Ο John Cobbett είναι ένας μουσικός που ακολουθεί με αφοσίωση την αυθεντική, εσωτερική ανάγκη της έκφρασης πέρα από τις επιταγές και της υποχρεώσεις της παγκόσμιας μουσικής αγοράς.
Ιδρυτής, κιθαρίστας και βασικός συνθέτης κι εκφραστής του ιδιαίτερου ηχητικά ταξιδιού των West Coast progsters “Hammers Of Misfortune”, μας έχει ήδη συνηθίσει στους δικούς του ρυθμούς και προτεραιότητες. Πέντε χρόνια μετά το “17th Street” το γκρουπ επιστρέφει φέτος το καλοκαίρι με τον έκτο δίσκο του.
Στην πραγματικότητα, λόγοι για την καθυστέρηση υπήρξαν πολλοί πέρα από την αβίαστη αναζήτηση της έκφρασης. Ο Cobbett κι η σύντροφός του στη ζωή και στο γκρουπ, Sigrid Sheie, απέκτησαν παιδί, ο τραγουδιστής Joe Hutton είχε ένα ατύχημα με τη μηχανή του, το rhythm section αποχώρησε κι οι αντικαταστάτες βρέθηκαν στα πρόσωπα των Will Carroll (ντράμερ και στους Death Angel) και Paul Walker στο μπάσο.
Σημαντικός λόγος είναι σίγουρα κι ο νέος δίσκος των Vhol, όπως και η ολοκλήρωση ενός σημαντικού μέρους του artwork για το “Dead Revolution” στο χέρι από τον Cobbett, έργο χρονοβόρο και δύσκολο ιδιαίτερα όταν στο άλλο σου χέρι κρατάς ένα… μωρό. Μάλλον έχει κάθε λόγο λοιπόν να περιγράφει την κατάσταση αυτής της μεγάλης καθυστέρησης με τον στίχο του Lennon “η ζωή είναι όσα σου συμβαίνουν ενώ εσύ είσαι απασχολημένος κάνοντας άλλα σχέδια”…
Από τις πρώτες στιγμές του εναρκτήριου “The velvet inquisition” και με δεδομένη την σύγκριση από τον απόηχο του “The 17th Street”, ερχόμαστε άμεσα αντιμέτωποι με μια βαρύτητα που μεταφέρει μια πιο σκοτεινή διάθεση συγκριτικά με τον αφηγηματικό συναισθηματισμό παλιότερων δίσκων. Σε όλη τη διάρκεια, άλλωστε, έχουμε να κάνουμε με ένα άλμπουμ που καθοδηγείται αυστηρά από τα riffs με εντυπωσιακό τρόπο. Με ξεκάθαρο πρωταγωνιστή ένα μεταλλικά ενισχυμένο παραπέτασμα κιθαριστικών θεμάτων που υποστηρίζονται αρμονικά από σπουδαία τύμπανα, οι 70 prog καταβολές του Cobbett διανθίζουν τις συνθέσεις με τον πλούτο της λεπτομέρειας που περιμένεις από αυτούς.
Η ισορροπία που βρίσκουν οι HoM στο “Dead Revolution” μοιάζει να ταιριάζει γάντι στην ομαλή ροή των συνθέσεων που έχουν το χώρο να φιλοξενήσουν τις επιδράσεις τους αλλά και να καταλήξουν ταυτόχρονα και σε κάτι αυτόφωτο και ισχυρά προσωπικό. Όλες οι συνθέσεις αποκομμένες από το σύνολο μπορούν να σταθούν με τη δική τους δύναμη και αξία, αλλά παράλληλα και η ροή του άλμπουμ είναι σπουδαία, χωρίς πτώσεις και αδυναμίες, είτε υπάρχουν πιο εσωτερικές και ατμοσφαιρικές συνθέσεις σαν το “Here comes the sky”, ή πιο άμεσες δυναμικές επιθέσεις σαν το “Flying alone”.
Πραγματικά διαμάντια το ομότιτλο και το “Sea of heroes”, ενισχύουν άμεσα την υποψία πως πιθανά έχουμε να κάνουμε με το άλμπουμ που μπορεί να αποδώσει δικαιοσύνη στη συνέπειά τους, ενώ η εκπληκτική doom διασκευή στο “Days of ’49” του Bob Dylan , με τις αναφορές στους χρυσοθήρες του San Francisco, με τον εμβατηριακό, αφηγηματικό χαρακτήρα του, κλείνει με ιδιαίτερα εμφατικό τρόπο το άλμπουμ.
Ο Cobbett συνηθίζει να λέει πως οι HoM είναι “πολύ prog για τους οπαδούς του metal και πολύ metal για τους οπαδούς του prog”. Έχοντας σταθεί όμως στο κέντρο της έκφρασης και της ειλικρίνειας και με τα φώτα από τα δύο στρατόπεδα να πέφτουν αρμονικά πάνω του, μοιάζει να έχει εξαφανίσει αυτήν τη φορά τις δικαιολογίες για όλους.
543