Όπως είχα αναφέρει και στο review του δίσκου των Granny’s House (μπορείτε να το διαβάσετε ΕΔΩ), όταν ένα σχήμα μας στέλνει το υλικό του και μας ζητά να κάνουμε review, δεν το παίρνουμε αψήφιστα γιατί μια παρέα ανθρώπων μας εμπιστεύεται την κατάθεση ψυχής που έχει κάνει και θέλει να ακούσει μια άποψη για αυτό.
Όταν βέβαια η επικοινωνία ξεκινά με την φράση “παίζουμε psychedelic post metal/post rock”, είναι έρωτας με την πρώτη ματιά και εννοείται κάτι που θα δώσω αρκετή σημασία. Έτσι μετά το review του δίσκου που μου έκανε μεγάλη εντύπωση, αισθάνθηκα την ανάγκη να κάνω μια συζήτηση με το σχήμα για να δούμε τι έχουν να μας πουν για τo debut album τους αλλά και το τι βιώνει ένα σχήμα που ζει σε μια ακριτική πόλη.
Το συγκρότημα αποτελείται από τον Νίκο (drums), Βασίλη (μπάσο), Κώστα (κιθάρα) και λόγω απόστασης εκμεταλλευτήκαμε την τεχνολογία για την κουβέντα μας η οποία κινήθηκε από το “Kuro” μέχρι και την θρακιώτικη παράδοση.
Αρχικά να σας ευχαριστήσω για τον χρόνο σας, αλλά και για την εμπιστοσύνη που μας δείξατε.
Νίκος: Εμείς ευχαριστούμε για τον χρόνο που έχετε αφιερώσει αλλά και το πόσο βοηθάτε την σκηνή να αναδειχτεί. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει κόσμος που δίνει βήμα σε μπάντες που ξεκινάνε.
Το review που κάναμε στον δίσκο πώς σας φάνηκε; Το χαρήκατε;
Κώστας: Πάρα πολύ. Μου άρεσε ότι αυτό που είχα εγώ στο μυαλό μου σαν συναίσθημα πέρασε τελικά και σε εσάς
Νίκος: Εγώ συγκινήθηκα γιατί ήταν η πρώτη φορά που ασχολήθηκε κάποιος με αυτό που ιδρώσαμε να φτιάξουμε.
Στις επιρροές πέσαμε μέσα;
Κώστας: Ναι. Τα συγκροτήματα που ανέφερες ήταν πάνω κάτω το στυλ που έχουμε αλλά και ακούμε γενικά. Επίσης εγώ ακούω αρκετά metalcore και djent.
Νίκος: Δεν έπεσες μέσα στο γεγονός ότι με είπες πάνκη (γέλια). Δεν είχα ποτέ επαφή με το punk. Πάντα με γοήτευαν οι πιο πολύπλοκοι ρυθμοί, όπως των Tool.
Βασίλης: Εγώ αντιθέτως δεν έχω καμία σχέση με αυτά που ακούνε τα παιδιά. Είμαι του groove metal και της σχολής των Pantera. Βλέπεις ότι ακούμε τελείως διαφορετικά πράγματα.
Πώς καταλήξατε σε αυτό το πολύ ιδιαίτερο όνομα για την μπάντα;
Νίκος: Όταν έφυγε η γιαγιά μου για να πάει Θεσσαλονίκη, πήγαμε και κάναμε το σπίτι της home studio οπότε λέγαμε “Πάμε στο σπίτι της γιαγιάς”, έτσι μας φάνηκε πολύ φυσιολογικό να ονομάσουμε την μπάντα “Granny’s house”. Όταν ξεκινήσαμε βέβαια ο Βασίλης είχε ένα μπάσο των 90 ευρώ κι εγώ κάτι φθηνά ηλεκτρονικά drums. Ωστόσο να πούμε εδώ ότι και τα drums που ακούς στον δίσκο είναι ηλεκτρονικά.
Όταν πρωτομιλήσαμε μέσω Facebook, μου το είπε ο Κώστας και νόμιζα ότι μου κάνει πλάκα. Καταφέρατε να βγάλετε έναν πολύ καλό ήχο.
Νίκος: Σε αυτό μας βοήθησε ο φίλος μας Κώστας Δημάκης, οποίος παίζει και κιθάρα στους Dorian Shrooms. Επιμελήθηκε όλη την παραγωγή και μας βοήθησε και με τα ηλεκτρονικά drums και τα midi, γιατί είμαστε άσχετοι από τεχνολογία.
Βασίλης: Εσύ (γέλια)
Νίκος: Εγώ ναι. Ούτε το κινητό μου δεν μπορώ να μάθω να χρησιμοποιώ.
Κώστας: Στον ήχο μας βοήθησε πολύ και ο φίλος μας Φωκίωνας Καραδημόγλου, ο οποίος ανέλαβε το τελικό mastering και mix.
Νίκος: Γενικά ο δίσκος μας κόστισε ελάχιστα, γιατί βοήθησαν φίλοι που αγαπούσαν τον ήχο μας και τους αρέσει πολύ αυτό που κάνουν.
Το αναφέρουμε κι εμείς πολύ συχνά ότι δεν έχει μόνο σημασία η ακριβή παραγωγή αλλά η αγάπη και το μεράκι σε αυτό που κάνεις.
Βασίλης: Απλά πήρε πάνω από δύο χρόνια γιατί ενώ είχαμε ηχογραφήσει τα πάντα εκτός των drums, έσκασε η καραντίνα και πήγαν όλα πίσω.
Ο δίσκος έχει 11 κομμάτια. Στο post metal δεν είναι πολύ σύνηθες ένας δίσκος να έχει τόσο μεγάλη διάρκεια.
Βασίλης: Θα είχε 12 κανονικά αλλά τελικά είπαμε όχι (γέλια)
Κώστας: Αν σου αρέσει αυτό που κάνεις, πειραματίζεσαι συνεχώς και θες να δημιουργήσεις όλο και περισσότερο. Δεν έχει νόημα αλλιώς. Πρέπει να διασκεδάζεις με αυτό που κάνεις.
Και ο ήχος βγήκε αυθόρμητα ή είχατε αποφασίσει ότι θέλετε να κινηθείτε εκεί;
Νίκος: Βγήκε αυθόρμητα και για αυτό ίσως θα παρατήρησες κάποιες αλλαγές στο ύφος μεταξύ των κομματιών.
Παρόλα αυτά είναι από τα πιο συνεκτικά σε επίπεδο ύφους debut album που έχουν πέσει στα χέρια μας. Οι περισσότερες μπάντες στον πρώτο τους δίσκο παλεύουν να βρουν συνοχή και προσωπικό ύφος ενώ σε εσάς είναι ξεκάθαρο σε όλο τον δίσκο
Νίκος: Είναι κάτι που μας απασχολεί και θεωρώ ότι ο επόμενος δίσκος μας θα έχει μεγαλύτερη συνοχή σε επίπεδο ύφους.
Στο bio της μπάντας αναφέρετε ότι 3 άτομα που έκαναν παρέα αποφάσισαν να παίξουν και μουσική. Μεγαλώσετε στην Ξάνθη ή πήγατε για σπουδές και αποφασίσατε να μείνετε;
Νίκος: Και οι τρεις ήμαστε από την Ξάνθη. Με τον Κώστα παίζουμε σε μπάντες μαζί από το γυμνάσιο και με τον Βασίλη μεγαλώσαμε στην ίδια γειτονιά, οπότε καταλήξαμε να παίζουμε μαζί και αφού γυρίσαμε από τις σπουδές μας φτιάξαμε τους Granny’s House.
Αναφέρεστε συχνά στη “Γέφυρα”. Είναι κάποια ομάδα;
Νίκος: Είναι ένας πολιτιστικός/καλλιτεχνικός σύλλογος, όπου έχει πάρα πολλές καλλιτεχνικές δραστηριότητες και είναι και πολύ ενεργός. Έχει ραδιόφωνο, έχει ομάδα φωτογραφίας, προφανώς και την μουσική ομάδα. Η κάθε ομάδα έχει τον δικό της χώρο έτσι και η μουσική ομάδα έχει το δικό της studio όπου τώρα υπεύθυνος είναι ο Βασίλης ενώ πριν ήταν ο Κώστας. Είναι πολύ παλιός σύλλογος, πρέπει να έχει περάσει τα 30 χρόνια λειτουργίας.
Βασίλης: Αν και η μουσική ομάδα είναι παλιότερη.
(σ.σ. η Γέφυρα αποτελεί βασικό πυλώνα πολιτισμού στην Ξάνθη και ανάσα για όλα τα παιδιά που θέλουν να ασχοληθούν με την τέχνη https://www.facebook.com/csugefyra/?locale=el_GR )
Αναφέρετε στο bio της μπάντας ότι ασχολείστε με την μουσική αλλά σας ενθουσιάζουν όλες οι μορφές τέχνης. Με τι άλλο ασχολείστε;
Νίκος: Αν παρατηρήσεις τον δίσκο είναι μια δουλειά που προσπαθεί να συνδυάσει διάφορες μορφές τέχνης. Έχει συλλογή 150 φωτογραφιών και γενικά προσπαθούμε να δίνουμε καλλιτεχνικό βήμα σε όσους θέλουν να εκφραστούν μέσα από αυτό. Όλες οι φωτογραφίες είναι από ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο στον ποταμό Νέστο. Προσωπικά εκτός από μουσικός είμαι και συγγραφέας. Ελπίζω κάποια στιγμή να εκδώσω αυτά που έχω γράψει.
Κώστας: Δεν θα έλεγα ότι ασχολούμαστε συγκεκριμένα και με κάποιες άλλες μορφές τέχνης, απλά είμαστε πολύ ανοιχτοί να πειραματιζόμαστε και με άλλες μορφές που να μπορούν να συνδυαστούν με τη μουσική μας και συνεχώς ρωτάμε κόσμο που βρίσκεται στον χώρο πως θα μπορούσαμε να το εξελίξουμε.
Βασίλης: Εμένα με ενδιαφέρει πολύ η ξυλουργική. Έχω αρχίσει να ασχολούμαι λίγο με τα μουσικά όργανα, με το χρώμα, τις καλωδιώσεις τους μαγνήτες και μου αρέσει πολύ.
Το album το ονομάσατε Kuro, η λέξη σημαίνει μαύρο στα ιαπωνικά και νομίζω είναι και το ιδεόγραμμα που έχετε στο εξώφυλλο. Γιατί “μαύρο”;
Νίκος: Ο δίσκος είναι εμπνευσμένος από τον πόλεμο και από διάφορες μυθολογικές φιγούρες. Κάποια κομμάτια έχουν επηρεαστεί από την Ιαπωνική ιστορία, και κάποια άλλα από τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Έτσι θα πορευτούμε και στον επόμενο δίσκο. Στο “Kuro” θέλαμε να φτιάξουμε ένα ταξίδι σε ιστορικές τοποθεσίες κι εμείς να είμαστε κομμάτι των γεγονότων. Δηλαδή κάποια στιγμή να έχουμε βρεθεί στο Ρούπελ ή κάποια στιγμή να έχουμε συναντήσει μία θεά της ιαπωνικής μυθολογίας. Ο δίσκος έχει πολύ κατάθλιψη αλλά και βία. Βγάζει ένα βαρύ συναίσθημα, οπότε το χρώμα που το χαρακτηρίζει είναι το μαύρο. Και ο επόμενος δίσκος θα κινηθεί έτσι και θα προσπαθήσουμε να βάλουμε το στοιχείο της όπερας, άλλα και κάποια πιο κλασσικά όργανα (βιολί, τσέλο κ.τ.λ.). Όσο για το χρώμα, θα προσπαθήσουμε να εκφράσουμε το χρώμα της παράνοιας.
Σκέφτεστε να κάνετε κάποια live για να προωθήσετε τον δίσκο;
Νίκος: Ναι βέβαια. Για την ώρα προσπαθούμε να βγάλουμε κάποιο merch και στην συνέχεια θα προσπαθήσουμε να κλείσουμε όσο περισσότερα live μπορούμε.
Κώστας: Η αλήθεια είναι ότι δεν ήξερα πόσο δύσκολο μπορεί να είναι να κλείσεις ένα live. Είναι τελείως διαφορετικό από το να κανονίσεις ηχογράφηση η να πας να παίξεις κάπου τοπικά.
Τρία παιδιά που παίζουν μουσική έχουν επιλέξει να μένουν μόνιμα στην Ξάνθη. Τι είναι αυτό που σας δυσκολεύει και τι είναι αυτό που σας κάνει να πείτε: “Δεν πάω πουθενά, θα μείνω εδώ”;
Νίκος: Η Ξάνθη σαν πόλη έχει πολύ μουσική και λόγω του πολυπολιτισμικού της χαρακτήρα, αλλά και λόγω των αρκετών χώρων που έχει για να παίξει κάποιος μουσική ή να κάνει πρόβα. Δεν πρέπει βεβαία να ξεχνάμε ότι στην Ξάνθη έχουμε το σπίτι του Χατζηδάκη όπου έρχεται πολύς κόσμος της μουσικής να τον επισκεφθεί.
Κώστας: Δεν έχω σκεφθεί να φύγω. Μπορεί να σκέφτομαι πως να εξελίξω κάποια πράγματα ή να πιστεύω κάτι ότι θα μπορούσε να γίνει λίγο καλύτερα, αλλά όχι σε σημείο να φύγω.
Βασίλης: Όσο αφορά την μουσική, το κακό που βρίσκω εγώ είναι ότι μπορεί για τα δεδομένα της πόλης να υπάρχουν αρκετοί χώροι να παίξεις ή να ακούσεις μουσική, αλλά και πάλι είναι συγκεκριμένοι οπότε δεν μπορείς να κάνεις πολύ συχνά live.
Η παραδοσιακή μουσική της Θράκης, είναι από τις πιο σκοτεινές και αργές παραδοσιακές μουσικές που έχει η Ελλάδα. Γενικά η παράδοση της Θράκης είναι πολεμοχαρής και σκοτεινή. Πιστεύετε ότι αυτό το κλίμα επηρεάζει τον ήχο σας;
Νίκος: Πάρα πολύ γιατί είναι το περιβάλλον μας αυτό.
Κώστας: Δεν ακούω παραδοσιακή μουσική, αλλά κι εγώ πιστεύω ότι το περιβάλλον μας έχει επηρεάσει αρκετά.
Νίκος: Μια μεγάλη επιρροή είναι και το φυσικό περιβάλλον της περιοχής. Η Ξάνθη είναι μια πόλη περιτριγυρισμένη από καταπράσινα βουνά και ποτάμια. Άσε που τον χειμώνα έχει πολύ κρύο και σε επηρεάζει κι αυτό.
Βασίλης: Εδώ ο χειμώνας είναι χειμώνας (γέλια).
Η ελληνική σκηνή ανεβαίνει συνεχώς και ειδικά τα τελευταία χρόνια βλέπουμε όλο και καλύτερες κυκλοφορίες. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτό;
Κώστας: Είναι πιο εύκολο και πιο οικονομικό πια να παίξεις και να ηχογραφήσεις, οπότε όλο και περισσότερες μπάντες έχουν πρόσβαση στην μουσική.
Νίκος: Οι ελληνικές μπάντες δεν έχουν μεγάλες εταιρείες να τους υποστηρίζουν, ούτε τα media είναι υπέρ τους. Για παράδειγμα δεν έχω δει κανένα μέσο να υποστηρίζει τους 1000Mods.
Δεν έχουν και ανάγκη. Ό,τι έχουν καταφέρει, το έχουν καταφέρει μόνο με τη μουσική τους.
Νίκος: Ακριβώς. Για αυτό κι έχει ανέβει το επίπεδο.
Εσείς ποιες κυκλοφορίες έχετε ξεχωρίσει;
Νίκος: Εγώ σταθερά αγαπάω τους Planet of Zeus. Δεν είναι κοντά στο ύφος που παίζω αλλά μου αρέσουν πολύ. Με τους Need έχουμε παίξει μαζί και μου αρέσουν πολύ, όπως επίσης μου έκαναν εντύπωση οι Poscene και οι Bad Blood Orchestra. Εννοείται ότι ξεχώρισα και την κυκλοφορία των Dorian Shrooms.
Βασίλης: Εμένα μου αρέσει ο λίγο πιο βαρύ ήχος οπότε ξεχώρισα τους Godsleep και Half Gramme of Soma, αλλά σταθερές αξίες για εμένα είναι οι Their Methlab και οι 1000Mods.
Κώστας: Εγώ ξεχωρίζω τους Above Us The Waves, ακούω αρκετά metalcore οπότε μου αρέσει αυτή η μπάντα.
Αφού αναφερθήκαμε αρκετά στα χρώματα και τα συναισθήματα, θα ήθελα για το κλείσιμο να μου πείτε τι χρώμα θα δίνατε σε μια μπάντα που γουστάρετε και γιατί.
Κώστας: Εγώ θα πω τους Khuda. Μια DIY μπάντα από την Αγγλία και θα τους έδινα ένα σκούρο μπλε γιατί είναι σκοτεινοί αλλά έχουν και πολλά epic θέματα. (σ.σ. για τους Khuda συζητήσαμε αρκετά κατά την διάρκεια της κουβέντας μας. Είχαν παίξει πριν αρκετά χρόνια στην Ξάνθη και οι Granny’s House περιέγραφαν τόσο γλαφυρά τον ήχο τους, που το πρώτο πράγμα που έκανα όταν κλείσαμε ήταν να βάλω να ακούσω. Είχαν δίκιο. Φοβερή μπάντα).
Νίκος: Η αγαπημένη μπάντα είναι οι Tool, αλλά δεν έχουν χρώμα (γέλια). Τώρα αν θα έπρεπε να επιλέξω μπάντα και χρώμα θα επέλεγα Toundra και θα τους έδινα το πορτοκαλί ή το κόκκινο. Επίσης θα έδινα ξεκάθαρα το γκρι στους Russian Circles.
Βασίλης: Εγώ αγαπώ Pantera και θα δώσω το πράσινο. Δεν το αλλάζω με τίποτα
Ναι αλλά πίνει πολύ λευκό κρασί ο Anselmo (γέλια)
Βασίλης: Δεν γίνεται να ακούσεις Pantera και να μην χτυπηθείς.
Facebook: https://www.facebook.com/GrannysHouseBand
Instagram: https://www.instagram.com/grannys_house_/?hl=el
Bandcamp: https://grannyshouse.bandcamp.com/
Spotify: https://open.spotify.com/artist/4vQsYT5JYpD32XOCjVKNpS