Οι υπέροχες συνθέσεις που μας έχει χαρίσει μέσα από τη μουσική του ο Jozef Van Wissem (και συνεχίζει να μας χαρίζει) μεταφορικά μιλώντας έχουν καταφέρει να τεντώσουν τις ψυχικές μας χορδές πέρα από το υλικό μας σώμα, δημιουργώντας ένα μεταφυσικό σκηνικό, καθώς έρχεται σε μία αντιπαραβολή με τον ορισμό για το λαούτο που είχε προσδώσει ο Curt Sachs, ο διάσημος μουσικολόγος στο παρελθόν.
Όσοι δεν είναι εξοικειωμένοι με τη μουσική του Van Wissem, πιθανόν να τον έχουν ακουστά μέσω της ταινίας “Only Lovers Left Alive” για το soundtrack της οποίας είχε κερδίσει το βραβείο στο φεστιβάλ των Καννών.
Όμως η δισκογραφία του δεν μένει μόνο εκεί, έχοντας κερδίσει πολλές κριτικές για το έργο του, “Την Απελευθέρωση του Λαούτου”, όπως ο ίδιος το αποκαλεί και έχει να επιδείξει μία διόλου ευκαταφρόνητη δισκογραφία αποτελούμενοι από δεκάδες προσωπικά άλμπουμ, συνεργατικές δουλειές, single, μουσική για video game, για ταινίες και συμμετοχές σε διάφορες συλλογές.
Ο “Έγχορδος Ολλανδός” και μινιμαλιστής συνθέτης γεννήθηκε στο Maastricht, ενώ εδρεύει στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού και διαμένει στο Brooklyn καθώς είναι ένας ασταμάτητα περιοδεύων μουσικός και πλέον βρίσκεται μεταξύ αεροδρομίων.
Από την ηλικία των έντεκα χρόνων ο Van Wissem σπούδασε κλασική κιθάρα, μετά έπαιξε ηλεκτρική κιθάρα σε ροκ συγκροτήματα και αργότερα σπούδασε λαούτο στη Νέα Υόρκη. Το όργανο που χρησιμοποιεί κατά κύριο λόγο είναι 24 χορδών σε πρώιμο baroque στυλ με μακρύ λαιμό και “σκληρό” ήχο με τις μελωδίες που προκύπτουν από αυτό να είναι βυθισμένες σε ένα υπνωτικό σκοτάδι. Το ηχητικό του εύρος ανά τα χρόνια έχει οριστεί όμως συνεχίζει να εμπλουτίζει τον ήχο του και με πιο νεωτεριστικά και ανεπαίσθητα ηλεκτρονικά στοιχεία.
Όσο εντυπωσιακό κι αν είναι το ίδιο το λαούτο, είναι στην πραγματικότητα απλώς ένα εργαλείο που χρησιμοποιεί ο van Wissem για να πραγματοποιήσει το μουσικό του όραμα. Ταυτόχρονα λιτή και πλούσια, η μουσική του Van Wissem αντλεί έμπνευση από τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα του μινιμαλισμού, προκαλώντας τόσο στον ακροατή όσο και στον ερμηνευτή μια υπεραισθητή κατάσταση, διαλογιστική, αλλά και εξίσου συναρπαστική.
Στο παρελθόν μας έχει επισκεφτεί αρκετές φορές και έχει παίξει σε συναυλιακά venue, σε θέατρα μεταξύ άλλων,όμως αυτή τη φορά η επερχόμενη εμφάνιση αποκτά έναν εντελώς μυσταγωγικό χαρακτήρα καθώς η Αγγλικανική εκκλησία του Αγίου Παύλου θα ανοίξει τις πόρτες της να υποδεχτεί έναν εκπληκτικό μουσικό και πιθανότατα τον κορυφαίο λαουτιέρη του δυτικού κόσμου.
Ενόψει λοιπόν της επικείμενης ζωντανής του εμφάνισης συγκεντρώνουμε ορισμένες μοναδικές του στιγμές για να μπούμε στο κλίμα των ημερών που πρόκειται να καταφθάσουν.
Μία βαμπιρική ιστορία αγάπης που διαδραματίζεται κάπου μεταξύ Detroit και Ταγγέρης, όπου γεφυρώνεται το χιλιομετρικό χάσμα με Avant-Baroque ήχους λαούτου, με κιθαριστικές distorted μελωδίες, Μαροκινά κρουστά, Ambient ηχογραφήσεις και πολλά ηχητικά εφέ για τη δημιουργία μίας κινηματογραφικής ταπετσαρίας.
Εκτός από πρωτοπόρος και κύριος εισηγητής του ανεξάρτητου σινεμά, ο Jim Jarmusch είναι και ένας ικανότατος μουσικός και μεγάλος οπαδός του πειραματικού ήχου. Μαζί με τον Van Wissem στο δεύτερο κατά σειρά συνεργατικό τους δίσκο “The Mystery of Heaven” το οποίο κυκλοφόρησε από την Sacred Bones Records, συμπράττουν καλλιτεχνικά σε ατμοσφαιρικές folk αναζητήσεις. Στο δίσκο αξίζει να σημειωθεί πως συμμετέχει με guest εμφάνιση και η Tilda Swinton στο κομμάτι “The More She Burns the More Beautifully She Glows”.
Ο Ιάπωνας Keiji Haino από τα μέσα της δεκαετίας του 70′ αποτελεί συνώνυμο του ελεύθερου αυτοσχεδιασμού και του αέναου ηχητικού πειραματισμού ελισσόμενος ανάμεσα σε “θορυβώδη”, ψυχεδελικά, Minimal, και Drone μουσικά στρώματα. Στο δίσκο “New Music for Old Instruments” με τη βοήθεια του Wissem επεκτείνει ακόμα περισσότερο τα όρια του πειραματισμού εκεί που η παγανιστική radiophonica συναντά τη Μεσαιωνική μπαλάντα.
Η σύνθεση είναι βασισμένη στο ομώνυμο μαδριγάλι του Jacques Arcadelt, ενώ το βιβλίο με τις παρτιτούρες για αυτό το κομμάτι απεικονίζεται από τον Καραβάτζιο στον πίνακα του “The Lute Player”. Τον Δεκέμβριο του 2017 ανατέθηκε στον Wissem να ερμηνεύσει το κομμάτι στην Αγία Πετρούπολη για την εκδήλωση της τελικής αποκατάσταση του πίνακα. Επειδή αντιμετώπισε κάποιες τεχνικές δυσκολίες με την ακουστική του μουσείου, και αφού είχε μελετήσει πρωτίστως την κλασική εκδοχή, παρουσίασε μία άπταιστη Drone εκδοχή.
Το κομμάτι προέρχεται από το δίσκο “Nihil Obstat”, ο τίτλος του δίσκου προέρχεται από μια φράση που χρησιμοποιείται παραδοσιακά από τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας για να δηλώσουν επίσημα ότι δεν υπάρχει αντίρρηση για τη δημοσίευση ενός βιβλίου ή για κάποια άλλη προτεινόμενη ενέργεια.
Την πρώτη του Απρίλη εικασίες και ψέματα θα μας τριγυρίζουν αρκετά, όμως την επομένη θα ακούσουμε αληθινή μουσική προερχόμενη από έναν καλλιτέχνη που όπως ισχυρίζεται και ο ίδιος θέλει να “ξεσκονίσει” τους παλιούς συνειρμούς που προσκολλώνται στο λαούτο και να το κάνει “πιο σύγχρονο, και πιο ερωτικό”. ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
986