της εκτροπής είναι το άλμπουμ “Blue and Lonesome”.

Στη πραγματικότητα μοιάζει σαν το κλείσιμο ενός κύκλου: το 1964 είχαν οδηγήσει με την εκτέλεσή τους, το “Little red rooster” του Howlin’ Wolf στην κορυφή των charts. Οι ίδιοι το χαρακτηρίζουν φόρο τιμής, ένα προσκύνημα στη μουσική που τους έκανε να ξεκινήσουν αυτό που είναι. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η προσέγγιση του ίδιου του Jagger που χαρακτηρίζει την απόπειρά τους τότε, των “λευκών” στα blues σαν μια αντίστοιχη των παιδιών των προαστίων σήμερα στη rap.

Ο φλεγόμενος πυρήνας σε αυτή την απόπειρα των Stones είναι αναμφισβήτητα ο Mick Jagger. Με πρώτο τραγούδι που ηχογραφήθηκε και αφετηρία της διαδρομής το ομότιτλο “Blue And Lonesome”, η όρεξη άνοιξε για τα καλά στον Jagger που έσκαψε με πάθος στα χωράφια της μνήμης . Φρόντισε οι επιλογές που θα γέμιζαν τελικά τον πίνακα του tribute αυτού άλμπουμ να διαφοροποιούνται ώστε να καλύπτουν κάθε συναίσθημα, κάθε ρυθμό, κάθε χρονική συγκυρία μιας εποχής. Το πάθος του για την ολοκλήρωση αυτού του εγχειρήματος ήταν τέτοιο που πέρα από το σχεδόν αποκαλυπτικό συναισθηματικό ξεγύμνωμα των ερμηνειών του, των πιο παθιασμένων κι απελευθερωμένων εδώ και δεκαετίες -αν σκεφτεί άλλωστε κανείς πως ήδη πέρασαν περίπου δέκα χρόνια από το προηγούμενο άλμπουμ-, έχει αναλάβει και τη φυσαρμόνικα στα τραγούδια του Little Walter.

Στη διάρκεια των ηχογραφήσεων, ο Eric Clapton, έτυχε να περιφέρεται παροπλισμένος, από πόνους στα δάκτυλα και απελευθερωμένος στο ρόλο του απλού καλεσμένου, δέχτηκε να συνεισφέρει κιθαριστικά στα “I Can’t Quit You Baby” και “Everybody Knows About My Good Thing”, μετριάζοντας κάπως την παραπάνω από διακριτική παρουσία του Richards στο άλμπουμ.

Οι Stones μπαίνουν άνετα στο κοστούμι του “Blue And Lonesome” και είναι κάτι παραπάνω από πειστικοί, είναι σίγουρα άνετοι, οικείοι και “νιώθουν”. Ο δε Jagger, όπως αναδύεται από τις λεπτομέρειες της ιστορίας, όντας ο πλοηγός ,ξεδιπλώνει την καρδιά του κι αυτό που μας δίνεται είναι σίγουρα κάτι παραπάνω από νοσταλγία στα εφηβικά ακούσματα. Με έναν συνολικό ήχο τραχύ, με αλητεία και θράσος, με υγρασία και ομίχλη από το “Δέλτα”, οι βετεράνοι rockers γλιστρούν με δεξιότητα ανάμεσα στους ύφαλους και φτάνουν πετυχημένα στον προορισμό της τιμής και της έκφρασης.

Από την άλλη βέβαια, οι αντιφρονούντες έχουν να κάνουν για πρώτη φορά στην ιστορία του γκρουπ, με ένα άλμπουμ Stones χωρίς ούτε μια σύνθεση των Jagger/Richards μέσα σε αυτό και πάνε σχεδόν έντεκα χρόνια από την τελευταία ηχογράφηση. Σίγουρα, να περιμένεις μια νέα πέτρα στο στέμμα τους και να βρίσκεσαι με ένα blues εικόνισμα, δεν είναι και το ευκολότερο για τους αδημονούντες ακόλουθους.

Όμως είναι προτιμότερο “ν’ ακολουθείς την καρδιά σου”, λένε. Ή μήπως στην πραγματικότητα και το μυαλό; Μόνο αυτοί οι ίδιοι ξέρουν…

Τracklist:
01. “Just Your Fool”- Buddy Johnson    
02. “Commit a Crime”- Howlin’ Wolf    
03. “Blue and Lonesome”- Memphis Slim    
04. “All of Your Love”- Magic Sam    
05. “I Gotta Go”- Little Walter    
06. “Εverybody Knows About My Good Thing”- Miles Grayson and Lermon Horton    
07. “Ride ‘Em On Down”- Eddie Taylor    
08. “Hate to See You Go”- Little Walter    
09. “Hoo Doo Blues”- Otis Hicks and Jerry West    
10. “Little Rain”- Ewart G. Abner Jr. and Jimmy Reed    
11. “Just Like I Treat You”- Willie Dixon    
12. “I Can’t Quit You Baby”- Willie Dixon    

654
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…