Οι παλιές αγάπες δεν ξεχνιούνται και δεν πρέπει γιατί πολύ απλά υπήρξαν για κάποια περίοδο κομμάτι της ζωής του καθενός και της καθεμίας.
Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν για τον γράφοντα οι Virgin Steele. Είναι αδύνατον να ξεχαστούν οι ανεπανάληπτες στιγμές επικής ονείρωξης που προσέφεραν ο DeFeis και η εκάστοτε παρέα του μέχρι και το 2000 που κυκλοφόρησε το The House of Atreus Act II. Δέκα δίσκοι έως τότε, με κάποιους απο αυτούς να αποτελούν διαμάντια του επικού metal και μια εκπληκτική συναυλία στο Ρόδον μαζί με Riot που σίγουρα το μυαλό αναπολει ανα τακτά χρονικά διαστήματα σαν ένα απο τα όνειρα της εφηβικής περιόδου που πραγματοποιήθηκε.
Το 2006 ύστερα απο αναμονή 6 ετών κυκλοφόρησε το Visions of Eden το οποίο θα έπρεπε να ξεχαστεί κι αυτό θα μπορούσε να γίνει αν το επόμενο The Black Light Bacchanalia του 2010 προσέφερε τα δέοντα. Απογοήτευση ξανά όμως και όταν φτάνεις σε ένα σημείο να κυκλοφορείς δυο απογοητευτικούς δίσκους μέσα σε μια δεκαετία τότε είναι αδύνατον οι οπαδοί σου να συνεχίσουν να σε πιστεύουν. Δύο album που αδυνατείς να βρεις κάτι θετικό. Κιθάρες και drums θαμμένα στα άδυτα της κολάσεως, ένας DeFeis του οποίου η φωνή είναι ιδιαίτερη και το γουστάρουμε αλλά άλλο ιδιαίτερη κι άλλο τα αστεία πεκινουά γρυλίσματα και τα γυναικεία βογγητά κινέζας πενηντάρας σε εμμηνόπαυση. Την όλη αυτή φάση ο DeFeis τη πούλησε σαν κάτι πιο συμφωνικό, ρομαντικό και επικό. Δεν το σχολιάζω. Δύο δίσκοι και κανείς δεν θυμάται ούτε ένα κομμάτι. Απλά.
Πάμε στο σήμερα. Τρίτος δίσκος από το 2000 και ύστερα με τίτλο Nocturnes of Hellfire & Damnation. Τι έχουμε εδώ ρε David; Επειδή δύσκολο να απαντήσει σας λέω εγώ οτι έχουμε κάτι καλύτερο από το απογοητευτικό, δηλαδή μέτριο και ούτε καν χρυσή μετριότης.
Τα θετικά είναι ότι ο δίσκος είναι πιο κοντά στο αμερικάνικο heavy metal σε σχέση με τους προκατόχους του. Σίγουρα το επικό στοιχείο έχει σημαντικότατη θέση και καλώς αλλά τουλάχιστον ακούμε και heavy metal. Οι κιθάρες έχουν ρόλο και κάποιες καλές ιδέες με τη παραγωγή να βοηθάει περισσότερο αν και τα drums παραμένουν αρκετά πίσω και χωρίς όγκο.
Στα φωνητικά ο DeFeis συνεχίζει να υπερβάλλει αρκετές φορές (4 κομμάτια για άγνωστο λόγο ξεκινάνε με αστεία σκυλίσια γρυλίσματα τα οποία ενίοτε ακούγονται και στην πορεία). Στα “To Darkness Eternal” και “Fallen Angels” με έπιασε νευρικό γέλιο. Μα την παναγία, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί το κάνει αυτό. Σε κάποια άλλα νομίζεις ότι έχουν οπερατική βραδιά οι γάτες της γειτονιάς. Αχρείαστα είναι όλα αυτά και ειδικά στο βαθμό που ακούγονται.
Απο τα 14 κομμάτια 4 κατάφερα να ξεχωρίσω. Το Lucifer’s Hammer που ανοίγει το δίσκο, το Black Sun-Black Mass που φέρνει σε Emalaith, καθώς και το Persephone και We Disappear τα οποία θα μπορούσαν να σταθούν και στους προ 2000 δίσκους. Μέχρι εκεί όμως. Τα υπόλοιπα από μέτρια μέχρι αδιάφορα και σε σημεία εκνευριστικά.
David βγάλε στα επόμενα δυο χρόνια ένα album αντάξιο της μακρινής ιστορίας σου ή αλλιώς μπορείς να σταματήσεις, τουλάχιστον σαν Virgin Steele. Γίνομαι κακός; Κάτσε και αναλογίσου μόνο πόσους καινούργιους οπαδούς έχεις κερδίσει απο το 2000 και μετά. Αυτό θεωρώ πως κάτι λέει. Το χειρότερο όμως είναι ότι ενώ εσύ ήσουν το Α και το Ω και η απόλυτη πηγή έμπνευσης για τα αριστουργήματα που έχεις κυκλοφορήσει, τώρα πλεόν θεωρώ πως είσαι εσύ και η αχίλλειος πτέρνα για όλα τα στραβά της τελευταίας 15ετίας.
650