Καταραμένο είδος το doom metal. Ιδιότυπη μουσική, για ιδιότυπους ανθρώπους.
Στριφνούς, μουρτζούφληδες, προφανώς εχθρικά προσκείμενους στο “φως της ζωής”, με δεδομένη τη λατρεία για το πατρογονικό heavy metal των οκτώ πρώτων album των Black Sabbath, τους αργούς, ψυχοπαλευτικούς ρυθμούς και τις εν γένει πεσιμιστικές, στιχουργικά, διαθέσεις.
Φυσικά, ως αυτόνομο καλλιτεχνικό ρεύμα, αναπτύχθηκαν διάφορες τάσεις εξέλιξης του σκοτεινού αυτού ύφους, σε κυκλοφορίες που λίγο-πολύ καθόρισαν τα βασικά στοιχεία αυτού που ονομάζουμε “doom” και στα οποία εξακολουθεί να στηρίζει την επιβίωσή του, ακόμη και σήμερα. Και αν οι αμερικανοί Pentagram και Saint Vitus συνέχιζαν να κρατούν άρρηκτους δεσμούς με το παραδοσιακό heavy των μεντόρων τους, η οριστική παγίωση του σύγχρονου doom metal ήρθε από τους σουηδούς Count Raven και φυσικά από τους επίσης σουηδούς, τους τεράστιους Candlemass.
Μια μπάντα που από την αρχή ασπάστηκε το τεχνικό και βαρύ στιλ των Candlemass είναι και οι Αθηναίοι doomsters Sorrow’s Path, οι οποίοι εδώ και εδώ και περίπου 20 χρόνια, με διάφορες περιόδους απραξίας λόγω καθοριστικών για τη μπάντα συμβάντων (το τραγικό αντίο του μπασίστα Τάκη Δρακόπουλου το 1995, η σχεδόν παράλυση λόγω τροχαίου του κιθαρίστα και ιδρυτή των Sorrow’s Path, Κώστα Σαλωμίδη και άλλα πολλά δυσάρεστα…), συνεχίζουν να είναι ενεργοί και να κυκλοφορούν αξιοπρεπέστατες δουλειές όπως το “Doom Philosophy”, τέσσερα χρόνια μετά το έξοχο “The Rough Path Of Nihilism” το οποίο είχε αποσπάσει θετικότατα σχόλια και κριτικές στο ευρύτερο κύκλωμα.
Και αυτό που κατάλαβα από την πρώτη ακρόαση και που γίνεται σιγουριά με κάθε μια επιπλέον επαφή με το album, είναι ότι πρόκειται για μια σοβαρότατη προσπάθεια από ανθρώπους που δούλεψαν πολύ, ένα συμπέρασμα που εξάγεται από το σύνολο της κυκλοφορίας, είτε αυτό αφορά το εκτελεστικό κομμάτι, είτε το συνθετικό, είτε το αισθητικό.
Καθαρός, βαρύς και αγυάλιστος, χωρίς πολλά fx, φρου-φρου κι αρώματα ο ήχος του Βαγγέλη Γιαλαμά (Fragile Vastness, φημισμένος παραγωγός/ μηχανικός ήχου, με ονομαστές συνεργασίες – Duncan Patterson, Ray Alder κ.α., συμμετέχει αναλαμβάνοντας το μπάσο στο “Damned (O)Fish/L.S.D. (Life Sexuality Death)”, παίζει ένα κλασσικό θέμα στο “The King With a Crown of Thorns” ενώ έχει αναλάβει τα synth μέρη και τα back φωνητικά) αναδεικνύει τις αρετές τις μπάντας. Μέσα σ’ αυτές, συμπεριλαμβάνεται η δυνατή, καθαρή φωνή του Άγγελου Ιωαννίδη (σχεδόν από την αρχή στους Sorrow’s Path) που ερμηνεύει με επιτυχία τους αρκετά καλούς, μελαγχολικότατους στίχους και τα τεχνικά, με υποψίες αντιθετικής δυσαρμονίας μέσα τους, riffs του Σαλωμίδη και του Γιάννη Τζιλιγκάκη, τα οποία κινούνται σε συντριπτικό ποσοστό σε αργές προς mid tempo ταχύτητες (“The Venus and the Moon”, “Darkness”-πολύ καλό και σχετικά πειραματικό τραγούδι).
Άξια αναφοράς είναι επίσης το “Tragedy” στο οποίο συμμετέχει ο Edgar Rivera (πρώην Solitude Aeturnus) με ένα solo του, το “Everything Can Change” στο οποίο τραγουδά ο σπουδαίος Snowy Shaw (Memento Mori, King Diamond, Therion, Sabaton) μαζί με την Κατερίνα Νικολούδη.
Ως εξ ορισμού αντιεμπορική Τέχνη για πολύ συγκεκριμένα ακροατήρια, το doom metal θεωρητικά ήταν και παραμένει ακόμη, ένας underground τρόπος έκφρασης και οι Sorrow’s Path με το “Doom Philosophy” δε θα το αλλάξουν αυτό, δεν υπάρχει και κανένας ιδιαίτερος λόγος άλλωστε. Είναι τίμιοι απέναντι στον εαυτό τους, παίζουν αυτό που γουστάρουν από την καρδιά τους και αν μη τι άλλο, είναι άξιοι πρεσβευτές αυτού του είδους για την εγχώρια σκηνή μας και τους αξίζει σεβασμός. Δημιούργησαν ένα δίσκο σαφούς νοοτροπίας, η οποία συνοψίζεται σε μια πολύ απλή φράση. “Doom Rules Eternally”. Αν σου λέει κάτι εννοιολογικώς, κάνε τα κουμάντα σου.
766