Όταν σου παρουσιάζεται η ευκαιρία να δεις ζωντανά μια μπάντα που σημαίνει πολλά για εσένα, όσο μη ευνοϊκές και να είναι οι συνθήκες, το αίσθημα της πληρότητας όταν εν τέλει καταφέρνεις κάτι τέτοιο είναι τεράστιο – και αναντικατάστατο.
Έτσι βρέθηκα και εγώ την Παρασκευή, εν μέσω εξεταστικής και μιας γενικότερης δύσκολης περιόδου για μένα, να κινώ γη και ουρανό προκειμένου να δω από κοντά τους παιδικούς μου «ήρωες», Archive. Φυσικά, η αλλαγή χώρου της συναυλίας από το Θέατρο του Λυκαβηττού στο Floyd ήταν μια μεγάλη ανάσα, αφού παρά την ομορφιά του χώρου στο Λυκαβηττό, η ζέστη ήταν ανυπόφορη και προσωπικά, προτιμούσα μια συνθήκη όπου δε θα θέλω να ξεριζώσω το δέρμα μου. Αυτό δεν ίσχυε για πολλούς από όσο κατάλαβα, αφού από την αρχή της προσέλευσής μου στο Floyd άκουγα ήδη κόσμο που είχε βάλει τα καλά του να παραπονιέται γιατί θα ήταν τόσο όμορφα στο Λυκαβηττό, παρόλο που ο χώρος στο Floyd ήταν αναζωογονητικός σαν παγάκι. Περί ορέξεως, θα μου πεις.
Προς μεγάλη μου έκπληξη ο κόσμος είχε αρχίσει να φτάνει από πολύ νωρίς, με μια μεγάλη ουρά έξω από το χώρο να δημιουργεί έντονο συνωστισμό, και το opening act της βραδιάς, Sugar For The Pill, να εκφράζει φανερά τον ενθουσιασμό του για αυτό. Οι Sugar For The Pill είναι ένα φρεσκότατο Αθηναϊκό σχήμα με μόλις ένα άλμπουμ στις πλάτες του, το Wanderlust, που τους βοήθησε να αναδυθούν από την underground dream pop/shoegaze σκηνή, κάνοντας πλέον συναυλίες μέχρι και σε μεγάλες πόλεις του εξωτερικού.
Παρόλο που είναι ενεργοί για ένα μικρό χρονικό διάστημα, έχουν καταφέρει να χτίσουν ένα πολύ πιστό κοινό, πράγμα το οποίο φάνηκε και την Παρασκευή, με δεκάδες κόσμου να έχει πάρει θέση μπροστά μπροστά και να τους παρακολουθεί ευλαβικά. Αν με ρωτάς, προσωπικά θα έλεγα πως έχω δει το εν λόγω συγκρότημα σε πολύ καλύτερες εμφανίσεις, όπως για παράδειγμα το ’22 στο Release. Παρ’ όλα αυτά, ενωμένοι, με όμορφη διάθεση και ενέργεια, απέδωσαν τα κομμάτια τους όσο καλύτερα γινόταν, με πολύ θετική ανταπόκριση και στήριξη του κοινού.
Εμένα, από την άλλη, είχε αρχίσει να με ενοχλεί το γεγονός πως μεγάλη μερίδα κόσμου μιλούσε ακατάπαυστα, με τα κενά σημεία ανάμεσα στα τραγούδια να αναδεικνύουν αυτήν τη βαβούρα, και δεν είχα καλό προαίσθημα ως προς το πώς θα εξελισσόταν αυτό. Κακά τα ψέματα, όταν μια μπάντα περνάει από τη ραδιοφωνική της φάση, είναι αναπόφευκτο να προσελκύσει κοινό χωρίς συναυλιακή παιδεία. Το είδαμε και στους Cure το 2019, το είδαμε και την Παρασκευή. Επομένως, το περίμενα πως και με τους Archive θα δούμε ένα πολύ ετερόκλητο κοινό, αλλά δεν το περίμενα σε τέτοιο βαθμό. Η παρέα που είχα μαζί είχε πολύ δίκιο ως προς το ότι πολύς κόσμος είχε κλείσει εισιτήρια καθαρά λόγω Λυκαβηττού, πράγμα το οποίο δε βοήθησε καθόλου στη βελτίωση της συνθήκης, έτσι παντού έβλεπες κόσμο να έχει έρθει με οριακά μηδέν ενδιαφέρον για τους καλλιτέχνες, ή την ίδια τη συναυλία.
Με τον ερχομό των Archive στη σκηνή βέβαια, προσπάθησα να αφήσω πίσω μου κάθε ψήγμα αρνητικής ενέργειας και να εστιάσω πλήρως σε αυτό που έβλεπα και άκουγα. Και η έναρξη του set με το “Mr. Daisy”, με βοήθησε να συνειδητοποιήσω πως όλο αυτό γίνεται πραγματικότητα. Η αποθέωση του κοινού απέναντι στη μπάντα επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά την τεράστια αγάπη που θρέφουμε οι έλληνες απέναντι στην trip hop κολλεκτίβα. Οι ίδιοι, αν και χαμένοι στο υπερσύμπαν από το οποίο μας έβγαζαν τις εκπληκτικές τους νότες, χαμογελούσαν ως τα αυτιά με αυτήν την εκδήλωση ενθουσιασμού, ανταποδίδοντας με το πολύ wholesome “It’s good to be back”.
Το setlist, παρόλο που η μπάντα βρίσκεται ακόμη εν μέσω του “A Call To Arms And Angels” Tour, περιείχε κομμάτια από σχεδόν κάθε φάση της δισκογραφιάς τους, ικανοποιώντας κάθε είδος fan τους που βρισκόταν στο χώρο. Προς θετική μου έκπληξη, ο κόσμος όχι απλώς γνώριζε τα κομμάτια του τελευταίου δίσκου που αποτελούσε και την αφορμή για το tour τους, αλλά τα ζητωκραυγάσματα και το sing along φανέρωναν πολύ έντονα τον ενθουσιασμό του κοινού προς τα νέα κομμάτια, πράγμα που πιστεύω και η ίδια πως αξίζανε και με το παραπάνω.
Φυσικά για εμένα, τη στιγμή που άκουσα την εισαγωγή του Lights, ένα από τα κομμάτια που με στοιχειώνουν μέχρι και σήμερα, είχα ήδη τελειώσει συναισθηματικά για το υπόλοιπο βράδυ. Ένα μεγαλείο αναδυόμενο από την απλότητα και την επαναληπτικότητά του, η εμπειρία του να ακούς αυτό το κομμάτι ζωντανά δεν έμοιαζε με τίποτα άλλο που έχω ζήσει ως σήμερα. Η καρδιά μου είχε πέσει στο στομάχι μου, ενώ παράλληλα ήμουν αποσβολωμένη από το πόσο ακραία καλός ήταν ο ήχος των Archive live, που είχε κυριολεκτικά γεμίσει και αντηχούσε μέχρι και στην τελευταία καρφίτσα του Floyd. Φυσικά, δε μπορώ να παραλείψω το πόσο εξωπραγματική ήταν η παραγωγή των κομματιών ζωντανά, μιας που πρόκειται και για ένα από τα πράγματα που ξεχωρίζουν στη μουσική των Archive. Ο αγαπητός Darius, ήταν ένας γλύκας που φαινόταν σαν να έχει καταναλώσει 200 διαφορετικές ουσίες, αλλά στην πραγματικότητα ήταν απλά τόσο εκστασιασμένος με τη μουσική, με ασταμάτητα χοροπηδητά και μαεστρική θεατρικότητα να εκδηλώνουν τον ενθουσιασμό του.
Γενικώς, θεωρώ πολύ όμορφο το πόσο διαφορετικό είναι κάθε μέλος των Archive ως προς την αλληλεπίδρασή του με τον κόσμο και τη σκηνική του παρουσία, όπως επίσης το πώς δένουν όλες αυτές οι χημείες μεταξύ τους σε μια πολύ ξεχωριστή δυναμική. Στην αντίπερα όχθη, έβλεπες τον Penney απορροφημένο στην κιθάρα και το μικρόφωνο, με μια ιδιαίτερα έντονη χορευτικότητα και συνεχή οπτική επαφή με το κοινό, και τη χαρακτηριστική φυσιογνωμία του Poland Berrier να γκρουβάρει με το όμορφο καπελίνο του, με μια φρεσκάδα και δροσιά που θα ζήλευαν μέχρι και dj’s της house μουσικής.
Το setlist των Archive ήταν τόσο χαοτικό όσο και η συνολικότερη αισθητική της μπάντας, αλλά ολόσωστο κατά την ταπεινή μου γνώμη γιατί σε κρατούσε σε μόνιμη εγρήγορση. Έπαιξαν σπαστά κομμάτια από το A Call To Arms And Angels, επανερχόμενοι ενδιάμεσα σε πολύ κλασσικά αγαπημένα κομμάτια του κοινού, πράγμα το οποίο οδηγούσε σε συνεχή χειροκροτήματα και γενικότερο χαμό από τους πιστούς fans τους. Εν ολίγοις, και τι δεν ακούσαμε: Take My Head, Conflict, Gold, Daytime Coma, είναι μονάχα λίγα από τις πολλές κομματάρες που έπαιξαν οι Archive για εμάς, σε άριστη απόδοση και χωρίς το παραμικρό λάθος. Η δε παρουσία γυναικείων φωνητικών στη σκηνή απο μια γλυκύτατη κοπέλα που δυστυχώς μου διαφεύγει το όνομά της, έδωσε κάτι ακόμη πιο ξεχωριστό στις εκτελέσεις των κομματιών που εμπεριείχαν γυναικεία φωνητικά, αλλά μας δημιούργησε και ανατριχίλες σε κομμάτια όπως το “Take My Head” όπου είχες τρεις διαφορετικούς ανθρώπους να συντονίζονται φωνητικά.
Εκεί που πήγαν να μας χαιρετήσουν και πολλοί νόμιζαν πως η βραδιά είχε φτάσει στο τέλος της, ήρθε το πιο εκρηκτικό encore, με τα “Fuck You”, “Bullets” και “Again” να μας χαράζουν ανεξίτηλα και να επαναφέρουν μνήμες από τα παιδικά μας χρόνια. Φυσικά το sing along στο “Fuck You” ήταν από τα πιο iconic που έχω ζήσει ως τώρα δεδομένου του στίχου του κομματιού, ενώ από την άλλη σε κομμάτια όπως το “Again”, θα προτιμούσα να επικρατεί λίγο περισσότερη ησυχία. Στην πραγματικότητα έγινε ο κακός χαμός, πράγμα το οποίο είναι λίγο αντίθετο με την βαθιά καταθλιπτική φύση του κομματιού, αλλά ίσως να είμαι και μόνη μου σε αυτό.
Οι μουσικοί αφού οριακά εξάντλησαν τις δυνάμεις μας, σωματικές και συναισθηματικές, μας έκαναν μια πολύ wholesome και βαθιά υπόκλιση, εκφράζοντας την ευγνομωσύνη τους για την αγάπη που τους θρέφουμε και μας αποχαιρέτησαν. Και εγώ επιτέλους, έβαλα ένα τεράστιο check στη συναυλιακή μου λίστα, που έπρεπε να έχω βάλει καιρό. Archive σας ευχαριστώ, έξω οι μίζεροι από ‘δω.
Εις το επανιδείν.
Setlist:
Mr. Daisy
Sane
The False Foundation
Vice
Lights
Conflict
Daytime Coma
Surrounded by Ghosts
The Skies Collapsing Onto Us
Take My Head
The Crown
Fear There & Everywhere
Enemy
The Empty Bottle
Gold
Encore:
Fuck U
Bullets
Again
photos: Jo Gogou
1438