DREAM THEATER: “Distance Over Time”

Ενδεχομένως ο δίσκος που περίμενα εναγωνίως με την έλευση του 2019, μαζί με το “The Great Adventure” των The Neal Morse Band. Και αν για τον Neal και την παρέα του ήμουν σχεδόν σίγουρος για το υλικό που θα μου προσέφεραν προς ακρόαση, ότι θα συνέχιζαν δηλαδή στο ίδιο υψηλότατο μουσικό επίπεδο με τον προκάτοχό του, όπως και έγινε, για τους Dream Theater είχα πολλές επιφυλάξεις και κρατούσα μια πισινή, καθώς μετά την αποχώρηση του Mike Portnoy από τις τάξεις της μπάντας δεν πήγαιναν, φαινομενικά, αρκετά καλά τα πράγματα για τους Dream Theater, σε συνθετικό τουλάχιστον επίπεδο. Aυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν υπήρχαν εξαιρετικά κομμάτια μέσα στους 3 δίσκους που κυκλοφόρησε η μπάντα στη μετά Portnoy εποχή.

Tι αλλάζει λοιπόν, αν αλλάζει κάτι, με το “Distance Over Time”;

To “Untethered Angel” ήταν το πρώτο single από το “Distance Over Time” που έφτασε στα χέρια μας, σχεδόν παράλληλα με τις πρώτες ουσιαστικές πληροφορίες  του νέου δίσκου (εξώφυλλο, tracklist κτλ): ένα εξάλεπτο σχεδόν κομμάτι, βγαλμένο μέσα από τις κορυφαίες στιγμές του “Train Of Thought” και του “Systematic Chaos”, κοιτώντας σε σημεία στα μάτια μέχρι και το “Finally Free” του “Metropolis 2”, με τη σφραγίδα βεβαίως βεβαίως των Dream Theater του 21ΟΥ αιώνα. Eπιστροφή στις ρίζες κανονικά και με όλη τη σημασία της έκφρασης. Heavy, groovy, με τρομερές εναλλαγές στα ρυθμικά μέρη, και ένα Mangini στα καλύτερά του να μην αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης. Μοναδική ένσταση το εξώφυλλο του single που μοιάζει πολύ με το “Demotion” των Twintera.

Το “Paralyzed” παίρνει τη σκυτάλη, το οποίο ξεπήδησε σαν αρχική ιδέα από ένα riff του Mangini, κομμάτι που θυμίζει πολύ τα προσωπικά του Labrie, αλλά σου φέρνει και έντονα στον νου το εκπληκτικό “Forsaken” από το “Systematic Chaos”. Δεν σου μένει καμιά αμφιβολία για το πόσο σχολαστική δουλειά έχει γίνει στον δίσκο σε επίπεδο παραγωγής και μίξης, και πόση δουλειά παίζει να έχει κάνει η μπάντα για να παραδώσει κάτι αξιόλογο και διαφορετικό από το “The Astonishing”. 

Και έρχεται το “Fall Into The Light” με το εκπληκτικό σόλο του Petrucci στη μέση περίπου (ίσως το πιο συναισθηματικό του σόλο από εποχής “Best Of Times”) και τα Μetallic-ίζοντα riffs, για να αρχίσεις να πιστεύεις μέσα σου ότι ίσως να έχουμε να κάνουμε με την πιο αξιόλογη δουλειά της μπάντας από την εποχή του “Dark Clouds Αnd Silver Linings”.

H συνέχεια σε δικαιώνει; Για να δούμε…

Η μπάντα αφήνει για λίγο στην άκρη την πιο heavy πλευρά της για να επιστρέψει στα πιο γνωστά σε όλους μας progressive μελωδικά μονοπάτια της, με το επιβλητικά υπέροχο “Barstool Warrior”, που σέρνει διάχυτο παντού τον αέρα του “Falling Into infinity” (“Hell’s Kitchen” φίλε μου), αλλά και τα αρώματα του “Six Degrees”.  Ίσως η κορυφαία στιγμή του Labrie στο δίσκο.

Το τεχνικά ιδιόμορφο και οργανικό “Room 137”, που είναι και το στιχουργικό ντεμπούτο του Mangini, σκάει σαν κεραυνός εν αιθρία για να σε παραξενέψει με την ιδαίτερη δομή του. Ένα μείγμα από “Ηigher Ground” των Red Hot Chili Peppers, “Strawberry Fieds” των Βeatles, Μarilyn Manson, δομημένο πάνω στο μακρινό “Awake”, heavy και groovy όσο δεν πάει.

Ο Μyung, που τόσο μας είχε λείψει στους προηγούμενους δίσκους με την πιο διακριτική παρουσία του, βγαίνει μπροστά και με τη μπασογραμμή του ανοίγει το εκπληκτικό “S2N”, που προκαλεί πολλαπλούς ηχητικούς οργασμούς με το ανεπανάληπτο τζαμάρισμα των Petrucci, Mangini, Myung, Rudess. (Τι shredding είναι αυτό, Ω ΘΕΕ της κιθάρας!). Σκεφτείτε 5 κορυφαίους μουσικούς, στο πικ τους, να βρίσκονται στο στούντιο, να τζαμάρουν και να γουστάρουν όσο τίποτα άλλο αυτό που κάνουν. Ε, αυτό αποτυπώνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στο “S2N’’.Φυσικά και σε σημεία μου θύμισε το “Lines In The Sand”, ενώ και τo “Dark Eternal Night” μου ήρθε στο μυαλό με το αργόσυρτο, headbangικό κλείσιμό του. Replay, βεβαίως, γιατί γουστάρεις να ακούς εν έτει 2019 τους παλιούς, καλούς Dream Theater. Δεν θες να τελειώσει, αλλά δεν ξέρεις τι ακολουθεί για αυτό. Και ακολουθεί η κορυφαία στιγμή του δίσκου κατ’ εμέ!

Το  “Αt Wit’s End” είναι και το πρώτο κομμάτι (και μεγαλύτερο σε διάρκεια μέσα στον δίσκο) που έγραψε η μπάντα κατά τη διάρκεια της περιοδείας των 25 χρόνων του “Images And Words”, και σύμφωνα με τα λεγόμενα του Petrucci αποτελεί κάτι σαν statement των Dream Theater για την ενέργεια που κουβαλάνε στο νέο κεφάλαιο της μακροχρόνιας καριέρας τους. Intro που σε παίρνει από τα μούτρα και σε κολλάει στον τοίχο μονομιάς με το heavy και επαναλαμβανόμενο riff του Petrucci, rhythm section που ζυγίζει τόνους, progressive οργασμός και περάσματα από heavy μονοπάτια σε μπαλαντοειδή σημεία, συνεχόμενες ρυθμικές αλλαγές που στοχεύουν κατευθείαν στο συναίσθημα και δεν σου αφήνουν χώρο να αναπνεύσεις, ό,τι καλύτερο πιστεύω μπορούσαν να παρουσιάσουν οι Dream Theater μετά από κοντά 30 χρόνια καριέρας.

Ακολουθεί η απαραίτητη αλλά πανέμορφη μελωδική μπαλάντα “Οut Of Reach”, ίσως η ομορφότερή τους μετά το “Wither”, για να κλείσει η κανονική διάρκεια του δίσκου με την καταιγίδα που λέγεται “Pale Blue Dot”. 9 λεπτο, σχεδόν σχιζοφρενικό και βιρτουοζικό κομμάτι, που πήρε το όνομά του από το βιβλίο του Carl Sagan “Pale Blue Dot” και μας παρουσιάζει τη φιλοσοφική και ανθρωποκεντρική στιχουργική διάθεση των Dream Theater για τη συνύπαρξη των ανθρώπων σε αυτό τον μικρό πλανήτη. Intro πραγματική ανατριχίλα, τόσο-όσο απόκοσμο και σκοτεινό, που οδηγεί σε ένα progressive διαμαντάκι το οποίο κουβαλάει όλα εκείνα τα στοιχεία που έκαναν τους Dream Theater “μεγάλους”, και το οποίο θα τοποθετούσα ΑΝΕΤΑ πολύ κοντά στο “Octavarium” ή το “Dance Of Eternity”. Ναι, γιατί μην μου πεις ότι όλες εκείνες οι τρελές εναλλαγές κάπου κοντά στο 6 λεπτό δεν σου θύμισαν κάτι από “Scenes From A Memory”!

Βonus στη Special έκδοση του δίσκου το “Viper King”. Ίσως η πιο μη αναμενόμενη προσέγγιση των Dream Theater έως σήμερα. Καλοδουλεμένο και καλοκουρδισμένο Groovy και “βρώμικο” 80’s hard / heavy rock που θα σου θυμίσει αρκετά τους Van Halen.

Τι την ψάχνεις λοιπόν; Άσε τις συγκρίσεις με το παρελθόν… Αν είναι καλύτερο ή χειρότερο από εκείνο ή από το άλλο… δεν πάει έτσι η δουλειά. Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια μπάντα που ενώ έχει κοντά 30 χρόνια πάνω στο σανίδι, ακούγεται πιο φρέσκια και νέα από ποτέ. Ναι, στρώσαν τον κώλο τους κάτω και κάτσανε και δουλέψανε. Δούλεψαν σοβαρά, όμως, για να αποκαταστήσουν τη θέση τους στη μουσική εν έτει 2019 και για να επαναπροσδιορίσουν τη μουσική τους αξία και ταυτότητα. Όχι βεβαίως για να αποδείξουν κάτι, σε κάποιον. Τι ανάγκη έχουν να αποδείξουν κάτι σε κάποιον αυτά τα ιερά τέρατα της μουσικής, όταν έχουν κατακτήσει τα πάντα και έχουν επαναπροσδιορίσει τον μουσικό χάρτη άπειρες φορές. Αυτό που εννοώ είναι το ότι επαναπροσδιορίστηκαν ως προς τους εαυτούς τους. Για αυτό και ακούγονται τόσο “φρέσκοι” και νέοι στο “Distance Over Time”. Αλλά και λίγο διαφορετικοί. Ναι, γιατί αν θες να ανταγωνιστείς το νέο αίμα, πρέπει να αλλάξεις και λίγο. Να σκληρύνεις τον ήχο σου επιτηδευμένα και λίγο, να τον κάνεις και λίγο “πλαστικό” σε σημεία για να πιάσεις ένα πιο mainstream κοινό. Για να προλάβεις τις εξελίξεις. Και αν σου φανεί σε κάποια σημεία ο δίσκος πολύ “στημένος” και ότι δεν κυλάει αρμονικά και οργανικά, όπως ξέρω ‘γω το “Scenes”, αυτός να ξέρεις είναι ο λόγος. Αλλά πώς να τους κατηγορήσεις. Δεν είναι τζόβενοι πλέον, και η έμπνευση δεν κυλάει σαν το νεράκι. Προσπαθούν, αλλά προσπαθούνε τίμια και το αποτέλεσμα τους τιμάει και με το παραπάνω.

Και όλα αυτά εν κατακλείδι είναι εκείνα τα στοιχεία που θα σε κερδίσουν στον νέο τους δίσκο. Είναι σαν να βλέπεις 5 μεσήλικες να φοράνε ξανά τα σχολικά τους ρούχα. Ή τουλάχιστον να προσπαθούνε να τα φορέσουνε. Πώς να το θέσω καλύτερα. Ε;

* Η κότα έκανε το αβγό; Ή το αβγό την κότα; Βλέπε το εξώφυλλο Νοεμβρίου 2018 της New York Times και το εξώφυλλο του “Distance Over Time”.

https://www.facebook.com/dreamtheater/

997