“I trust everyone. It’s the devil inside them I don’t trust.”
Τάδε έφη Charlize Theron κάποτε, όμως στην περίπτωση πάντως των Σουηδών Devil(le) τους εμπιστευόμουν ήδη με μάτια κλειστά και μετά από την ισοπεδωτική τους εμφάνιση την περασμένη Παρασκευή κέρδισαν την εμπιστοσύνη μου εφ’ όρου ζωής.
Τι και αν ήταν σαν να κλέβεις εκκλησία το live τηρουμένων των αναλογιών μεταξύ της (εξευτελιστικά φτηνής) τιμής του εισιτηρίου, και της (μοναδικής) παράστασης που έδωσαν στον ανύπαρκτο κόσμο, η τετράδα στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και απέδωσε τα μέγιστα με επαγγελματισμό και τιμιότητα μαζί με ενέργεια, ένταση και μουσικότητα.
Τη βραδιά προλόγισαν οι δικοί μας Lokruz, τους οποίους κάθε φορά που τους παρακολουθώ ζωντανά, τείνουν να γίνουν από τις αγαπημένες μου εγχώριες μπάντες με τη βελτίωση και την εξέλιξη να είναι αισθητή.
Το Psych τρίο ξεδίπλωσε τις Heavy Rock συνθέσεις του ακροβατώντας μουσικά κάπου ανάμεσα στην έρημο της Καλιφόρνια και τις ψυχεδελικές αναζητήσεις της Ευρωπαϊκής σκηνής, υπό το πρίσμα της ατμοσφαιρικότητας που πηγάζει από τα κινηματογραφικά Ιταλικά soundtrack της 60s και 70s περιόδου.
Όταν δε ο drummer έκρουε τα κουδούνια που είχε μαζί του, όλοι μας κοιτούσαμε αποσβολωμένοι και μία παραδοσιακή Socrates essence αναδυόταν στην ατμόσφαιρα εμπλουτίζοντας ακόμα περισσότερο την ηχητική τους ταυτότητα.
Παρότι μικρή χρονικά η εμφάνιση χαροποίησε όλους τους παρευρισκομένους, οι οποίοι κάναμε βουτιά στα 70s με οδηγό την αυτοσχεδιαστική κατεύθυνση της μπάντας και με τις ρευστές μπασογραμμές, που έβρισκαν τη κοινή συνιστώσα μεταξύ Black Sabbath και Pink Floyd, μετέτρεψαν το μυαλό μας σαν λιωμένο cheddar δίνοντας χώρο στη κιθάρα να πειραματιστεί κατά το δοκούν.
Όσοι δεν έχετε επαφή με το συγκρότημα το “Runaway” είναι ο απόλυτος ύμνος προς την ελευθερία.
Το πέρας της εμφάνισης των Λοκριέων δεν άλλαξε κάτι ριζικά από πλευράς προσέλευσης κόσμου, όμως μας ανέβασε την διάθεση και προετοίμασε τη σκηνή κατάλληλα για να υποδεχτούμε τους Weevil.
Το κουιντέτο των Weevil, με το δίσκο “Easy Way” αποτέλεσαν ευχάριστη έκπληξη για την περσινή χρονιά και το μόνο που ήθελαν ήταν και την ζωντανή 420 πιστοποίηση την οποία απέσπασαν πανηγυρικά.
Με το που δώσαμε τα κλειδιά στα χέρια τους, το boogie van τους μας ταξίδεψε ηχητικά σε ένα trippy desert οδοιπορικό με συνοδοιπόρους κατά κύριο λόγο τους Fu Manchu και τους Nebula, με το Fuzz στοιχείο να ξεχειλίζει και να διαχέεται σε όλο το An από άκρη σε άκρη με όλους μας να γινόμαστε έρμαια των μελωδιών, των riffs, των solos και γενικά της ηλεκτροφόρας διάθεσης της μπάντας.
Αν και στην αρχή μου φάνηκαν λίγο “ψαρωμένοι”, εντούτοις στην πορεία με μπροστάρη τον τραγουδιστή και την εύθυμη κατάσταση του, αλλά και της ιδιαίτερης σχέσης με τον εκ δεξιών(όπως κοιτάς την σκηνή) κιθαρίστα, άλλαξε άρδην το σκηνικό και απέδωσαν το υλικό τους παρασύροντας όλους μας μαζί τους σε μία ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα.
Υπήρξαν στιγμές που η αγάπη τους για τους Hellacopters ήταν ηλίου φαεινότερη, όπως επίσης και η σύγκριση για μένα με τους Σουηδούς Numbah Ten. Κατά τη διάρκεια του σετ τους και αναλογιζόμενος την προ ολίγων μηνών εμφάνιση των Fu Manchu σκεφτόμουν πόσο ταιριαστό support θα ήταν λόγω του συγγενικού τους ήχου.
Αν μετά το πέρας με ρωτούσες “Are you weevil?” Θα σου απαντούσα με στόμφο, “Yes I Am”.
Η ώρα περνούσε και οι Σουηδοί έκαναν την εμφάνιση τους στη σκηνή με ακατέργαστο πάθος και δυναμική ενέργεια, αποδεικνύοντας γιατί θεωρούνται μια από τις πιο αξιόλογες μπάντες στον χώρο του Stoner Metal.
Από το πρώτο κιόλας τραγούδι, η ένταση ήταν εμφανής. Τα βαρύτονα riffs του κιθαρίστα επικρατούσαν, και ο ήχος ήταν γεμάτος δύναμη, συνδυάζοντας χαρακτηριστικά του Stoner με στοιχεία Doom και Hard Rock.
Ο Andy στα φωνητικά και ο Martin στην κιθάρα είχαν μια απίστευτη παρουσία στη σκηνή, με τη φωνή του να ταξιδεύει με ευκολία από ατμοσφαιρικές στιγμές σε πιο επιθετικές κορυφώσεις.
Αν και η παντελής έλλειψη κόσμου θα μπορούσε να είναι ανατρεπτικός παράγοντας, εντούτοις τροφοδότησε με πείσμα και έξτρα κίνητρο την μπάντα όπου απέδωσε με ιδιαίτερη άνεση τα τραγούδια της , σαν να έπαιζαν σε πολυάριθμο κοινό, εντυπωσιάζοντας τους πάντες με το βαρύ και ατμοσφαιρικό τους στυλ.
Από την στιγμή που ανέλαβαν τα ηνία της βραδιάς οι Σουηδοί, ο ήχος μαζί με τα χαμηλά κουρδίσματα είχαν αλλάξει ριζικά προσκείμενοι σε πιο Metal μονοπάτια, υιοθετώντας Mastodon oriented ριφολογία, με τον Andy να θυμίζει τον συνονόματο Andy Cairns(Therapy?) και να ενσαρκώνει αυτήν την εναλλακτική Heavy Metal σκοπιά.
Την ίδια στιγμή συνδυαστικά ο ήχος των ντραμς και του μπάσου κρατούσε τον ρυθμό σφιχτό και στέρεο, δημιουργώντας το τέλειο υπόβαθρο για το μουσικό τους ταξίδι.
Καθόλη τη διάρκεια της βραδιάς η μπάντα απέδωσε με ιδιαίτερη άνεση το επετειακό της setlist, αποσπώντας το χειροκρότημα των παρευρισκομένων οι οποίοι αν και ελάχιστοι έδειξαν να απολαμβάνουν τα riffs με ενθουσιασμό, με τη μουσική να σε αγκαλιάζει και να σε ταξιδεύει, ενώ παράλληλα σε ωθεί να κουνήσεις το κεφάλι σου στον ρυθμό του.
Μετά από μία εκρηκτική εμφάνιση η μπάντα μας αποχαιρέτησε, αφήνοντας το An γεμάτο ενέργεια, και αίσθηση ικανοποίησης και για να μην κρυβόμαστε για όσους έχουμε υποτυπώδη ενσυναίσθηση, μία δόση στενοχώριας.
Άντε μετά τα είκοσι και στα πρώτα (τρι)άντα να ευχηθούμε στην μπάντα…
Φωτογραφίες: Έφη Γαλιατσάτου
45