Από τα περίχωρα της Κρεμόνα της Ιταλίας μας έρχονται οι Genus Ordinis Dei, οι οποίοι αυτόν τον καιρό επανεκδίδουν το self financed debut τους “The Middle”, ένα αρκετά αξιόλογο album ατμοσφαιρικού, μελωδικού death metal που χωλαίνει μεν σε κάποια τεχνικά σημεία αλλά δεν παύει να είναι ένα αρκετά καλό δείγμα αρτίστικης, εκλεπτυσμένης (υπέρ του δέοντος δυστυχώς), αλλά σε σημεία πολύ δυνατής και έξυπνης, που σε κάνει να μην θέλεις να τους αντιπαθήσεις.
Οι βασικές συνιστώσες της μουσικής των Genus Ordinis Dei είναι από τη μια οι πολλές κιθαριστικές coreιές με μια πολύ νόστιμη thrashίλα να τα περιβάλλει, με Dark Tranquillity / Insomnium τάσεις ρυθμικώς και από την άλλη το μελωδικό prog / power ιταλικού τύπου, με πολυφωνικά πλήκτρα (υπερβολική η χρήση τους, τουλάχιστον κατά το πρώτο ήμισυ του album και κατά τη γνώμη μου αφαιρούν από τη συνολική δυναμική της μπάντας, μιας και οι συνθέσεις τους είναι όντως καλές και δεν υπήρχε απολύτως κανένας λόγος να υπάρχουν τόσα πολλά “καπελώματα” ή θα μπορούσαν να είναι περισσότερο διακριτικά).
Πολύ καλή riffoλογία από τους κιθαρίστες Tommy Matermind και Nick K. (o οποίος έχει αναλάβει τα φωνητικά και ακούγεται αρκετά αγριεμένος, καλός growler, αν και ακούγεται σε υψηλότερα επίπεδα “βαρβαρότητας” σε σχέση με τον γενικότερο ήχο) και τρομερό rhythm section από δυο ακριβέστατους και συμπαγείς μουσικούς, τους Richard Meiz (drums) και Steven Olda (μπάσο) που παίζουν ακριβέστατα, σε μια μεγάλη ποικιλία ρυθμών που όπως είπα, δεν φοβούνται να χρησιμοποιήσουν modern / core / nu metal μεθοδολογίες.
Αρκετά καλό και ενδεικτικό για την κατεύθυνση του δίσκου το opening track “And Then…/ The Fall”, ωραία μελωδικά ρεφρέν στα “Word of God” και “My Crusade”, η πολύ δυνατή διλογία “Thoughts” / “Path To Salvation” (όντως, εδώ δικαιολογείται πλήρως η synth based φύση, όντας μια soundtrackική / symphonic δημιουργία τουλάχιστον στο intro του), και θα ονόμαζα κορυφές του album το powerίζων “Cadence of War” και τα πειραματικά, thrashy “Battlefield Gardener” και “Ghostwolf” με τον ξυλοφορτωτικό prog αέρα τους (έχει πάμπολλες διάσπαρτες τέτοιες στιγμές γενικά όλο το album αλλά στα τρία αυτά κομμάτια, που είναι εμφανής η ελάττωση των melo parts, η μπάντα πιάνει το συναισθηματικό peak της και θεωρώ πως θα έπρεπε να ακούγεται καθ’ ολοκληρίαν έτσι στο σύνολο του album).
Εν κατακλείδι, το “The Middle” των Genus Ordinis Dei είναι ένα αρκετά καλό album και θεωρώ ότι αν το ηχογραφούσαν με πιο death metal attitude ηχητικά, θα πλησίαζε το όρο “διαμάντι”. Πέφτει στην παγίδα που ανεξήγητα πέφτουν πάρα πολλές μπάντες προερχόμενες από την μπότα, αυτήν την καταραμένη (και συνήθως αλόγιστη, σε σημείο να απορώ πως γίνεται να μην διαβλέπουν αυτή τη “επαραίωση” του υλικού τους οι ίδιοι οι μουσικοί, μάτηνΠαναγίασουλέωαπορώ – μια λέξη κύριε Αρχισυντάκτα) “λόξα” που έχουν οι μακαρονάδες με τα keyboards και τις κλασσικίζουσες φόρμες. Πολύ καλό, αλλά εξαρτάται τι χαρακτήρα έχουν τ’ αυτιά σου. Καλοί, αλλά με πολλά “γιατί” να πλανώνται στο νου μου. Ευελπιστώ να το αντιληφθούν και οι ίδιοι και να επανέλθουν με ένα δίσκο ανάλογης δυναμικής αλλά περίσσεια hooliganικής βίας την οποία, εμφανώς, διαθέτουν.
575