SHUMAUN: “Shumaun”

Όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα αμέτρητα ονόματα κι αν δυσκολέψουν τις μνήμες, όσες νέες μουσικές τάσεις ή απλές χρηστικές ταμπέλες προκύψουν, η αυτόφωτη δύναμη του τραγουδιού θα στέκεται πάντα μπροστά από κάθε λογής “ενδύματα της σύνθεσης”, άμεση και γρήγορη να σε προτρέψει ή να σε αποτρέψει στο μόνιμο δίλημμα του πολύτιμου χρόνου σου.

Ο Farhad Hossain, περισσότερο από συνθέτης, στιχουργός, τραγουδιστής και κιθαρίστας των πρωτοεμφανιζόμενων Shumaun, είναι ένας πολίτης αυτού του κόσμου με πολυπολιτισμική συνείδηση, πανεπιστημιακή μόρφωση περί τέχνης και μια ιδιαίτερη αγάπη για πολύτιμους ογκόλιθους της μελωδικής προοδευτικής μουσικής, όπως οι Rush, Genesis, Pink Floyd, Fates Warning. Κάνοντας εύκολα κάποιος έναν γρήγορο συσχετισμό στους μουσικούς διαδρόμους όλων αυτών, σχηματίζει μια επιδερμική εντύπωση για το περιεχόμενο του εντυπωσιακού ντεμπούτου των Shumaun. Στην πραγματικότητα βέβαια ο τελικός υπολογισμός είναι πολύ πιο σύνθετος και μακρύς σαν διαδρομή και σημαδεύεται σε όλη τη διάρκεια από αυτή την αυτόφωτη δύναμη του τραγουδιού που αναφέρθηκε στην αρχή. Οι Shumaun είναι καθαροί εκφραστές του σύγχρονου μελωδικού progressive metal που στηρίζεται αρχικά και κύρια στην αυθεντική ανάγκη της έκφρασης.

Από την έναρξη του “A new revolution” που η καθαρή αφηγηματική φωνή του Hossain ξεκινά μια ενδοσκόπηση με την περιγραφή του ταξιδιού του φωτός και τις εναλλαγές του, μέχρι το εσωτερικό φινάλε του “Numbers” όπου ο τίτλος του αναφέρεται δεικτικά στη σημασία της ανθρώπινης ζωής, όλα τα προσωπικά ή ομαδικά προνόμια του γκρουπ υπηρετούν τη σημασία της σύνθεσης. Οι εφηβικές αγάπες του Farhad, ακόμα και για πιο ποπ εκφράσεις των 80’s, μοιάζουν να διασφαλίζουν οριστικά αυτό τον κανόνα.

Τα 12 τραγούδια τους από τα πιο σύντομα μέχρι και τα μακροσκελή “The drop” και “The dream of the sleeper”, χαρακτηρίζονται από διαδοχές φιλικών μα καθόλου ευτελών μελωδιών.Ο έλεγχος της ροής τους ώστε αυτά πάντα να μένουν τραγούδια κι όχι δεξιώσεις εκτελεστικής δεινότητας πετυχαίνει τελικά να μας παραδώσει ένα άλμπουμ απαιτητικού prog metal εθιστικό, ευχάριστο και ταυτόχρονα βαθύ κι εσωτερικό.Η αναζήτηση απαντήσεων, οι πνευματικές διαδρομές μέσα από μεταφυσικούς απόηχους αλλά και καθημερινές αγωνίες και οι απώλειες διατρέχουν τα τραγούδια κι όλοι εμείς -που υποθέτω, ξέρουμε ποιοί είμαστε- που βρήκαμε αντανακλάσεις του εαυτού μας σε περιγραφές του Peart ή του Matheos, έχουμε πια μπροστά μας ένα φρέσκο πεδίο που μας προσφέρει την πολυτέλεια να ανυψώσουμε τις προσωπικές μας περιπέτειες σε ηχητικές κινηματογραφικές αποθεώσεις.

Το μεγαλύτερο στοίχημα που κερδίζει τελικά αυτό το άλμπουμ είναι η επιστροφή στη δύναμη του συναισθήματος, μια αφύπνιση από τη σχεδόν μηχανική παραγωγή τεχνικής μουσικής. Κι όταν βρίσκουμε ένα τόσο πολύτιμο ηχητικό καταφύγιο, πάντα μπορούμε να κάνουμε χώρο για περισσότερους. Άλλωστε οι Shumaun έχουν ξεκινήσει το ταξίδι τους χωρίς τη στήριξη δισκογραφικής εταιρίας κι όσοι τους ξεχωρίσουμε μέσα από το σωρό μπορούμε με κάποιο τρόπο να επιστρέψουμε κάποια από την απόλαυση. Τους το χρωστάμε ήδη: δοκιμάστε τους, λοιπόν!

Official web page
http://www.shumaun.com/

Official facebook page
https://www.facebook.com/shumaun/?__mref=message_bubble

673
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…