Το να βλέπεις μπάντες να επανέρχονται στο προσκήνιο που για ένα φεγγάρι (ουσιαστικά) προσέφεραν δίσκους διαμά- ντια όπως συνέβη και στην περίπτωση των αμερικανών melodic rockers Unruly Child όταν πίσω στο 1992 κυκλοφόρησαν ένα από τα πιο αριστουρ- γηματικά άλμπουμ για το χώρο, πάντοτε σε βάζει σε σκέψεις για το τι πρόκειται να ακούσεις και κατά πόσο αυτό θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και κυρίως στις απαιτήσεις που έχεις από ένα συγκρότημα που παίζει ασυζητητί στην “πρώτη κατηγορία”.
Εξ αρχής, δεν θα επιθυμούσα να πέσω στο τρυπάκι των συγκρίσεων μιας και η ιστορία έδειξε ότι το “Unruly Child” κατά γενική ομολογία των οπαδών του melodic hard rock/aor ήχου, θεωρείται και όχι άδικα αυτό που λέμε στην αγγλική αργκό….monumental. Έλα όμως που από την μια έχουμε να κάνουμε με το αυθεντικό line-up που μεγαλούργησε και από την άλλη με τις δηλώσεις τις ίδιας της μπάντας ότι το νέο της πόνημα θα κινείται στα ίδια standards με το ντεμπούτο και κάπου εκεί είναι που ….συφιλιάζεσαι. Το σίγουρο είναι ότι η προσμονή ήταν μεγάλη και νέο άλμπουμ από τους Unruly Child δύσκολα πιστεύαμε ότι θα ξαναβλέπαμε, πόσο μάλλον με ΑΥΤΗ την σύνθεση. Η χαρισματική Marcie(πλέον) Free αποφασίζει να σπάσει την δισκογραφική της σιωπή, επιβεβαιώνει τον κανόνα που λέει “ποτέ μην λες ποτέ” και επιλέγει να επιστρέψει με την μπάντα που ίσως αγάπησε περισσότερο κατά την διάρκεια της σύντομης σχετικά δισκογραφικής καριέρας της αφού στο παρελθόν βίωσε έντονα την εκμετάλλευση του να βρίσκεσαι σε “κατασκευασμένα” γκρουπ και δεν αποποιήθηκε ποτέ την στάμπα του sessionά τραγουδιστή όταν με την περσόνα του Mark Free, κυκλοφόρησε δίσκους όχι απλά φανταστικούς, αλλά που μνημονεύονται μέχρι σήμερα από τους περισσότερους οπαδούς και μουσικούς του είδους. Αφήνοντας την παραφιλολογία, εδώ το αποτέλεσμα είναι αν μη τι άλλο άκρως ικανοποιητικό. Το “Worlds Collide” δεν είναι σίγουρα το νέο “Unruly Child”, είναι όμως σαφώς καλύτερο από τα επόμενα δύο που ακολούθησαν (εξαιρουμένου του “The Basement Demos” που είναι άλλη φάση) όταν μοναδικό μέλος της original σύνθεσης αποτελούσε μοναχά ο mastermind Bruce Gowdy (κιθάρες, Stone Fury, World Trade). Ξεπερνώντας λοιπόν τις όποιες νομικές αντιδικίες είχαν κατά το παρελθόν, εδώ η μπάντα ακούγεται πιο δεμένη από ποτέ και είναι πραγματικά σα να μη διέλυσε ποτέ. Άλλωστε, όλοι τους είναι εξαιρετικοί μουσικοί με σεβαστή δισκογραφία από πίσω. Με πρωτοστάτη, μια Marcie Free που στην ουσία ακούγεται σαν Mark Free, διατηρώντας την φωνή της σε πολύ υψηλά επίπεδα μην έχοντας χάσει το παραμικρό από την αίγλη του παρελθόντος, εδώ ο βασικός συνθετικός κορμός των Free/Gowdy/Allison αποδεικνύεται ξανά αλάνθαστος, χαρίζοντας μας εξαιρετικές μελωδίες ξεκινώντας κιόλας από το “Show Me The Money”, το κομμάτι που ανοίγει το δίσκο με μια αλά “On The Rise” εισαγωγή και σε προδιαθέτει ευχάριστα για το τι πρόκειται να ακολουθήσει. Σε πιο heavy μονοπάτια κινείται το “Life Death” με την κιθάρα του Gowdy σε πρωταρχικό ρόλο και έχοντας στο νου του το “Kashmir” se συνδυασμό με τις ανατολίτικες αναφορές, καθιστούν το κομμάτι μια από τις καλύτερες στιγμές του άλμπουμ. Το “Read My Mind” με την gospel εισαγωγή και τα πανέμορφα πλήκτρα του Guy Allison σε ταξιδεύουν σε άλλη εποχή, ενώ δεν λείπουν και οι πιο ήρεμες στιγμές με τα μπαλαντοειδή “Tell Another Lie”, “Talk To Me” και “You Don’t Understand”, συνθέσεις οι οποίες δεν εντυπωσιάζουν ιδιαίτερα, δεν παίζουν όμως και τον άχαρο ρόλο των fillers και επιπροσθέτι αναδεικνύουν σε σημαντικό βαθμό το μεγαλείο της φωνής της Marcie μιας και αρέσκεται στο να συνθέτει πιο συναισθηματικά κομμάτια. Επίσης, ξεχωρίζουν και τα “Love Is Blind” κομμάτι με πιασάρικο refrain και πανέμορφο guitar solo, το “Very First Time” που θα αποτελέσει και το πρώτο single και ήδη γυρίζεται και το αντίστοιχο video clip, το “When We Were Young” που θυμίζει έντονα στο refrain του το αξεπέραστο “Who Cries Now” του πρώτου άλμπουμ και τέλος η κορυφαία σύνθεση κατά την άποψή μου, το καταπληκτικό ομότιτλο “When Worlds Collide” μια mid tempo ως επί το πλείστον AOR σύνθεση με φοβερό στίχο και ένα απίστευτο refrain που σε κολλάει στον τοίχο. Πραγματικό διαμάντι. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στην τρομερή παραγωγή του πολυδιάστατου Bruce Gowdy, την άψογη και προσεγμένη δουλειά που έγινε στα δεύτερα φωνητικά και τέλος στο αριστοτεχνικό παίξιμο του rhythm section των Jay Schellen (τύμπανα – Hurricane, Asia, GPS, Sircle Of Silence) και Larry Antonino (μπάσο – World Trade, Public Domain). Τέλος, το ευρηματικό artwork ανήκει στον Hugh Syme, του σχεδιαστή που φιλοτέχνησε και το εξώφυλλο του πρώτου άλμπουμ των Unruly Child αλλά και πολλά άλλα όπως των Whitesnake, Rush και Megadeth μεταξύ άλλων. Αναμφισβήτητα ένα από τα highlight albums για το 2010. Welcome back, Μarcie. Welcome back, Unruly!
Άρης Αβραμίδης
548