Οι Bent By Sorrow είναι ένα νεοσύστατο σχήμα, όμως τα μέλη που απαρτίζουν την μπάντα δεν είναι “χτεσινά”. Κάτι μέσα μου, μου έλεγε πως η συζήτηση αυτή θα είχε πολύ ενδιαφέρον και όντως δεν απογοητεύτηκα. Ο κιθαρίστας και mainman –καθώς φαίνεται- της μπάντας Γιαννάκης μοιάζει να έχει μια συγκρατημένη αισιοδοξία αλλά και μία έμφυτη μελαγχολία στο βλέμμα και τον λόγο του, ο οποίος όμως είναι μεστός και χωρίς φανφάρες. Φωτογραφίζουμε το συγκρότημα στο Πεδίον του Άρεως και καθόμαστε σε ένα από τα πιο θορυβώδη σημεία της Αθήνας (Λεωφόρος Αλεξάνδρας) για να κάνουμε τελικά τη συνέντευξη με χαλασμένο μικρόφωνο, με αποτέλεσμα μια δαιδαλώδη και πολύωρη απομαγνητοφώνηση. Ευτυχώς το περιεχόμενο αποζημιώνει.
“Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα στην Ελλάδα του σήμερα, για μία μπάντα που θέλει να κάνει την μουσική της σε ένα DIY πλαίσιο. Τρεις στους τέσσερις είμαστε άνεργοι, μόνο με κάποια έκτακτα μεροκάματα εδώ κι εκεί και με ό, τι οικονομίες μπορούμε να κάνουμε, μαζεύουμε μικρές ποσότητες χρημάτων ώστε να μπορέσουμε να είμαστε κι εμείς τυπικοί απέναντι στις υποχρεώσεις μας -με ότι αυτό συνεπάγεται- από τις καθημερινές μας ανάγκες, μέχρι αυτές που δημιουργεί το συγκρότημα: Πρόβες, χορδές και όλα τα άλλα αναλώσιμα όπως και έξοδα για ηχογραφήσεις, artwork κλπ. Με σκληρό αγώνα -όπως όλοι- προσπαθούμε κι εμείς να τα καταφέρουμε.” μου λέει ο Γιαννάκης στην αρχή μόλις της κουβέντας μας.
“Θα άλλαζες κάτι σε όλη αυτή την κατάσταση ή αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά θα υπήρχαν λιγότερα κίνητρα για να γράψετε μουσική και να προσπαθήσετε περισσότερο;” του λέω, καταλαβαίνοντας πως έχω απέναντί μου έναν άνθρωπο παθιασμένο με τη μουσική, αν μη τι άλλο.
“Τα κίνητρα πάντα ίδια είναι γιατί έχουμε μέσα μας την τρέλα να παίξουμε μουσική. Όπως και να ήταν η κατάσταση το ίδιο θα κάναμε. Δεν έχουμε κανενός τύπου οικονομική ενίσχυση κι όμως συνεχίζουμε και είμαστε ενεργοί και δραστήριοι. Αγαπάμε αυτό που κάνουμε και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε για αυτόν τον λόγο και μόνο. Η αγάπη για τη μουσική δεν φεύγει έτσι εύκολα. Αν τα πράγματα ήταν καλύτερα και υπήρχαν χρήματα λ.χ. θα προσπαθούσαμε να έχουμε καλύτερες παραγωγές / ηχογραφήσεις και περισσότερο merchandise, ίσως και καλύτερο εξοπλισμό για τις συναυλίες και τις πρόβες μας. Ωστόσο και στο ηχητικό θέμα δεν θα έλεγα πως έχουμε παράπονο! Ο Γιάννης Πετρόλιας που έκανε την παραγωγή του ντεμπούτο μας “Through Fire and Water” στο Zero Gravity Studio έκανε εκπληκτική δουλειά. Είναι φοβερός τεχνικός και φυσκά χρόνια φίλος!”
Οι Bent By Sorrow δεν μοιάζουν να έχουν “λυγίσει από την θλίψη” όπως υποδηλώνει το όνομά τους. Εν αντιθέσει, οι ιστορίες των δυσκολιών που ως μπάντα περνούν μου θυμίζουν πολλές άλλες από αυτές που καθημερινά ακούς εκεί έξω και που σπανίως βλέπεις να αντιμετωπίζονται με την δέουσα αισιοδοξία και υπομονή. Οι οικονομικές αντιξοότητες δεν είναι λίγο πράγμα και η μουσική είναι ένα… σπορ ακριβό! Αυτό είναι κάτι που το γνωρίζουν όλοι ασχολούνται με αυτήν.
“Γράφουμε και προβάρουμε τη μουσική μας σε ένα στούντιο στο Γαλάτσι, στο οποίο μάλιστα χρωστάμε και πολλά χρήματα πλέον. Ο Μήτσος (μπάσο) παίζει με ένα όργανο που έχουμε δανειστεί από έναν φίλο. Το έχουμε κρατήσει εδώ και ένα-δύο χρόνια και πραγματικά δεν ξέρω πότε και αν θα το επιστρέψουμε! Δεν είναι εύκολα τα πράγματα,” συνεχίζει ο Γιαννάκης.
Παρά τα εμπόδια, οι Bent By Sorrow έχουν καταφέρει να ηχογραφήσουν το ποιοτικότατο ντεμπούτο τους “Through Fire and Water” και έχουν ήδη προγραμματίσει την επικείμενη κυκλοφορία του σε μορφή LP βινυλίου στα τέλη του μήνα που διανύουμε.
“Το βινύλιο το γουστάρουμε πολύ,” μας λέει ο Γιαννάκης. “Ήταν όνειρο ζωής να τυπώσουμε τη μουσική μας σε βινύλιο και πραγματικά χαιρόμαστε πολύ που επιτέλους θα γίνει και μάλιστα θα περιέχει το συγκεκριμένο υλικό μέσα στο οποίο είναι αποτυπωμένη η ψυχή μας! Ο τίτλος του (“Through Fire and Water”) δεν είναι τυχαίος. Είναι σαν να λέμε “δια πυρός και σιδήρου” και από όσα σου έχω πει μέχρι στιγμής δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις πως αυτό αντικατοπτρίζει ακριβώς την κατάστασή μας.”
Η πρόσφατη αλλαγή τραγουδιστή έχει φέρει στην παρέα των Bent By Sorrow τον εσωστρεφή και ταλαντούχο Δημήτρη. Στρέφω τη συζήτηση προς αυτόν για να μάθω μερικά πράγματα για τους στίχους, στους οποίους όπως λέει έχει συμμετάσχει σε μεγάλο βαθμό από την ένταξή του στο σχήμα και μετά.
“Οι στίχοι μας έχουν συνήθως να κάνουν με προσωπικά και κοινωνικά ζητήματα. Οι διαπροσωπικές σχέσεις είναι ένα από τα αγαπημένα μας θέματα. Μας αρέσει να καταπιανόμαστε με ζητήματα που αφορούν στην καθημερινότητα του μέσου ανθρώπου. Έρωτες, αγάπες, μίση, ακόμη και την ανεργία και τις οικονομικές δυσκολίες στις οποίες τόσο έντονα έχουμε αναφερθεί σήμερα. Το σημαντικό για εμάς είναι να εκφραζόμαστε μέσα από στίχους και μουσική και με αυτόν τον τρόπο να αδειάζει το κεφάλι μας πάνω απ’ όλα. Ένα μήνυμα, ένας στίχος ή και ένα τραγούδι μπορεί να είναι εσωστρεφές ή εξωστρεφές και αυτό που λέγεται μπορεί να κάνει κάποιον να ταυτιστεί και κάποιον άλλον να δυσαρεστηθεί. Εμάς αυτό δεν μας πειράζει, αυτό που έχουμε να πούμε θα το πούμε, με τον έναν τρόπο ή τον άλλον. Η ανάγκη για έκφραση είναι η πρώτη προτεραιότητά μας. Όλα τα άλλα έρχονται δεύτερα.”
“Τελικά η θλίψη σας λύγισε;” ρωτάω και πάλι τον Γιαννάκη.
“Σε αντίθεση λοιπόν με αυτό που λέει η ονομασία μας, προσπαθούμε πάντα να έχουμε μια θετική οπτική και δεν σταματάμε να ελπίζουμε σε έναν κόσμο ενότητας και αγάπης. Το όνομα αποτελεί μια υπερβολή που υπερτονίζει την κατάσταση της σημερινής κοινωνίας. Εμείς δεν είμαστε θλιμμένοι σίγουρα και δεν ξέρω καθόλου αν η μουσική μας μπορεί να προκαλέσει θλίψη. Όλα σχετικά είναι. Σε μία κωμωδία μπορεί να υπάρχει μια σκηνή που θα προκαλέσει θλίψη, όπως και σε ένα δράμα, μια σκηνή που θα προκαλέσει γέλιο. Αυτά είναι συναισθήματα που συνδέονται,” μου λέει γεμίζοντάς με ερωτηματικά.
Ο θόρυβος από τα αυτοκίνητα και τις φωνές των περαστικών όλο και δυναμώνει όσο πλησιάζει το μεσημέρι και ένα ασθενοφόρο που εκείνη την ώρα περνάει υπερκαλύπτει τις φωνές μας με τη σειρήνα του αναγκάζοντάς με να… εκφραστώ απρεπώς.
“Σας αρέσει η Αθήνα;” τους ρωτάω και ο Βαγγέλης (drums) σπεύδει να απαντήσει.
“Και μας αρέσει και δεν μας αρέσει. Έχουμε μεγαλώσει εδώ. Είναι ο τόπος μας. Είμαστε δεμένοι με τις αναμνήσεις μας και με αυτά που έχουμε φτιάξει εδώ τόσο καιρό. Κάποιες φορές ευχόμαστε να μέναμε κάπου αλλού, αλλά προς το παρόν είμαστε εδώ και πολεμάμε. Θα δούμε πως θα εξελιχτεί η κατάσταση. Δεν το βάζουμε κάτω!”
Ο Γιαννάκης παρεμβαίνει και πάλι: “Αγαπάμε τη γειτονιά μας στο Γαλάτσι γιατί εκεί μεγαλώσαμε. Είναι και η περιοχή που συχνάζουμε περισσότερο αυτή, αλλά μας αρέσει και το κέντρο, το Μοναστηράκι και όλες αυτές οι μεριές της Αθήνας στις οποίες συμβαίνουν πολιτιστικά δρώμενα. Για την ακρίβεια ως μπάντα ξεκινήσαμε από το Γαλάτσι. Εκεί γνωριστήκαμε στα 80’s.”
“Παίζατε μουσική στα 80’s;” απόρησα “Δεν ήσασταν πολύ μικροί τότε;”
“Και μικροί ήμασταν και μουσική παίζαμε. Ανήκαμε στον αυτοδιαχειριζόμενο ελληνόφωνο punk χώρο τότε. Παίζαμε συχνά στη Βίλα Αμαλίας και συμμετείχαμε σε σχήματα όπως Αναβίωση, Ανάσα Στάχτη, Ανατέλλων Τρόμος, Ανθρώπινος Λήθαργος κ.α. Ανήκουμε σε αυτή τη φουρνιά. Άλλαξαν λίγο τα πράγματα από τότε βέβαια. Οι καταλήψεις έκλεισαν μετά από κρατικές παρεμβάσεις ώστε να περιορίσουν τον κόσμο από το να έχει σημεία συνάντησης. Δεν κατάφεραν κάτι όμως. Είναι αυτονόητο πως υπάρχουν ακόμη καταλήψεις και αυτοδιαχειριζόμενα στέκια, όπως υπάρχει και επικοινωνία ανάμεσά τους. Πολλές φορές ανάμεσα και σε διαφορετικές ελληνικές πόλεις, όπως η Θεσσαλονίκη, η Πάτρα, η Κοζάνη, η Καβάλα και ο Βόλος. Ο αγώνας δεν μπορεί να σωπάσει. Κλείνοντας μια εκκλησία δεν μπορείς να εμποδίσεις κάποιον από το να πιστεύει, μεταφορικά μιλώντας πάντα. Βέβαια εκτός των άλλων, πλέον στην εποχή μας το DIY έχει γίνει λίγο mainstream κι έχει χάσει την ουσία του. Δεν μου κάνει εντύπωση αυτό. Από τη δεκαετία του ‘80 και μετά ζήσαμε τον καπιταλισμό στην ακμή του και όπως ήταν φυσιολογικό όλοι επηρεάστηκαν. Τώρα υπάρχει πάλι μια στροφή προς τα πίσω, πράγμα εξίσου λογικό. Πολλοί από εμάς έχουμε την ανάγκη να κάνουμε ένα βήμα προς τα πίσω για να βρούμε τις σταθερές μας και να καταλάβουμε τι ακριβώς θέλουμε.”
Ο Γιαννάκης γίνεται όλο και πιο ομιλητικός και μάλιστα φαίνεται πως έχει πολλά να πει, πράγμα λογικό για έναν άνθρωπο που έχει ζήσει όλες αυτές τις καταστάσεις εν τη γενέσει τους. Από τη μεριά μου προσπαθώ να του κάνω τις κατάλληλες ερωτήσεις και μέχρι στιγμής φαίνεται πως τα πηγαίνω μια χαρά. “Ποια είναι η θέση της μουσικής μέσα στην αυτοδιαχείριση και ποια είναι η θέση της μέσα στον αγώνα;” τον ρωτάω.
“Η μουσική είναι μέρος του αγώνα γιατί γίνεται για αυτόν. Τουλάχιστον όσο ήμασταν εμείς ενεργοί στις καταλήψεις αυτό ίσχυε. Αν κοιτάξεις πίσω στην ανθρώπινη ιστορία, τόσο η μουσική όσο και οι υπόλοιπες μορφές τέχνης, έχουν παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στην πορεία της ανθρωπότητας. Άλλωστε η τέχνη είναι μια μορφή ψυχαγωγίας, ανεξαρτήτως του περιβάλλοντος και των καταστάσεων. Ακόμη και στον πόλεμο, ένα βράδυ σταματάς τη μάχη, για να πιεις και να γλεντήσεις, έτσι ώστε να ξεφύγει το μυαλό σου. Τίποτα δεν είναι το ίδιο χωρίς τη μουσική.”
Αποφασίζω να στρέψω τη συζήτηση προς πιο καλλιτεχνικά ζητήματα για να μην κουράσω την μπάντα και κυρίως τον λαλίστατο Γιαννάκη, ο οποίος με μεγάλη χαρά μοιράζεται τις απόψεις του μαζί μου παρασέρνοντας κι εμένα σε απύθμενες αναλύσεις των διαφόρων ζητημάτων που θίγουμε.
“Πού ζει η μουσική;” ζητάω να μάθω ελπίζοντας πως μια τόσο αφηρημένη ερώτηση θα ανακατευθύνει την κουβέντα.
Ο Γιάννης ξέρει ακριβώς τι θέλει να πει και απαντάει ακαριαία: “Στην ψυχή. Στον τρόπο με τον οποίο ο καθένας την βιώνει και στην καλοπέραση που μπορεί να προκύψει από την συνύπαρξη των μελών μιας μπάντας. Θα σου το πω απλά. Αν μεθαύριο νοιώσουμε πως δεν έχουμε να δώσουμε ο ένας στον άλλον κάτι σε αυτή τη μουσική σχέση, ίσως σταματήσουμε τους Bent By Sorrow. Όσο όμως υπάρχει η θέληση και η ανάγκη έκφρασης, θα είμαστε εδώ και θα συνεχίζουμε. Το μέγεθος του κοινού δεν μας πτοεί όπως δεν μας πτόησε και ποτέ. Είμαστε οι τύποι που γουστάρουμε να παίζουμε με πέντε ή και με πέντε χιλιάδες άτομα. Εφ’ όσον εμείς γεμίζουμε και είμαστε καλά μέσα μας, η έκφραση γίνεται αυτοσκοπός και μοναδικό κίνητρο για να συνεχίσεις.”
Ο ήχος των Bent By Sorrow είναι αρκετά ιδιαίτερος και δύσκολος να τον περιγράψεις ή να τον βάλεις σε “κουτάκια”. Θα μπορούσε κάποιος να τον χαρακτηρίσει μια μίξη alternative rock, new wave, punk και metal, αλλά αποφασίζω να δώσω τη σκυτάλη στους ίδιους και να μάθω κάποια πράγματα για τις μουσικές προτιμήσεις και τις επιρροές τους, μήπως και μπορέσω να αποκωδικοποιήσω αυτό που συμβαίνει μέσα στη μουσική τους.
“Υπάρχει κάποιος καλλιτέχνης που τράβηξε την προσοχή σας εσχάτως;”
“Οι Deafheaven.” μου απαντάει ο Γιαννάκης. “Έχουν μέσα στη μουσική τους από post rock μέχρι black metal. Μου αρέσει το πώς αφομοιώνουν μια τέτοια ποικιλία επιρροών στον ήχο τους γιατί μου θυμίζει αυτό που συμβαίνει και στη δική μας μουσική. Και οι δικές μας επιρροές μπορεί να είναι από The Cure μέχρι και μια μπάντα σαν τους Deafheaven. Επίσης έχουμε αγαπήσει αρκετές μπάντες με τις οποίες έχουμε μοιραστεί τη σκηνή στη μέχρι στιγμής πορεία μας, όπως οι καταπληκτικοί Hypnotic Nausea και οι Tuber οι οποίοι μάλιστα τυγχάνουν πλέον μεγάλης αποδοχής και αναγνωρισιμότητας. Γουστάρουμε πολύ τους Speedblow επίσης, ενώ ο Δημήτρης είναι ακραία επηρεασμένος από Nirvana, Pearl Jam και όλη την grunge σκηνή των 90’s. Η μέρα μας στο Defcon Fest έχει επίσης κάποιες μπάντες τις οποίες ανυπομονούμε να δούμε και ακούσουμε ζωντανά, έχοντας ακούσει τόσο πολλά για αυτές, όπως οι Fool in the Box, αλλά και οι The Noise Figures που έχουν προκαλέσει μεγάλο θόρυβο γύρω από το όνομά τους.”
“Αντλείτε έμπνευση από άλλες μορφές τέχνης;” ρωτάω και πάλι τον Γιαννάκη.
“Υπάρχει ένα τραγούδι στο ντεμπούτο μας που είναι επηρεασμένο από τον “Τύμβο” του H.P. Lovecraft και λέγεται “Enter the Tomb”. Μπορεί να αντλήσουμε έμπνευση και από ταινίες ή οτιδήποτε άλλο. Δεν έχουμε κανέναν περιορισμό σε αυτό. Εμένα προσωπικά μου αρέσει και πολύ ο Rudyard Kipling και θεωρώ πως ως έναν βαθμό με έχει επηρεάσει.”
Οι Bent By Sorrow δεν είναι από αυτές τις μπάντες που έχουν πολύ έντονη διαδικτυακή παρουσία. Λάτρεις του βινυλίου και των παλαιότερων μορφών μεταφοράς πληροφορίας δείχνουν να θεωρούν μέσα όπως τα social media δευτερεύοντα σε αυτό που κάνουν. Ζητάω να μάθω περισσότερα για τη σχέση τους με το διαδίκτυο.
“Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια έξαρση στην επικοινωνία και την πληροφορία και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο internet. Σίγουρα δημιουργούνται περισσότερα κίνητρα μέσα από αυτό, ενώ δεδομένη είναι και η πολύ μεγαλύτερη ευκολία που δημιουργείται στο να βρεις μουσικούς και μέρη να παίξεις τη μουσική σου. Η αναζήτηση μουσικής είναι εύκολη μέσα στο διαδίκτυο και αυτό είναι θετικό από την άποψη ότι μπορεί εύκολα να επηρεάσει έναν νέο άνθρωπο και να τον κάνει να πιάσει κιθάρα για πρώτη φορά. Όπως όλα τα μέσα επικοινωνίας και πληροφόρησης ωστόσο, το internet μπορεί να σε βοηθήσει, μπορεί και όχι, αναλόγως πως το χρησιμοποιείς. Δεν είναι για πολλή χρήση, αυτό έχω καταλάβει εγώ. Μπορεί πολύ εύκολα να σε “κάψει” και αυτό είναι κάτι που έχω δει να συμβαίνει σε πολλούς. Κάποιοι εν τω μεταξύ έχουν καπηλευτεί αυτήν την κατάσταση δημιουργώντας για τους εαυτούς τους ένα προφίλ που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Εγώ δεν είμαι αρνητικός με την ύπαρξη του διαδικτύου, προς θεού. Άλλωστε όταν περάσουν τα χρόνια θα καταλάβουμε ποιοι ήταν οι περαστικοί και ποιοι ήρθαν για να μείνουν, δεν περιμένουμε το internet να μας το πει αυτό.”
Χαίρομαι πραγματικά που έχουμε πει τόσο πολλά πράγματα με τους Bent By Sorrow. Γεμάτος από πληροφορίες αποφασίζω να κάνω μια τελευταία στροφή στον λιγομίλητο Δημήτρη. “Έρχεται ο κόσμος στις συναυλίες;” τον ρωτάω.
“Νομίζω πως ναι. Η μέτρια οικονομική κατάσταση των περισσοτέρων δεν βοηθάει σε αυτό βέβαια, αλλά έχω παρατηρήσει πως υπάρχει γενικά μια στροφή σε αυτόν τον τρόπο διασκέδασης από μεγάλη μερίδα του πληθυσμού. Ως μοναδικό παράπονο σε αυτό θα πω πως οι περισσότεροι δεν έχουν τόσο ενδιαφέρον να ακούσουν κάτι καινούριο. Φταίει κι ο μεγάλος όγκος πληροφορίας που όλοι δέχονται. Επιπλέον υπάρχουν άνθρωποι που ακούνε πράγματα και δεν ξέρουν για ποιον λόγο. Πολλές φορές το κάνουν επειδή είναι μόδα ή επειδή τους το λένε οι φίλοι τους. Δεν πάει να πει πως όποιος πάει σε μια συναυλία γουστάρει ή ακούει τη μπάντα που παίζει.”
Οι Bent By Sorrow θα εμφανιστούν την Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου στο An Club, στα πλαίσια του Defcon Fest 8 κι έτσι ως τελευταία μου ερώτηση, ζητώ να μάθω τι πρέπει να περιμένει κάποιος που δεν τους γνωρίζει, από μία συναυλία τους.
Ο Γιάννης απαντάει με μία από τις ουσιαστικότερες κουβέντες της μέχρι στιγμής συζήτησής μας “Μια μπάντα full αληθινή και πωρωμένη με αυτό που κάνει. Μία μπάντα που θα συνεχίσει μέχρι όλο αυτό που ζούμε να τελειώσει. Κάθε live είναι μια κατάθεση ψυχής. Αγαπάμε πολύ αυτό που κάνουμε και γουστάρουμε τα live όσο τίποτα. Δεν μας αρέσουν τα στησίματα, οι προβαρισμένες κινήσεις και οι επιτηδευμένες καταστάσεις και η αλήθεια μας είναι πολύ εύκολο να γίνει αντιληπτή από όσους παρακολουθήσουν μια συναυλία μας.”
Η ευχή του για το κλείσιμο μας δίνει την αυτή την “αλήθεια”, μέσα σε λίγες μόνο λέξεις.
“Μακάρι ενωμένοι όλοι να πορευτούμε στον δρόμο προς το φως, τη ψυχική ηρεμία και την ενότητα, σε έναν κόσμο χωρίς εγωισμούς, χωρίς σημαίες, χωρίς χρώματα, χωρίς τίποτα. Μόνο μουσική!”
Κείμενο: Δημήτρης Κότσης
Φωτογραφία: Αναστασία Παπαδάκη