Δεν είναι λίγες οι φορές που αγαπημένοι μας καλλιτέχνες, καθώς χαράζουν τη μουσική τους πορεία, ανακαλύπτουν την ανάγκη να στραφούν προς έναν πιο progressive ήχο.
Το έχουμε δει να συμβαίνει με μπάντες όπως οι Opeth, Katatonia, Anathema, Amorphis, με τους πιο σωσμένους από όλους μας Ulver (με μια πολύ ευρεία έννοια γιατί αν κάτσουμε στα αλήθεια να αναλύσουμε την πορεία των Ulver δε θα δούμε το φως της ημέρας για πολύ καιρό), τον πατέρα των Emperor και τιτανομέγιστο – όπως και πάρα πολύ αγαπημένο μου Ihsahn, αλλά και με καλλιτέχνες έξω από το metal ιδίωμα, όπως οι θρυλικοί Swans. Ανάμεσα σε αυτούς τους καλλιτέχνες λοιπόν, με μια παρόμοια λογική δημιουργούνται και οι Soen, ένα παρολίγον supergroup που αν και σχετικά φρέσκο στο χώρο, έχει ήδη τραβήξει την προσοχή μιας μεγάλης μερίδας κόσμου, με πολλούς από αυτούς να αποτελούν πλέον πιστό fan base τους.
Χρειάστηκαν κάποια χρόνια μέχρι το αρχικό line-up/ντουέτο των ντράμμερ Martin Lopez (Opeth & Amon Amarth) και κιθαρίστα Kim Platbarzdis να πάρει μπρος, με την ένταξη των Steve DiGiorgio (Testament, Death) και Joel Ekelöf (Willowtree) σε μπάσο και φωνητικά αντίστοιχα να οδηγεί το πλέον ολοκληρωμένο group στο ντεμπούτο τους “Cognitive” (2012).
Από εκεί και έπειτα, η άνοδος για τους Soen ήταν μονόδρομος. Ανά τα χρόνια οι Martin Lopez και Joel Ekelöf συνεργάστηκαν με διάφορους μουσικούς, με το line up του group να βιώνει αρκετές αλλαγές. Πλέον, εκτός του διδύμου – πυρήνα των Soen, το line up ολοκληρώνεται με το πολυεργαλείο γνωστό ως Lars Åhlund, όπου τον βρίσκουμε σε πλήκτρα, κιθάρα αλλά και backing vocals, τον δεύτερο κιθαρίστα Cody Lee Ford που χαρίζει επίσης τα φωνητικά του στη μπάντα και τέλος, το νεόφερτο μέλος τους, τον μπασίστα Oleksii ‘Zlatoyar’ Kobel.
Με κάθε νέα κυκλοφορία του group, γινόταν ολοένα και πιο ξεκάθαρο πως μέσα από την αγάπη τους για το progressive, οι Soen εξελισσόντουσαν συνεχώς, αλλά δε δίσταζαν να εξερευνούν και νέα μονοπάτια για τον ήχο τους, με κάθε νέα εξερεύνηση τους να μας δίνει όχι απλώς κάτι φρέσκο, αλλά μουσική από αυτές που σου κρατούν στενή συντροφιά. Σε εύκολες, όμορφες, δύσκολες στιγμές, τα τραγούδια των Soen έγιναν η ζεστή κουβέρτα που δε θες να αποχωριστείς.
Με το τέταρτο album τους “Lotus” (2019), γίνεται ένα τεράστιο μπαμ και οι ακροατές του σχήματος αυξάνονται ραγδαία, πράγμα που μπορώ να καταλάβω απόλυτα, μιας που ο ήχος τους έγινε ακόμη πιο βατός για το μέσο ακροατή, με τα μελωδικά σημεία του να φτάνουν στο απόγειό τους, χωρίς όμως να χάνεται η μοναδικότητα και η θαλπωρή του ήχου τους.
Γενικώς, είναι όμορφο να μη φοβόμαστε να αγκαλιάσουμε την πιο ευάλωτη πλευρά μας, κάτι που προσωπικά μου βγάζουν πολύ έντονα οι Soen, και αν σκεφτούμε πως μιλάμε για ένα μουσικό είδος γεμάτο κομπλεξισμούς σε τέτοια ζητήματα, είναι πολύ θετικό να βλέπεις τη μεγάλη αγκαλιά του κοινού προς το συγκεκριμένο σχήμα. Πλέον, οι Soen έχουν εδραιώσει τη δική τους θέση στις καρδιές μας, κι εμείς αρνούμαστε να δώσουμε αυτή τη θέση κάπου αλλού. Συγκεκριμένα, βλέπω πως έχει δημιουργηθεί μια πολύ ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα στο αθηναϊκό κοινό και το group, αφού, ειδικότερα τα τελευταία χρόνια, με το που τους δίνεται η ευκαιρία για συναυλία στην Ελλάδα την αρπάζουν με νύχια και με δόντια – με εμάς να ανταποκρινόμαστε το ίδιο θερμά, κάθε φορά.
Αυτήν τη φορά όμως, τους αναμένουμε σε μια πιο ξεχωριστή περίσταση. Στα πλαίσια του ευρωπαϊκού τους tour για την παρουσίαση του πολύ ιδιαίτερου, περσινού τους concert film “Atlantis”, οι Soen συνεργάζονται με μουσική ορχήστρα (όπως έγινε και για την ηχογράφηση του live studio album), με σκοπό την ολοκληρωμένη εμπειρία της ζωντανής ακρόασης αυτού, γεγονός που καθιστά αναντικατάστατη την συγκεκριμένη συναυλία, αν με ρωτάς. Είναι μαγικό το με πόσους τρόπους μπορεί να πατήσεις στον progressive ήχο και να πειραματιστείς, και το “Atlantis” πρόκειται για αυτές τις περιπτώσεις που η έμπνευση οργιάζει.
Μέσα από το album ακούμε ουσιαστικά “μεταμορφωμένα” πολλά από τα πιο αγαπημένα κομμάτια της μπάντας (με εξαίρεση το cover του κλασσικού και πασίγνωστου πλέον “Snuff” των Slipknot), τα οποία έχουν τις ρίζες τους στα album τους “Imperial”, “Lotus”, “Lykaia”, και “Cognitive”, με μοναδικό μαύρο πρόβατο ουσιαστικά το album τους “Tellurian” (2014) που δεν του δίνεται καμία αναφορά μέσα απ’ το δίσκο.
Οι εκτελέσεις τους είναι πραγματικά μία και μία, και φαίνεται πως οι Soen είχαν πραγματικά όρεξη να πειραματιστούν με τον ήχο τους και να φέρουν κάτι διαφορετικό σε αυτόν, κάτι που έγινε με μεγάλη επιτυχία. Προσωπικά, σεβόμενη και κατανοώντας πλήρως τη διαφορετικότητα και τις ανάγκες έκφρασης σχεδόν κάθε καλλιτέχνη που πηγάζουν μέσα από αυτή, αλλά και το πώς ο ίδιος καλλιτέχνης διαχειρίζεται την τέχνη του, η καρδιά μου πάντα πλαγιάζει με αυτούς που θέλουν να πειραματίζονται με τον ήχο τους και να εξελίσσονται/ωριμάζουν μέσα από το παιχνίδι αυτό.
Στις 5 Σεπτέμβρη λοιπόν, στο Fuzz Club (ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ) προσέλθετε πιστοί γιατί πρόκειται να μαρτυρήσουμε κάτι πανέμορφο. Μην πείτε ότι δεν προειδοποίησα.