Ξέρετε κάτι; Kαι νοερά απευθύνομαι σε όλα τα συγκροτήματα του συγκεκριμένου είδους, παλαιούς και νιούμπηδες, σε όλους ανεξαιρέτως, για να μην κουράζετε το χεράκι σας συνέχεια πάνω – κάτω, πάνω – κάτω, αφήστε τους υαλοκαθαριστήρες από τα αμαξίδιά σας σε ένα συνεχές mode on, γιατί η σκόνη που τρώτε στη μάπα από το υπερηχητικό που λέγεται House Of Lords όχι μόνο δεν τελειώνει αλλά πυκνώνει και σε λίγο ούτε με κυάλια δεν θα βλέπετε εκεί που σκοπεύουν να φτάσουν.
Αυτά τα ήξερα πολύ πριν καν ακούσω τον καινούριο τους δίσκο γιατί, κατά πρώτον, δεν με έχουν απαγοητεύσει ποτέ με οποιαδήποτε κυκλοφορία τους και, κατά δεύτερον, ε, τί να κάνουμε τώρα, αυτά που κουβαλάνε μέσα στα παντελόνια τους είναι τόσο μεγάλα που θες δεν θες θα τα δεις. Αυτό που δεν ήξερα όμως είναι ότι με το που πατήσω το play θα ακούσω τον καλύτερό τους (της μετά Gregg Giuffria εποχής, αν μπορούμε να το θέσουμε έτσι) ενδεχομένως δίσκο, (και φυσικά μέχρι τον επόμενο) και θα μπορούσα άνετα να σταματήσω την κριτική μου εδώ λέγοντας σου: βάλε το “100 MPH” και προσκύνα τον πιο γαμηστερό τους δίσκο so far. Και πίστεψέ με θα ήμουν πολύ δίκαιος μαζί σου. Aλλά θα τα πάρουμε όλα από την αρχή.
Κοίτα, δεν είμαι εμμονικός, αλλά στην περίπτωση της Frontiers, θα ξανατονίσω επισημαίνοντας για ακόμα μια φορά τη σπουδαιότητά της και πόσο μα πόσο σημαντική είναι για τον χώρο του μελωδικού hard rock, και μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι και οι House Of Lords είναι υπό το label της από το 2004 που υπέγραψαν μαζί της μέχρι σήμερα. Οπότε ξέρεις εκ των προτέρων ότι το αποτέλεσμα θα είναι κάτι παραπάνω από καλό.
Με το “Inderstructible” οι House Of Lords κάνουν το δέκατο δισκογραφικό τους βήμα (12 μαζί με μια συλλογή και ένα Live) γιορτάζοντας παράλληλα (μάλλον εντελώς τυχαία η σύμπτωσις) τα δέκα χρόνια με το ίδιο line up (έκτο studio album με το συγκεκριμένο line up) στις τάξεις τους. Ξεκίνησαν το μακρινό 1988 στο Los Angeles με εξαιρετικούς δίσκους, αλλάζοντας στην πορεία πολλά line up (κιθαρίστες & ντράμερς πηγαινοέρχονταν) με μοναδικό σταθερό μέλος τους τον τραγουδιστή τους James Christian. Από το 1993 μέχρι το 2000 το κλείσανε το μαγαζάκι για 7 συνεχόμενα χρόνια, επιστρέφοντας το 2000 ηχογραφώντας καινούριο υλικό για το “Power And The Myth” και το 2004 τους βρήκε πιο δυνατούς από ποτέ στην Frontiers, όπως και προανέφερα.
Το “Go To Hell” ανοίγει τον δίσκο με τα εκπληκτικά χορωδιακά φωνητικά στην εισαγωγή να σε μαγεύουν και να σε παρασέρνουν σε ένα κοφτό επαναλαμβανόμενο riff που σε ξυπνάει απότομα. Το στακάτο upbeat ανατολίτικο vibe και το ρεφραίν κολλάνε με τη μία στο μυαλό σου και το κομμάτι απογειώνεται μετά τη σολάρα του Jimi Bell σε σημείο που πατάς με τη μία το replay. Πόσο πιο γαμάτος τρόπος για να ανοίξει ο δίσκος, σκέφτομαι, κι αμέσως η heavy groov-ιά του “Indestructable” με ισωπεδώνει κυριολεκτικά. Πιάνω τον εαυτό μου να κουνιέται ολόκληρος στον ρυθμό του και πάλι repeat. Aπό τις κομματάρες του δίσκου. Ακολουθεί το μελωδικό mid-tempo “Pillar Of Salt” που στη γέφυρα μου θύμισε τους The Cult και στο refrain λίγο τους Beatles και φτάνουμε στο Saxon-ικό και heavy όσο δεν παέι “100ΜPH” που ο Jimi Bell, μαζί με την εκπληκτική ερμηνεία του James Christian, παίρνουν όλο το άλμπουμ πάνω τους και αν τύχει να οδηγάς και να το ακούς δεν θα καταλάβεις για πότε το κοντέρ θα δείξει διακόσια. Eυτυχώς δεν οδηγούσα κατά την ακρόαση του δίσκου.
Οι μπαλλλαντάρες “Call My Bluff” και “We Will Always Be One” μου θύμισαν παλιούς House Of Lords και με πήγαν με τη μία πίσω στα λατρεμένα 80s με τη μελωδική τους δομή και τις σταυροβελονιές αλά George Lynch του κυρίου Jimi Bell, ιδίως στο “Call My Bluff”. Και εκεί που έχω ηρεμήσει έρχεται ο heavy οδοστρωτήρας “Die to tell” με τη μυστηριώδη εισαγωγή, το άμεσο ξαφνικό ξεσπασμα στα ντράμς / κιθάρα και την εκπληκτική ερμηνεία του James (όλα αυτά φλιτραρισμένα μέσα από μία άρτια και κρυστάλλινη παραγωγή) για να ανεβάσει με τη μία την ένταση. Το Def Leppard-ικό στο refrain “Another Dawn” με τους εκπληκτικούς στίχους μου θυμίζει αρκετά τα solos του James Christian.
Τα “Εye Of The Storm” (μελαγχολικό, γεμάτο πάθος, μα τι κομματάρα Θεέ μου-πόσο με συγκινεί- στο repeat 200 φορές) και “Stand And Deliver” θα φέρουν αρκετά στο μυαλό σου τον Joe Lee Turner στα solos του και Rainbow, ενώ το “Ain’t Suicidal” τους Winger.
Εν κατακλείδι, έχουμε να κάνουμε με ένα εξαιρετικό σύνολο δουλειάς από μια θρυλική μπάντα που για εμένα αυτήν την φορά την παράσταση κλέβει η εκπληκτική και γεμάτη έμπνευση δουλειά του Jimi Bell στις κιθάρες, περνώντας από τα heavy ξεσπάσματα με τα στακάτα on fire riff στις ήρεμες και αρμονικές μελωδικές γραμμές και πίσω πάλι στα στα τρελλαμένα δίχως αύριο σόλο. Όχι ότι πάει πίσω το rhythm section, η δουλειά στα keyboards ή η Unique γεμάτη πάθος, συναίσθημα και ψυχή (όπως πάντα άλλωστε) ερμηνεία του James Christian, απλά οι κιθάρες ξεχωρίζουν από χιλιόμετρα. Εκπληκτική παραγωγή / μίξη και γενικά ένας τρομερός δίσκος που έχει ομαλή ροή, δεν σε κουράζει, δεν έχει fillers αλλά έχει μόνο κομματάρες!
Οι Ηouse Of Lords κατέθεσαν την ψυχή τους για ακόμα μια φορά. Επενδύστε άφοβα λέμε, αυτοί οι κύριοι παίζουν χωρίς συναγωνισμό σε μια χρονία που αν συνεχίσει έτσι το πράμα, δεν θα μου φτάνει ούτε top 100 για να χωρέσω τα καλύτερα του 2015.
722