WIEGEDOOD

INTERVIEW

Τους Βέλγους είχαμε την ευκαιρία να τους παρακολουθήσουμε τον περασμένο καλοκαίρι στο Hellfest και σίγουρα, μας γέμισαν “αβεβαιότητα” για την ανθρώπινη ύπαρξη, οπότε η ανακοίνωση της εμφάνισης τους στην Αθήνα και το Temple στις 15 Νοεμβρίου, ήταν κάτι το σημαντικό. Εν όψει αυτής λοιπόν, ο drummer των Wiegedood, Wim Coppers απαντά στις ερωτήσεις του Δημήτρη Μαρσέλου.

-Γεια σας από την Ελλάδα! Το Wiegedood μεταφράζεται περίπου ως «θάνατος στην κούνια», μια καταθλιπτική σκέψη καθαυτή. Πώς αποφασίσατε να επιλέξετε αυτό το όνομα; Είναι ο καλύτερος τρόπος για να περιγράψετε τη μουσική σας;
Στην πραγματικότητα ήταν δική μου ιδέα και ο Gilles και ο Levy (κιθάρες) ήταν αντίθετοι σε αυτό στην αρχή, γιατί πίστευαν ότι ήταν απλά «υπερβολικό» και ότι μπορεί να χτυπήσει κάποιους ανθρώπους με πολύ άσχημο τρόπο. Εγώ πραγματικά επέμεινα σε αυτό, γιατί πάντα μου άρεσε ο συμβολισμός που είχε για μένα. Είναι η απόλυτη απώλεια στη ζωή. Όλοι προφανώς χτυπιόμαστε από απώλειες στη ζωή μας και πρέπει να αντιμετωπίσουμε τη θλίψη. Αυτή η λέξη περικλείει αυτή τη θλίψη και αυτή την απώλεια για μένα.

-Εμπνέει το περιβάλλον της χώρας ένα τόσο εσωστρεφές μουσικό αποτέλεσμα; Αν περιπλανηθείτε στο Βέλγιο, θα συναντήσετε τέτοια μέρη όπως αυτά στα εξώφυλλα του «De Doden Hebben het goed»;
Τα εξώφυλλα έχουν τραβηχτεί όλα στις γενέτειρές μας στην πραγματικότητα. Το πρώτο είναι τραβηγμένο περίπου 5 λεπτά με τα πόδια από εκεί που μένω τώρα. Το δεύτερο είναι τραβηγμένο περίπου στην ίδια απόσταση από το μέρος όπου μεγάλωσε ο Gilles και το τρίτο είναι κοντά στο μέρος όπου ο Levy πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Υπάρχουν πολλά σημεία που εμπνέουν στο Βέλγιο, αλλά κανείς μας δεν βγαίνει πραγματικά για να τα αναζητήσει και να εμπνευστεί. Προσωπικά εμπνέομαι περισσότερο από τη μιζέρια και τη ζοφερότητα των πυκνοκατοικημένων περιοχών. Το θέμα της φύσης στο black metal είναι τόσο φθαρμένο πια, πραγματικά δεν θέλω να περπατήσω σε ένα δάσος και να εμπνευστώ από τα δέντρα. Δώστε μου 10 λεπτά στις Βρυξέλλες και έχω αρκετή έμπνευση για να γράψω ένα τραγούδι γεμάτο μίσος.

-Ο τίτλος της τριλογίας που κυκλοφορήσατε, χωρίς να χρειάζεται Google μπορεί να μεταφραστεί σε «Οι νεκροί περνούν καλύτερα». Αναρωτιέμαι λοιπόν ποια είναι τα πράγματα που σας εμπνέουν στιχουργικά;
Οι 3 πρώτοι δίσκοι είναι όλοι αφιερωμένοι σε έναν καλό μου φίλο, τον Florent Pevée, ο οποίος πέθανε πριν από 11 χρόνια. Παίζαμε μαζί σε μια μπάντα εκείνη την εποχή και προφανώς ήμασταν κοντά. Οι Wiegedood ήταν τότε ένα ανώνυμο project πάνω στο οποίο δουλεύαμε ο Gilles, ο Levy και εγώ και θυμάμαι ακόμα πόσο ενθουσιασμένος ήταν ο Florent με όλα αυτά. Οπότε είναι πολύ ταιριαστό που του αφιερώσαμε την τριλογία. Στιχουργικά αυτά τα άλμπουμ ασχολούνται επίσης με το θέμα της απώλειας και της αδυναμίας.

-Μιας και μιλάμε για τριλογία, ποιο είναι το κύριο πράγμα που συνδέει τα 3 μέρη μεταξύ τους;
Όπως απάντησα στην προηγούμενη ερώτηση, όλα περιστρέφονται γύρω από τον Florent. Επίσης, υπάρχει το θέμα της ύπαρξης της εικόνας των γενέτειρων μας στο εξώφυλλο. Επίσης, υπάρχουν 4 τραγούδια σε κάθε άλμπουμ. Υπάρχουν κι άλλα πράγματα που συνδέουν τα 3 άλμπουμ μεταξύ τους, αλλά θα το αφήσω στους αναγνώστες σας να το ανακαλύψουν μόνοι τους!

-Έπειτα πλησιάζουμε στο σήμερα με το «There’s Always Blood at the End of the Road» όπου βλέπουμε για πρώτη φορά αγγλικούς τίτλους; Ήταν αυτό μια προσπάθεια να απευθυνθείτε σε μεγαλύτερο κοινό;
Καθόλου. Όλοι οι προηγούμενοι δίσκοι μας είχαν αγγλικούς στίχους να αναφέρω επί τη ευκαιρία, παρά τους τίτλους των τραγουδιών τους. Πραγματικά δεν μας ενδιαφέρει και πολύ να προσελκύσουμε μεγαλύτερο κοινό. Ποτέ δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μας με αυτό το συγκρότημα.

-Όπως είχατε αναφέρει είναι ο «πιο άβολος δίσκος σας», και σίγουρα συμφωνώ. Ποιος ήταν ο κύριος παράγοντας που σας ώθησε προς ένα πιο σκληρό και ωμό αποτέλεσμα; Έπαιξε κάποιο ρόλο η αλλαγή στην καθημερινότητά μας λόγω του COVID-19;
Όχι, το Covid δεν είχε πραγματικά καμία επιρροή στη συγγραφή αυτού του δίσκου. Τα τραγούδια γράφτηκαν πριν συμβεί η πανδημία. Όπως είπα και προηγουμένως, μεγαλύτερη επιρροή ήταν η ωμότητα της ζωής στην πόλη, η πορνεία, οι άστεγοι, η εμπορία ανθρώπων και όλες οι άλλες μορφές και σχήματα δυστυχίας που συμβαίνουν όταν βάζεις πάρα πολλούς ανθρώπους μαζί.

-Η εικόνα είναι ένα μεγάλο μέρος της σημερινής «βιομηχανίας» και το να έχεις το έμβλημά σου τατουάζ στα χέρια και τα πόδια των ανθρώπων είναι μεγάλη υπόθεση. Θα μπορούσες να μοιραστείς την ιστορία του σχεδίου; Τι σημαίνει;
Το λογότυπο των Wiegedood είναι μια σφραγίδα που σχεδιάστηκε από την καλλιτέχνη Fia Cielen. Όλα τα γράμματα του ονόματος Wiegedood είναι ενσωματωμένα εκεί, καθώς και κάποιοι ρούνοι. Πραγματικά δεν υπάρχουν πολλά περισσότερα να πούμε γι’ αυτό.

-Δουλεύετε πάνω σε νέα τραγούδια; Θα ακούσουμε κάποιο από αυτά στην Ελλάδα;
Ήμασταν πολύ απασχολημένοι με όλα τα υπόλοιπα πρότζεκτ μας, παίζοντας, γράφοντας και ηχογραφώντας. Παίζω στους Living Gate και Crouch με τον Levy, και παίζω με τον Gilles στο Siem Reap και παίζω επίσης στους Fence, μια ροκ μπάντα από το Βέλγιο, οπότε ναι, ήμασταν απασχολημένοι! Οι Wiegedood άρχισαν επίσης να παίζουν το soundtrack που συνθέσαμε για τη βωβή ιαπωνική ταινία «A Page Of Madness». Θα γράψουμε και θα ηχογραφήσουμε ένα νέο άλμπουμ το 2025 και ανυπομονώ πολύ για το τι θα συμβεί μόλις αρχίσουμε να γράφουμε.

-Οταν σας είδα στο Hellfest του περασμένου καλοκαιριού με κάνατε να θέλω να σας δω ξανά και ξανά. Αλλά θα ήθελα να μάθω πώς αισθάνεστε εσείς μετά από μια συναυλία των Wiegedood;
Ευχαριστούμε που μας τσεκάρατε! Η προφανής απάντηση είναι ότι είμαι πολύ κουρασμένος. Αν και πρέπει να παραδεχτώ ότι όταν παίζουμε ένα καλό show, νιώθω σούπερ ενεργητικός και θα μπορούσα να ξαναπάω και να παίξω ένα δεύτερο σετ ακριβώς εκεί επί τόπου. Όλα έχουν να κάνουν με την ενέργεια που παίρνουμε πίσω από τους ανθρώπους για τους οποίους παίζουμε πραγματικά.

-Σαν επίλογο, θα ήθελα πολύ να χρησιμοποιήσεις μερικούς από τους στίχους σας ως πρόσκληση προς όλους τους «εκκλησιαζόμενους» στην Ελλάδα.
“Choke your firstborn and the ones who follow, spare them the agony of life.”

56
About Δημήτρης Μαρσέλος 2193 Articles
Δέσμιος της μουσικής, είλωτας των συναυλιών, εθισμένος στα σκληρά...riffs, διπολικός μεταξύ metal και hardcore punk, έχει κάνει χρόνια τώρα πολιτιστικό crossover και δεν αρνείται κανένα ιδίωμα της rock που του τη σηκώνει...την τρίχα.