Δεν πιστεύω ότι υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος στον κόσμο, που να ανήκει στο γνωσιολογικό του πεδίο η λέξη “rock” και ταυτόχρονα να μην έχει έστω και μια ιδέα για το ποιός είναι ο Slash.
Στη χειρότερη περίπτωση, ακόμη και ακροατές εντελώς απόμακρων του rock ειδών μουσικής, όλοι θα έχουν δει κάπου έναν χαρακτηριστικό τύπο που κρατάει μια κιθάρα, έχει λίγο πρόσωπο στο μαλλί του από το οποίο προεξέχει ένα τσιγάρο και που φοράει ένα ψηλό καπέλο πάνω στα σανίδια και στα video clips. Media hero εδώ και δεκαετίες, από την πρώτη κυκλοφορία ακόμη των Guns ‘n’ Roses αγαπημένο θέμα για τους προβολείς και τους οπαδούς του. Κι εδώ ετίθετο πάντα ένα δίλλημα. Οπαδοί λόγω image και hype ή οπαδοί της μουσικής που παρήγαγε;
Θα μπορούσαμε να μιλάμε βδομάδες σχετικά με την αξία ή την όποια επιδραστικότητα των Guns ‘n’ Roses και το κατά πόσο υπερτιμημένοι ήταν σαν μπάντα, αλλά ένα είναι το σίγουρο. Κατά πολύ, αυτός ο κιθαρίστας φρόντισε το hard rock ώστε να παραμείνει σύγχρονο της κοινωνίας του και να συνεχίσει να γίνεται κτήμα και των νεότερων γενεών.
Στο σήμερα λοιπόν και αφού έχει παγώσει ουσιαστικά το σχήμα των Velvet Revolver, ο Slash επανέρχεται με το τρίτο solo album του και δεύτερο με τον Myles Kennedy των Alter Bridge στα φωνητικά, το πολύ καλό και χορταστικότατο (17 τραγούδια παρακαλώ) “World On Fire”.
Πολύ πιο ενθουσιώδες σε σχέση με το “Apocalyptic Love”, με όμορφες, δυνατές και ρεφραινάτες συνθέσεις (πραγματικά ο Kennedy λάμπει, κλέβοντας την παράσταση, έχει πολύ δουλεμένη φωνή), το “World On Fire” δε λυγίζει κάτω από το βάρος του δημιουργού του και αν και περιέχει τόσο πολύ υλικό, αυτό εντούτοις είναι αξιολογότατο με ελάχιστες στιγμές που θα μπορούσες να τις χαρακτηρίσεις αδιάφορες.
Μουσικά φυσικά δεν εκπλήσσει, ο Slash συνεχίζει να παράγει τα αναμενόμενα, ίσως να είναι αποτέλεσμα πιο ομαδικής δουλειάς αν κρίνω από την ποικιλία έκφρασης που υπάρχει στα τραγούδια του album, με στιγμές που παραπέμπουν παρελθόν του με τους Guns (“Bent To Fly”, “Automatic Overdrive”, “Dirty Girl”, “Iris of the Storm”), άλλες φορές σε southern rock Lynyrd Skynyrd ύφος (“Safari Inn”, “The Unholy”) και άλλες φορές ογκώδη και βαριά, στο στυλ των σύγχρονων Alice In Chains (“Beneath the Savage Sun”, “Too Far Gone”), ενώ τα solo του, εξακολουθούν να δρουν ως σήματα κατατεθέντα.
Τίποτα λιγότερο από έναν αξιολογότατο δίσκο, ενός μουσικού παγκοσμίου κλάσεως. Ανεξαρτήτως γούστων, μουσική για μπαράκια, με όλα τα εχέγγυα πλήρους διασκέδασης. Θα ακουστεί πολύ, είναι βέβαιο. Προσωπικά, μου άρεσε πολύ, σε βαθμό εκπλήξεως για τα ατομικά και ημίτρελά μου γούστα.
737