BLUES PILLS: “Lady In Gold”

Απογευματάκι, κατέβηκα σε προσφιλές καφέ bar να πιω τον διπλό μου γλυκύβραστο, έτσι σαν normal άνθρωπος, ήσυχα, Κυριακάτικα.

Ξαφνικά σκάει από το πουθενά ο φίλος μου ο Πάρης, Sabbathικό σκαρί από τα αρχαία χρόνια, που το μούσι του είχε μείνει ονομαστό στην τοπική κοινωνία (και έναν καιρό που το μόνο πράγμα στο οποίο έβλεπες μούσι ήταν αυτό των ιερέων, όταν όντως έχοντας ένα εντομολογικό εργαστήρι στο πρόσωπό σου ήταν ο αντικομφορμισμός ορθολογικός και όχι image must των καιρών μας).

“Κάτσε να σε κεράσω έναν καφέ”, “πάω να πάρω παγωτό κι έρχομαι”, πάει, έρχεται (μου έφερε κι εμένα – και γαμώ ήταν, ό, τι έπρεπε για την ώρα και την στιγμή) κι αράζουμε. Λέμε τα σχετικά για ένα θεματάκι μελλοντικό πάνω στο “Machine Head” των Deep Purple, πάει η κουβέντα στα “παλιά, τα ωραία”. “Γράφεις;” με ρωτά; “Γράφω” του λέω, “τι έχεις αυτόν τον καιρό;” ξαναρωτά, “το καινούριο των Blues Pills”. Μένει για λίγο αμίλητος, γυρνάει και μου λέει “Γάμησέ τους. Αυτό γράψε”. Προφανή γέλια φυσικά οπότε λέω να κάνω τον κριτή της ισχύος αυτής της κατακλείδας.

Για να δούμε λοιπόν τι έχουμε εδώ. Metaller είμαι κι εγώ, αλλά είμαι και άνθρωπος με μεταβαλλόμενες διαθέσεις. Κι αυτό που εξετάζεται είναι κατά πόσο οι Blues Pills (και ανεξαιρέτως, οποιαδήποτε άλλη μπάντα, ανεξάρτητα του πόσο μεγάλη είναι, σε οποιοδήποτε μέγεθος) μπορούν να γίνουν μουσικό soundtrack της διάθεσης που αντιπροσωπεύουν. Αν με ρωτάς, θεωρώ ότι και οι δυο δουλειές της φωνάρας / γυναικάρας Elin Larsson και της παρέας της, δηλαδή το EP “Devil Man” και το self titled LP, ήταν δυο καταπληκτικές κυκλοφορίες, ορισμένες πλήρως στο hard rock των late 60’s – early ’70s. Κάτι όμως που μάλλον αλλάζει με το νέο βήμα τους “Lady In Gold”, μιας και εδώ έχουμε πολλές μοίρες απόκλιση στη συνθετική τους οπτική.

Η μουσική παραμένει στη χρονική περίοδο που προανέφερα, αλλά με πιο πολλά flower power στοιχεία, με παραγωγή για άλλη μια φορά “λαμπάτη”, θυμίζοντας μου δουλειές των T – Rex και φυσικά της Janis Joplin και άλλες φορές southern rock όπως στο έξοχο “Burned Out”, αλλά ένοιωσα σε πολύ λίγες στιγμές “ψυχολογικά” peaks κατά τη διάρκεια των τραγουδιών. Η μουσική των Blues Pills στο “Lady in Gold” έχει γίνει πιο up tempo, χάνοντας σε ατμοσφαιρικότητα, τείνοντας να ακούγεται σαν αμερικανική radio friendly pop / disco. Και αυτό δεν θα ήταν κακό, αν οι συνθέσεις μπορούσαν να το στηρίξουν. Δυστυχώς, τουλάχιστον στα δικά μου αυτιά, το υλικό είναι πολύ απρόσωπο, αφαιρετικό ως προς τις δονήσεις που μου προκαλούσε η μέχρι τώρα δισκογραφική πορεία τους.

Η Larsson έχει αποδείξει ότι είναι μια χαρισματική ερμηνεύτρια. Καταπληκτική φωνή, ο ρόλος της στη μουσική των Blues Pills είναι πρωταγωνιστικός, καθαρό και δυναμικό λαρύγγι με επαρκές “γρέζι” και εκφραστικότατη. Και υπάρχουν σημεία όπως στο καθαρά soul “I Felt A Change” που δείχνει μια άγνωστη ως τώρα πτυχή της και ηχεί πολύ δυναμική. Γύρω της, ο ιθύνων νους Zach Anderson (μπάσο) και η παρέα του δείχνουν με blues rock συνθέσεις όπως του “You Gotta Try” ή του “Little Boy Preacher” ότι γνωρίζουν άριστα το αντικείμενο αυτό μεν, αλλά το υπόλοιπο υλικό είναι μάλλον έξω από τα νερά τους, παραείναι “κουδουνιστό”.

Εξαιρετικό το artwork της Marijke Koger-Dunham, η οποία στο παρελθόν έχει συνεργαστεί με ονόματα όπως οι Beatles και οι Cream, ένα έργο που προϋπήρχε εδώ και 50 χρόνια και επιλέχθηκε για να ντύσει αυτό το album, αισθητικώς είναι εκπληκτικό, αλλά τελικά αυτό δεν λέει και πολλά πράγματα, γιατί ένα album κρίνεται ως προϊόν μουσικής και όχι ως καλαίσθητη συσκευασία. Στον καλλιτεχνικό τομέα οι Blues Pills με απογοήτευσαν αυτή τη φορά. Ακούγονται συγκεχυμένοι. Εύχομαι σε νηφάλιο μέλλον. Να τον ακούς το γέρο.

818
About Ιορδάνης Κιουρτσίδης 1200 Articles
Ανακατεμένος με το heavy metal εδώ και 3,5 δεκαετίες, retro computer fan, δεν αντέχει τον Μόρισον και τον Κομπέιν, πίνει διπλό γλυκύβραστο και λατρεύει τις mini σοκοφρέτες υγείας.