PARAGON: “Hell Beyond Hell”

Αν και άργησαν, καλώς τα παιδιά απο τη Γερμανια. 4 χρονια μετά το καταιγιστικό “Force of Destruction” που τσάκισε συνειδήσεις και λαιμούς, οι Teutonic metallers από το Αμβούργο επανέρχονται με την ενδέκατη studio δουλειά τους με τον απλό και σταράτο τίτλο “Hell Beyond Hell”.

Αν υπήρχαν βραβεία τιμιότητας στο metal, οι Paragon θα το άξιζαν σίγουρα. Δεν έχουν βγάλει ποτέ κάποιον δίσκο που να θεωρηθεί αριστούργημα, αλλά ταυτόχρονα δεν ύπαρχει ούτε μια μέτρια στιγμή στη πορεία τους. Κάθε κυκλοφορία απο τη πλούσια δισκογραφία τους είναι από καλή έως πολύ καλή κι αν μη τι άλλο αυτό το θεωρω μαγκιά όταν μιλάμε για 11 δίσκους σε 21 χρόνια.

Το “Hell Beyond Hell” τους βρίσκει μακριά από τη Napalm Records και στην αγκαλιά της ανεξάρτητης Remedy Records, με την οποία είχαν κυκλοφορήσει 5 δίσκους μεταξύ 2001 και 2007. Ασφαλή και σίγουρα λιμέρια δηλαδή. Επιστροφή έχουμε και στο line-up μιας και η μπάντα υποδέχεται ξανά τον κιθαρίστα Martin Cristian ο οποίος αποτελεί κι ένα απο τα ιδρυτικά μέλη του group.

Η κληρονομιά του “Force of Destruction” που προηγήθηκε, είναι σίγουρα βαριά αφού μπορεί να θεωρηθεί, χώρις ίχνος υπερβολής, η καλύτερη δουλειά τους μεχρι σήμερα κι αυτό μπορεί να λειτουργούσε ως μοχλός πίεσης προς τη μπάντα. Είτε λειτούργησε πιεστικά είτε όχι το αποτέλεσμα δικαιώνει απόλυτα τη μπάντα.

Το μουσικό ύφος δεν επιδέχεται αμφισβήτηση και πως θα μπορούσε άλλωστε. 8 κομμάτια τευτονικού heavy-thrash συν 2 bonus, τα οποία προσδιορίζουν,  χωρίς φανφάρες κι αρώματα, τον όρο Heavy Metal. Ψυχή του συγκροτήματος παραμένει ο Andreas Babuschkin, του οποίου τη φωνή η θα τη γουστάρεις τρελά ή θα σε ξινίσει. Σχολή Udo ο κύριος και μάλιστα απο τους καλύτερους μαθητές. Οι διπλές κιθάρες των κυρίων Christian και Bertram αποτελούν ένα ακόμα σημείο αναφοράς για το δίσκο αφού τα riff και τα solo πέρα απο τη ποιότητα που τα χαρακτηρίζουν, καταφέρνουν να μην ακούγονται επαλαμβανόμενα καθόλη τη διάρκεια του Hell Beyond Hell. Ειδικά τα riff ακούγονται λυσσαλέα σε κάθε σημείο που παίρνουν τα ηνεία.

Το “Rising Forces” που ανοίγει το δίσκο αποτελεί ένα heavy metal ολοκαύτωμα με έναν φρενήρη ρυθμό που αυτοματοποιεί τη διαδικασία του head-banging ενω το “Hypnotized” που ακολουθεί δεν παρεκλίνει ούτε εκατοστό με το ρεφρέν να απογειώνει το κομμάτι. Το ομώνυμο “Hell Beyond Hell” είναι μια σύνθεση που παραπέμπει πολύ στους Grave Digger. Βαρύ και ασήκωτο με το χορωδιακό να ρεφρέν να σε κολλάει στο τοίχο.

Το “Heart of Black” ξεκινάει ήρεμα αλλά στη πορεία ξεφεύγει και ξετυλίγει όλη του τη μαγεία στα 7 λεπτά που διαρκεί. Στο συγκεκριμένο κομμάτι θα ακούσετε και το καλύτερο solo του δίσκου. Μαγεία μόνο. Το “Stand your Ground” που ακολουθεί μπορεί να περιγραφεί με μια και μόνο λέξη. Πολεμοχαρές. Κοπάνημα και όποιος αντέξει. H δουλειά του Soren στα drums είναι πολύ υψηλού επιπέδου σε όλο το δίσκο αλλά ειδικά σε αυτό το κομμάτι δίνει ρεσιτάλ.

Το “Meat Train” αποτελεί τη πιο καλή αδύναμη στιγμή του δίσκου. Οι κιθάρες το περνάνε απο τη βάση. Στα επόμενα 2 κομμάτια παίζει μπάλα ο Babuschkin. Τόσο στο “Buried In Blood” όσο και στο “Devils Waiting Room” το οποίο αποτελεί μια διαολεμένα σκοτεινή μπαλάντα που θα σε κάνει να ανατριχιάσεις σε κάθε δευτερόλεπτο από τα 540 που διαρκεί. Προσωπικό αγαπημένο του δίσκου. Το  “Thunder in the Dark”, σε θάβει κάτω απο τόνους ατσαλιού με το ρεφρέν να προσπαθεί να σου δώσει τις απαραίτητες ανάσες ζωής.

Στη σούμα τώρα, δεν ξέρω είναι καλύτερο από τον προκάτοχό του. Δε με ενδιαφέρει κιόλας. Πιθανώς να είναι αλλα σημασία έχει ότι στο είδος του είναι ένας δίσκος που θα αγαπηθεί απο τους οπαδούς του συγκροτήματος αλλά ταυτόχρονα είναι ικανός να προσελκύσει και νεούδια που ψάχνονται στο είδος.
Metal to the Bone, απλά…

671