Πέραν του άνισου ντεμπούτου τους, οι Serenity έχουν μια ανοδική εξελικτική πορεία, με μια σειρά εξαιρετικών album να επιβεβαιώνει τα λεγόμενά μου.
Τρία χρόνια μετά το υπέροχο “War of Ages”, οι αυστριακοί επανέρχονται με το “Codex Atlanticus” κι αυτήν τη φορά ασχολούνται με το έργο του Leonardo da Vinci, παραθέτοντας παράλληλα την πιο “απλή” ηχητικά δουλειά τους.
Δίνοντας έμφαση στην πιο άμεση προσέγγιση των κομματιών κι ενισχύοντας σε σημεία το επικό/ χορωδιακό στοιχείο, οι Serenity, για πρώτη φορά ίσως στην καριέρα τους, δεν πάνε ένα βήμα μπροστά, κυκλοφορώντας έναν αξιοπρεπέστατο δίσκο μεν, ο οποίος όμως βαδίζει σε αρκετά “safe” μονοπάτια.
Εδώ το prog στοιχείο είναι σαφέστατα περιορισμένο, η Celementine Delauney αποτελεί παρελθόν (ίσως το πείραμα με την ύπαρξη γυναικείων φωνητικών πλάι στα αντρικά δεν τους πέτυχε), ενώ στις κιθάρες έχουμε νέα άφιξη, με τον Chris Tian να αντικαθιστά τον Thomas Buchberger. Κι επειδή το νέο μέλος ήταν μέρος των Visions of Atlantis, εξηγούνται πολλά για το μουσικό ποιόν του νέου πονήματος της μπάντας.
Ο Georg Neuhauser παραμένει το τεράστιο (και πλέον μοναδικό) ατού της μπάντας, με τα φωνητικά του να ντύνουν όσο πιο κομψά γίνεται το κάθε τραγούδι, με τις μελωδίες να διαθέτουν πάντα τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Το συμφωνικό στοιχείο υπερέχει όλων των άλλων, με την έλλειψη όμως της ζωντάνιας να κατατάσσει το “Codex Atlanticus” σε μια στοίβα κυκλοφοριών, με την ποιοτική γραμμή που χαρακτηρίζει τα τραγούδια του να είναι η μόνη που το σώζει από την αφάνεια. Ίσως να φταίει και ο υψηλός πήχης που έχει μπει από τους ίδιους, χαρακτηριστικό που κάνει τον ακροατή να περιμένει πάντα κάτι ακόμη πιο “δυνατό”.
Εν ολίγοις, οι Serenity δεν απογοητεύουν μεν, αλλά δεν ενθουσιάζουν, όπως έκαναν με τις προηγούμενες 3 δουλειές τους, μιας και η υπερβολικά απλοϊκή μουσική προσέγγιση που υιοθετείται στο νέο τους πόνημα, δε βοηθάει στο να ξεχωρίσουν από το σωρό. Ελπίζω να είναι απλώς μια παρένθεση όλο αυτό.
610