
Τετάρτη βράδυ δεν κυκλοφορούν άνθρωποι.
Το An Club όμως, πλημμύρισε από black metal κόσμο, έτοιμο να ζήσει μια σκοτεινή ηχητική πανδαισία. Μια μουσική κακοδαιμονία που έμελλε τρόπον τινά, να ενώσει τον Βόλο με το Μόντρεαλ.

Μεγαλώνοντας ηλικιακά δε, προσωπικά, χαίρομαι σιωπηλά όταν στο billing βλέπω μόνο ένα support, αφού τα πόδια μου δεν αντέχουν όσο άλλοτε. Πόσο μάλλον, όταν αυτό το μοναδικό support act είναι τόσο ισοπεδωτικό που ήδη η νύχτα είναι παραπάνω από γεμάτη, στο τέλος του δικού του set.

Οι Βολιώτες Isolert, μέρος της μοναδικής παρέας που έχει δώσει νέα ανάσα στο εγχώριο black metal, εμφανίστηκαν στη σκηνή του υπογείου, λίγα λεπτά μετά την ανακοινωμένη ώρα έναρξης.

Με καλυμμένα τα χαρακτηριστικά, οι 4 οργανοπαίκτες με τον τραγουδιστή να τα καλύπτει με μπογιά, οι Θεσσαλοί blacksters βάλθηκαν να μας ρημάξουν. Πολύ καλός ήχος, δεμένο σχήμα και κόσμος πολύς από την αρχή του set να ματώνει χειροκροτώντας.
Με το νέο τους “Wounds of desolation” να αστράφτει μέσα στο σκοτάδι, κερνώντας εξαίσιες μελωδίες, κανιβαλιστικά blast beats και γδαρμένα φωνητικά βουτηγμένα στην απόγνωση, με έβαλαν σε ένα τριπάκι να θυμηθώ πότε ήταν που ξαναείδα τόσο εμφατική εμφάνιση από την μπάντα που άνοιγε τη βραδιά.

Όπου κοιτούσες κεφάλια κουνιόνταν ρυθμικά. Όπου κοιτούσες εκφράσεις αποδοχής και ικανοποίησης. Αν αυτό δεν ήταν δήλωση δύναμης και υπόσχεση για το μέλλον, τότε δεν ξέρω τι ήταν.
Η καλύτερη αρχή έγινε λοιπόν, και αν οι Isolert ήταν η αιώνια καταδίκη οι Καναδοί Spectral Wound το υγρό μπουντρούμι, όπου περιμένεις τον θάνατο εις μάτην, να έρθει.

Λίγο πιο punk σε εμφάνιση, οι SW βασίστηκαν στα δυο τελευταία τους albums, “Songs of blood and mire” και “A diabolic thirst”, τα 60 λεπτά όμως ήταν τελικά αρκετά, για να σβήσουν τη δική μας δίψα.
Ήχος τσιμέντο, πιο πελώριος από όσο ακούγεται δισκογραφικά, ένας drummer να πουλήσεις τη ψυχή σου για να τον έχεις στην μπάντα σου και μελωδίες ικανές, να σηκώσουν πτώματα από τους πρόχειρους τάφους τους.

Ο τραγουδιστής δε, έπινε τόσο πολύ που μου έφερε το μυαλό μεγαθήρια της σκηνικής αλκοολοχρησίας, όπως ο Blaine Cartwright (Nashville Pussy) και Dixie Collins (Weedeater).

Είχε κοντά του, σε περίοπτη θέση, ένα μπουκάλι βγαλμένο από το “Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης” (“Τα ξινά σας αρέσουν;”), το οποίο δεν έβγαλε όλο το σετ και αντικαταστάθηκε από κουτάκια γνωστής ελληνικής μπύρας. Η ερμηνεία του δεν είχε καθόλου επηρεαστεί όμως, και ενθουσίασε το κοινό που ζητωκραύγαζε με κάθε του κίνηση και ουρλιαχτό.


Περίμενα πως αυτό το billing θα άφηνε εποχή, αλλά τέτοιο πάτημα στην καρωτίδα δεν το είδα να έρχεται. H ατμόσφαιρα που με κόπο έχτισαν οι Isolert, ήταν το ιδανικό υπέδαφος για τη σεισμική δραστηριότητα των Spectral Wound.

Οι κιθάρες σε μοναδική (δυσ) αρμονία, το μπάσο και τα τύμπανα έδιναν τον ρυθμό της υποσυνείδητης κίνησης μας και τα σκισμένα φωνητικά έγδερναν με απόλαυση κάθε γωνιά των εγκεφαλικών μας τοιχωμάτων.
Η μουσική δεν χρειάζεται πολυπλοκότητα. Χρειάζεται έμπνευση και ψυχή για να την καταθέσεις. Στο τέλος της απόλυτης κυριαρχίας τους, κατάλαβα γιατί ο τραγουδιστής φορούσε γάντια. Ήταν ο μόνος τρόπος να μην αφήσει αποτυπώματα στη δική μας ψυχή. Όσο τη στραγγάλιζε.
Το ψύχος αυτό είναι γλυκό στις καυτές μέρες που ζούμε. Την Τετάρτη 18/6 πάγωσε το είναι μας.
Φωτογραφίες: Έφη Γαλιατσάτου








