Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα και ειδικότερα, όταν μιλάμε για heavy metal, μια από τις δυνατότερες φωτιές συνεχίζει να καίει ακμαιότατη στην πανέμορφη συμπρωτεύουσα, τη Θεσσαλονίκη, στα σπλάχνα της οποίας δεν σταματούν να γεννιούνται συγκροτήματα που δημιουργούν υψηλές προσδοκίες με τις αξιοπρεπέστατες δουλειές που κυκλοφορούν. Μια τέτοια μπάντα είναι και οι heavy metallers Forbidden Seed, οι οποίοι στις 20 Αυγούστου θα κατηφορίσουν στα αττικά εδάφη για να συμμετάσχουν στο Under The Quarry festival και το Rockway.gr επικοινώνησε με τον Κωνσταντίνο Μάρη, κιθαρίστα / τραγουδιστή αυτού του ελπιδοφόρου σχήματος και σας μεταφέρει το κλίμα…
Καλησπέρα Κωνσταντίνε. Αν και οι Forbidden Seed ξεκίνησαν εδώ και αρκετά χρόνια, κυκλοφορήσατε το πρώτο σας album “From Sand To Eternity”, μόλις πέρυσι. Τι ήταν αυτό που σας καθυστέρησε;
Καλησπέρα και κατ’ αρχάς ευχαριστούμε για την πρόσκληση. Τους Forbidden Seed τους ξεκίνησα όπως πολύ σωστά είπες πριν από αρκετά χρόνια, με την μόνη διαφορά στο ότι τότε προοριζόταν για solo project ή κάτι τέτοιο. Να φανταστείς οι πρώτες ηχογραφήσεις του δίσκου έγιναν αν θυμάμαι καλά το καλοκαίρι του 2010 στο Odious Studio του πολύ καλού μου φίλου και κατά κάποιο τρόπο παραγωγού των κομματιών Nik Rock. Απλά η εποχή δεν ήταν μάλλον σωστή, καθώς δεν μπόρεσα να βρω άτομα για να καταφέρουμε να “κλείσουμε” το δίσκο και το όλο θέμα μπήκε στον πάγο για αρκετά χρόνια. Απογοητεύτηκα να σου πω την αλήθεια από το όλο θέμα και έδωσα όλο το βάρος μου στα άλλα project που συμμετείχα μέχρι που τελικά απλά ήρθε από μόνο του και ξαναμπήκαμε στις “ράγες”.
Ποια είναι η σύνθεση της μπάντας αυτή τη στιγμή; Πες μου δυο λόγια για τους συνεργάτες σου.
Έχουν γίνει κάποιες μικρό-αλλαγές. Ο Γιώργος Ματίκας (Shock Absorber, Downtown Association) είναι στις κιθάρες επίσημα πλέον, γιατί παρόλο που είχε γράψει στο album, λόγω κάποιων προσωπικών του θεμάτων τότε, δεν μπόρεσε να μείνει μόνιμα. O Nik Danielos (Blue Flames, Downtown Association, Bent For Eleven) είναι σταθερά στο μπάσο, o Κώστας Μάτης (Shock Absorber, W.A.N.T.E.D) που μας βοήθησε στο “Rock on the Beach” Festival είναι στα τύμπανα μόνιμα σχεδόν ένα χρόνο τώρα, αν και δεν καταφέραμε ποτέ να τον παρουσιάσουμε όπως θα έπρεπε, εγώ είμαι στην φωνή και έχουμε και φρέσκο μέλος στην παρέα που το κρατάμε ακόμη μυστικό, για έκπληξη.
Ποιες είναι οι επιρροές σας ως μπάντα και οι δικές σου προσωπικά; Αν σου ζητούσα να χαρακτηρίσεις τη μουσική σας σε κάποιον που δεν έχει επαφή με αυτήν, ποιούς όρους θα χρησιμοποιούσες;
Δύσκολα μου βάζεις τώρα. Λίγο πολύ όλοι έχουμε κοινά ακούσματα. Από Saxon, Priest, Maiden κ.λ.π. μέχρι Pantera και Slayer. Ο καθένας μας έχει τους δικούς του “ήρωες” που ευτυχώς είναι στα ακούσματα όλων μας. Προσωπικά οι μεγαλύτερες επιρροές μου είναι οι Iron Maiden, Judas Priest, Crimson Glory και γενικά η Αμερικάνικη σχολή του power metal. Η αγάπη μου π.χ. για τους Iced Earth νομίζω δεν κρύβεται. Πέρα από αυτά όμως, νομίζω ότι δεν κολλάμε σε στάνταρ μπάντες. Γράφουμε και συνθέτουμε ελεύθερα χωρίς περιορισμούς και ταμπέλες. Παρόλο που σε γενικές γραμμές δεν μου αρέσουν οι ταμπέλες κάποιες φορές δυστυχώς είναι απαραίτητες. Αν μπορούσα απλά να το πω metal θα το έκανα. Τώρα αν πρέπει να βάλω ταμπελάκι, πιστεύω πως ο όρος U.S. power, κάνει την δουλειά.
Πώς σου φαίνεται εσένα το album ως “τρίτος” παρατηρητής; Αν σου δινόταν η ευκαιρία, θα άλλαζες κάτι;
Δεν ξέρω αν θα καταφέρω να έχω ποτέ μια πραγματικά αντικειμενική άποψη. Όπως και να το κάνουμε είναι δικά μου κομμάτια, που για μένα πίσω από το καθένα υπάρχει μια ιστορία, μια ανάμνηση και γενικά υπάρχει συναισθηματικό δέσιμο. Στις συνθέσεις, παρόλο που μετά από τόσο καιρό βρίσκω πράγματα που θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά, ειλικρινά δεν θα άλλαζα τίποτα. Γράφτηκαν μια συγκεκριμένη περίοδο, το παίξιμό μου τότε ήταν αυτό. Νομίζω ότι έχει δυνατά σημεία και αρκετά καλά κομμάτια. Τώρα στο θέμα τις παραγωγής πάντα μα πάντα θα βρίσκεις πράγματα να αλλάξεις. Νομίζω αυτό είναι αναπόφευκτο.
Πώς σας αντιμετώπισε ο κόσμος; Πως υποδέχθηκε τη δουλειά σας;
Μπορώ να πω πως με εξέπληξαν. Το feedback ήταν κατά πολύ θετικότερο από όσο περίμενα. Σε γενικές γραμμές οι γνώμες είναι πολύ θετικές και ενθαρρυντικές, τόσο από φίλους – γνωστούς και μη, όσο και από τα διάφορα reviews, εγχώρια και εξωτερικού. Δίνει πολύ δύναμη αυτό.
Ποια είναι τα συνθετικά κίνητρά σας; Τι σας εμπνέει να γράφεται αυτού του είδους μουσική;
Χρειάζεται μεγαλύτερο κίνητρο από την ίδια την αγάπη σου για την μουσική; Αυτό είναι το μοναδικό κίνητρο, τουλάχιστον για εμάς. Όλοι μας το 80% του χρόνου μας το περνάμε παίζοντας σπίτι, σε μπάντες, για πλάκα, για μελέτη κλπ. Τώρα αν αναφέρεσαι στο είδος καθαρά, απλά εγώ έκανα την αρχή στους Seed ως προς αυτή την κατεύθυνση και πάλι καθαρά από αγάπη ως προς αυτό το είδος. Ο Γιώργος π.χ. στην μπάντα του παίζει stoner, o Νικ παίζει blues και πάει λέγοντας. Όλοι όμως με το ίδιο κίνητρο. Αν αγαπάς αυτό που κάνεις και την μουσική σου, δεν υπάρχουν περιορισμοί ούτε άλλοι λόγοι.
Η συνεργασία σας με τη ROAR Records συνεχίζεται; Είστε ικανοποιημένοι από την προώθησή σας;
Είμαστε αρκετά ευχαριστημένοι με όλα, ειδικά αν σκεφτείς την εποχή, τις συνθήκες που επικρατούν και τα διάφορα προβλήματα που έχουμε όλοι μας. H ROAR και τα παιδιά που την απαρτίζουν μας έδωσαν ένα δισκογραφικό σπίτι και μας εμπιστεύτηκαν στο ξεκίνημά μας. Προς το παρόν η συνεργασία μας αφορούσε το “From Sand to Eternity”. Το τι επιφυλάσσει το μέλλον, θα φανεί.
Τι γνώμη έχεις για την ελληνική και την παγκόσμια metal πραγματικότητα; Υπάρχουν κάποιες μπάντες που θα ξεχώριζες;
Το σίγουρο είναι ότι το όλο θέμα γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Οι παραγωγές ανεβαίνουν επίπεδο συνέχεια και οι μπάντες, όπως και οι μουσικοί, ακόμη παραπάνω. Το να κάνεις την διαφορά ή να ξεχωρίσεις νομίζω είναι πιο δύσκολο από πότε πλέον. Χρειάζεσαι πραγματικά πολύ ελεύθερο χρόνο για να παρακολουθείς τις εξελίξεις, να ενημερώνεσαι και να ακούς το τι βγαίνει, που και πάλι θα έχεις ελλείψεις και σίγουρα όλο και κάποια μπαντάρα θα έχεις χάσει. Στο δικό μας τοπικό θέμα, τα πράγματα έχουν ξεφύγει. Είμαστε στην καλύτερη ίσως περίοδό μας σαν χώρα στο κομμάτι του metal. Τρομερές μπάντες, τρομεροί παίκτες, παραγωγές κλπ. Μπάντες που ξεχωρίζω πολλές, δεν νομίζω ότι μας φτάνει ο χώρος για να τις αναφέρουμε.
Πόσο δύσκολο πιστεύεις ότι είναι για μια νέα μπάντα να εδραιώσει το όνομά της στην εποχή μας; Ή τουλάχιστον, ποιές είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζετε εσείς οι ίδιοι, αν αντιμετωπίζετε κάποιες;
Κοίτα, σε πολλά θέματα είναι ευκολότερο σε άλλα δυσκολότερο, αν και πάντα παίζει ρόλο τι θέλεις και τι στόχους έχεις. Να εδραιωθείς τοπικά ίσως και να είναι ευκολότερο πλέον. Πολλά τα live, πολλές οι ευκαιρίες. Από την άλλη τα μέσα δικτύωσης βοηθούν πάρα πολύ. Είναι πολύ πιο εύκολο πλέον να προωθήσεις τη δουλειά σου. Τώρα αν το επεκτείνουμε το θέμα, τα πράγματα είναι ζόρικα. Τρελός ανταγωνισμός και ας μην ξεχνάμε ότι ειδικά στην χώρα μας το να επενδύσεις το απαιτούμενο ποσό για να κάνεις βήματα προς τα έξω μοιάζει σχεδόν αδύνατο. Νομίζω ότι όλοι μας λίγο-πολύ τις ίδιες δυσκολίες περνάμε. Και το μεγαλύτερο μέρος τους είναι οικονομικού τύπου. Και εμείς με τους Forbidden Seed δεν αποτελούμε εξαίρεση.
Υπάρχουν κάποια άλλα άμεσα σχέδια που θα μπορούσατε (και θα θέλατε φυσικά) να ανακοινώσετε; Συνεχίζετε να δουλεύετε με νέο υλικό ή προς το παρόν απολαμβάνετε τις δάφνες σας;
Γενικά λόγω υποχρεώσεων τα σχέδια μας είναι πάντα για το πολύ άμεσο μέλλον. Κάτι κλεισμένο δεν υπάρχει προς το παρόν αλλά συζητάμε για κάποια εμφάνιση στην έδρα μας προς τον Νοέμβριο για να γιορτάσουμε, ας πούμε, τον ένα χρόνο κυκλοφορίας του δίσκου. Υλικό υπάρχει με τον κουβά που λένε. Έχουμε ήδη ξεχωρίσει τα κομμάτια του επόμενου δίσκου και αν όλα πάνε καλά από Σεπτέμβριο ξεκινάμε να δουλεύουμε πάνω σε αυτά. Δεν υπάρχουν δάφνες δυστυχώς (γέλια)…
Στις 20 Αυγούστου θα εμφανιστείτε στο “Under The Quary Metal Fest”, ένα event που διοργανώνει ο Παναγιώτης Παπαγεωργίου των Parthian Shot, σε συνεργασία με το Δήμο Γαλατσίου, μαζί με άλλες πολύ ελπιδοφόρες εγχώριες μπάντες. Πως προέκυψε η συμμετοχή σας και τι γνώμη έχεις για τα υπόλοιπα ονόματα με τα οποία θα μοιραστείτε το σανίδι;
Κατ’ αρχάς είναι πολύ σημαντικό και ευχάριστο το γεγονός ότι το όλο εγχείρημα γίνεται από τον Δήμο Γαλατσίου και αυτό δίνει φως και για άλλες τέτοιες πρωτοβουλίες από διάφορους άλλους Δήμους και κρατικούς φορείς. Ακόμα πρέπει να πούμε ότι είμαστε κάτι παραπάνω από χαρούμενοι και είναι τιμή μας να συμπεριλαμβανόμαστε στο U.T.Q και το μεγαλύτερο ευχαριστώ πηγαίνει στον Παναγιώτη Παπαγεωργίου που μας προσκάλεσε και μας έδωσε μια θέση ανάμεσα σε τόσες ταλαντούχες μπάντες. Με τον Παναγιώτη μας συνδέει μια χρόνια φιλία και ένας αμοιβαίος σεβασμός και εκτίμηση. Τώρα για τα υπόλοιπα παιδιά τι να πω; Οι δουλειές τους μιλάνε καλύτερα από εμένα. Είναι όλες τους μπαντάρες και παικταράδες. Από που να αρχίσεις και που να τελειώσεις.
Τι υπάρχει αυτή τη στιγμή στην playlist σου;
Κάτσε να σκεφτώ. Τα τελευταία των Lamb of God, Symphony X και InnerWish, Septic Flesh, Diviner, Pyramaze, Evergrey και το καινούργιο του Wolf Hoffman που έχω αργήσει την κριτική του.
Αυτά είχα να ρωτήσω, καλή επιτυχία για το U.T.Q. Fest και ευχαριστώ για το χρόνο σου. Η τελευταία κουβέντα προς τους αναγνώστες του Rockway.gr, δική σου.
Ευχαριστούμε πολύ για τον χρόνο και τη συνέντευξη. Εύχομαι τα καλύτερα. Θέλουμε να πούμε ξανά ένα ευχαριστώ από όλους για την τιμή που μας κάνουν να είμαστε μέρος του πρώτου, ελπίζω, από τα πολλά Under The Quarry Metal Fest και ακόμα να ζητήσω από όλους τους φίλους να στηρίξουν την προσπάθεια που γίνεται με την παρουσία τους. Κρατήστε το metal ζωντανό. See you all there!!!