DANGER ANGEL: “All The King's Horses”

Οι Αθηναίοι melodic heavy rockers επιστρέφουν φέτος με το τρίτο τους άλμπουμ, έχοντας προσχωρήσει πια στην οικογένεια της Melodic Rock Records.

Μια σημαντική αλλαγή στη σύνθεση της μπάντας αποτελεί εδώ και δυο χρόνια περίπου η προσθήκη του 43χρονου Βραζιλιάνου τραγουδιστή BJ, ενός ταλαντούχου μουσικού που αποτελεί και μέλος του προσωπικού σχήματος του Jeff Scott Soto, ενώ συμμετείχε σαν πληκτράς και στην επί σκηνής αναβίωση των Talisman, στα πλαίσια του Sweden Rock Festival του 2014.

Αν για πολλούς το τρίτο δισκογραφικό βήμα είναι κρίσιμο και πιθανά ολέθριο, οι DangerAngel ακούγονται μάλλον πανέτοιμοι και ισχυροί να το μετατρέψουν σε νέα εκκίνηση για μεγαλύτερη καταξίωση. Με μια φωνή που γεμίζει ακόμη περισσότερο το οπλοστάσιο του γκρουπ, οι Αθηναίοι rockers φαίνεται να έχουν απόλυτη αντίληψη των υψηλών απαιτήσεων της παγκόσμιας πραγματικότητας σε όλα τα επίπεδα. Αυτό άλλωστε οφείλουν να κάνουν όλοι όσοι σέβονται την ίδια τους την έκφραση και δεν επιζητούν ελεημοσύνη τύπου “πολύ καλοί για Έλληνες”.

Από τη δυναμική έναρξη του “To kill a saint”, η ένδειξη “πολλή δουλειά” ανάβει για όσους αφιερώσουν την απόλυτη προσοχή τους σαν ακροατές. Υπάρχει φυσικά από πριν μια συνθετική ικανότητα και έμπνευση που απλώνεται ομοιόμορφα σε όλη τη διάρκεια του άλμπουμ, όμως η επεξεργασία της λεπτομέρειας είναι ξεκάθαρη και κάνει τη διαφορά. Οι DangerAngel υπηρετούν ένα ιδίωμα που στηρίζεται στον συνδυασμό της μελωδίας και της δύναμης και έχουν φροντίσει να οικοδομήσουν τα τραγούδια τους αλλά συνολικά και τη διαδρομή του άλμπουμ με τέτοιο τρόπο ώστε να αποφεύγονται οι επαναλήψεις των δομών, των διαθέσεων ακόμα και των ταχυτήτων.

Ο δίσκος ρέει αβίαστα, οι πυλώνες της κιθάρας και των πλήκτρων συνεργάζονται ιδανικά και το ρυθμικό υπόβαθρο συνοδεύει και τονίζει όταν χρειάζεται εκφράσεις και θέματα. Η φωνή του Βραζιλιάνου frontman είναι άψογος υπηρέτης μιας σειράς τραγουδιών με πάθη, εντάσεις και σίγουρα, λόγο ύπαρξης. Ερμηνείες με διαφορετικότητα και χρώμα, αποτελούν έναν επιπλέον λόγο της ευκολίας με την οποία το άλμπουμ χτίζει τον εθισμό στον ακροατή. Άλλωστε το γκρουπ έχει φροντίσει να προσθέσει μικρές εκπλήξεις και εκτροπές σε αρκετά από αυτά, κάνοντας το αποτέλεσμα ακόμα πιο συναρπαστικό.

Χωρίς να θέλω να κάνω διαχωρισμούς με τίτλους, καθώς το επίπεδο παραμένει εξαιρετικό σε όλη τη διαδρομή των “βασιλικών αλόγων”, οι προσωπικές προτιμήσεις συγκεντρώνονται μάλλον στον πυρήνα, στο μέσο του άλμπουμ , με μια διαδοχή από όμορφα, πειστικά, εσωτερικά τραγούδια. Το συνολικό αποτέλεσμα οφείλει να απασχολήσει αρκετές φυλές του ευρύτερου metal ιδιώματος, από τους αυστηρά παραδοσιακούς και τους hard rockers μέχρι τους θιασώτες του power και του πιο συμβατικού, συμφωνικού μελωδικού prog.

Δεν χρειάζεται άλλωστε να ξεφλουδίσεις αμέτρητες φορές το άλμπουμ για να ομολογήσεις με τιμιότητα πως οι Αθηναίοι βάζουν τα γυαλιά σε αρκετούς υπερεκτιμημένους εισαγόμενους ήρωες. Ένα κατάλληλο παράδειγμα για πολλούς εντός συνόρων, για το “πώς το κάνεις”…

676
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…