Είδος: punk, post hardcore, post rock/metal, shoegaze
Εταιρεία: Sargent House, Hassle Records
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: 21 Οκτωβρίου 2022
Brutus, αχ, Brutus. Περίπτωση μπάντας που έχει καταφέρει να χτίσει ένα πολύ γερό fan base, από τη δεύτερη κιόλας κυκλοφορία της. Και καθόλου άδικα εδώ που τα λέμε, μιας που το Nest (2019), αποτέλεσε το δικό του “σταθμό” τόσο για το post hardcore ιδίωμα, όσο και για την ίδια τη μπάντα, η οποία, με αυτήν της την κυκλοφορία, ξεπήδησε από τα μονοπάτια της underground σκηνής προς ένα πιο ευρύ κοινό. Για κάποιον που έχει ακούσει με προσοχή το “Nest”, είναι ξεκάθαρο πως μετά από αυτό, η επιτυχία της μπάντας ήταν μονόδρομος, αφού το Nest δεν πρόκειται για περίπτωση δίσκου που γράφεις από τυχαία, ούτε προσωρινή έμπνευση, αλλά για είναι ένα δημιούργημα που προκύπτει από πηγαίο, πραγματικό ταλέντο, όρεξη για δημιουργία και πειραματισμό, και πολύ περισσότερο… ταυτότητα.
Φορτισμένοι συναισθηματικά και εμπνευσμένοι κατά ένα ικανοποιητικό ποσοστό από μια συνθήκη που έμελλε να αλλάξει τις ζωές όλων μας ριζικά, με το “Unison Life”, οι Brutus δημιουργούν ένα μεταξύ άλλων γλυκόπικρο κλίμα νοσταλγίας, μια ωδή στην αδικοχαμένη ξεγνοιασιά, τον παγιδευμένο έφηβο μέσα μας, έναν έφηβο που φοβάται την ενηλικίωση, σε έναν κόσμο που αδυνατεί να τον καλύψει.
Η εισαγωγή μας στο ταξίδι αυτό γίνεται με το σύντομο “Miles Away”, με τη ζεστή φωνή της Stephanie να μας τυλίγει σφιχτά, σχεδόν κυριολεκτικά, και τις απότομες κιθαριστικές παραμορφώσεις που ταράζουν την “απόκοσμη” ονειρική ατμόσφαιρα που έως τώρα έχει χτιστεί, να μας προϊδεάζουν για το συναισθηματικό roller coaster που θα ακολουθήσει.
Και σκάει το “Brave”. Προσωπικό αγαπημένο; Πολύ φοβάμαι πως ναι. Με την punk διάθεση να πηγαινοέρχεται τόσο στα “drumιστικά” παιχνίδια αλλά και τα δυναμικά φωνητικά της Stephanie, την γρήγορη κιθάρα που ακολουθεί στο ρυθμό αλλά δε διστάζει να δηλώσει ηχηρά την πιο post hardcore διάθεση του κομματιού, έχουμε τη συνταγή για την επιτυχία. Το “Brave” είναι ένα κομμάτι που θεωρώ πραγματικά αριστουργηματικό, αφού καταφέρνει να στεγάσει στον πυρήνα του τόσο διαφορετικά είδη μουσικής, ξεπηδώντας από το ένα στο άλλο, και να δώσει μια τελείως νέα πνοή και οπτική σε αυτά. Από punk πάμε σε shoegaze, από shoegaze σε post hardcore, από post hardcore σε punk, όλα αυτά για να καταλήξουμε με έναν τρόπο στο καλύτερο σημείο όλου του δίσκου, όπου drums, κιθάρα, μπάσο και φωνή εκρήγνυνται, δημιουργώντας μια μαύρη τρύπα στην οποία δεν έχεις επιλογή παρά να πέσεις μέσα. Πλέον ξέρεις πως το άκουσμα αυτού του δίσκου θα γίνει μια εμπειρία, ένα βίωμα.
Τα πράγματα ηρεμούν για λίγο, με τον ερχομό του “Victoria”. Οι Brutus αγγίζουν την πιο shoegaze/indie πλευρά τους, με το κομμάτι να αποτελεί ένα από τα πιο συναισθηματικά σημεία του δίσκου, ξεχειλίζοντας “νεανικότητα”. Ωμό και ακατέργαστο, ακριβώς όπως ένα άτομο στα εφηβικά του χρόνια, προσεγγίζει με ευαισθησία και ειλικρίνεια το ζήτημα του φόβου της ενηλικίωσης, όπως και την άρνηση αυτής, σε έναν κόσμο που φαντάζει ξένος και τρομακτικός.
“Teen-aged
But we grew older
My friend
I feel the end
This is our unison life
My friend, this is the end”
Σίγουρα δεν ήμασταν έτοιμοι για το “What Have we Done”, που ακολουθεί στη συνέχεια. Αν το δεις από μια συγκεκριμένη μεριά, στο “What Have We Done”, βιώνει την αναγέννησή του το πολύ αγαπημένο riff από το πλέον γνωστότερο κομμάτι της μπάντας “War” (Nest), ντυμένο με μια πλήρως διαφορετική ατμόσφαιρα, και ένα γρέζι στη φωνή της Stephanie που είναι λες και βγαίνει από τα σκοτεινότερα βάθη της ψυχής της, για να φτάσει στα αντίστοιχα δικά μας. Κομμάτι που ξεχειλίζει αγνή θλίψη, με την κιθάρα να είναι τόσο πνιγμένη όσο χρειάζεται ώστε να δεθεί άρρηκτα με τη “βραχνάδα” που αποπνέουν τα φωνητικά. Το μπάσο, δε, πλαισιώνει με το δικό του τρόπο τα υπόλοιπα όργανα σε μια “ambient” ατμόσφαιρα, δημιουργώντας μια αντίφαση στο κομμάτι, ανάμεσα στην απόκοσμη και μελωδική φύση του.
Φυσικά, αξίζει να αναφερθεί και να δοθεί ένα τεράστιο “συγχαρητήρια” στον Jesse Gander, υπεύθυνο για την ηχογράφηση, μίξη και παραγωγή του δίσκου, όπου για άλλη μια φορά και σε συνεργασία με την μπάντα, έδωσαν τα στοιχεία και την αισθητική στον ήχο των Brutus που κάνει το τρίο από το Βέλγιο να ξεχωρίζει.
Ακριβώς, λοιπόν, στο κέντρο του δίσκου βρίσκουμε τα “Dust” και “Liar”, τα δύο κομμάτια με τα οποία μας είχε teasάρει η μπάντα, προετοιμάζοντάς μας για την προσγείωση – η μάλλον απογείωση – του “Unison Life”. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, ότι από την πρώτη στιγμή που άκουσα το “Dust” όταν πρωτοβγήκε, κατάλαβα ότι κάτι πολύ σοβαρό θα ακολουθήσει.
Tο “Dust” είναι ένα κομμάτι που ξεχειλίζει θυμό και αγανάκτιση. Από μια αιθέρια εισαγωγή, μας σκάει σαν χαστούκι ένα ηχηρό rhythm section στο κουπλέ, σε άλλο ένα πάντρεμα punk και post hardcore ακουσμάτων. Φυσικά, αυτό το ακραίο skill που έχει η συγκεκριμένη μπάντα να ταλαντεύεται από το ένα είδος στο άλλο, χωρίς να βγάζει “αυτί” (κακό, το ξέρω), κυριαρχεί στο συγκεκριμένο τραγούδι, αφού με την punk ένταση που έχουν ξεκινήσει να δίνουν πόνο, οδηγούνται σε μια μετάβαση προς την πιο μελωδική post μεριά τους, με riffs που μέχρι και blackgaze μπάντες θα ζήλευαν. Το μπάσο έχει εξίσου την τιμητική του, με αρκετές παύσεις να του δίνουν ολοκληρωτικά το spotlight, καθιστώντας το την κινητήριο δύναμη που οδηγεί τα υπόλοιπα όργανα σε όλα αυτά τα διαφορετικά χρωματισμένα μουσικά περάσματα.
Και εκεί που αναρωτιέσαι αν μπορεί να γίνει καλύτερο, οι Brutus απαντάνε:
“What are you gonna do
When everything is done
To understand it more
Please be silent for just once
There is so little room
To understand my thoughts
What are you gonna do
Keep pretending that you’re God”
Και σαν να μην έφτανε αυτό, το instrumental part που ακολουθεί μετά από τους στίχους “Ready, are you ready, why are you running, I am standing over here”, στέκεται ως μια από τις πιο ανατριχιαστικές στιγμές του δίσκου.
Το τέλος του “Dust” σημάνει ένα outro πανομοιότυπο με το intro του, δημιουργώντας μια αρμονία, μόνο για να σπάσει με τον ερχομό του “Liar”. Ρυθμικό, ξεσηκωτικό, με τον μελωδικό ήχο των “charms” που ακολουθούν σαν σπίθες φωτός, να το δένουν αισθητικά με τα υπόλοιπα κομμάτια. Το κάθε όργανο έχει το χώρο και το χρόνο να ανασάνει, και να δώσει το δικό του μοναδικό στοιχείο στην ολότητα του κομματιού. Άλλοτε πρωταγωνιστεί το μπάσο, άλλοτε όλα τα όργανα κάνουν πίσω για να ακουστεί αυτό που έχει να πει η Stephanie, και εγώ δε μπορώ παρά να σκέφτομαι και να νιώθω περήφανη για την εξέλιξή της, που είναι πασιφανής, αφού φαίνεται πως έχει κάνει unlock πολλά achievements, και έχοντας ωριμάσει, αναγνωρίζει ακόμη βαθύτερα πώς να χειρίζεται την ιδιαιτερότητά της, και να δίνει αυτό το εξωπραγματικό αποτέλεσμα με τα φωνητικά της.
Μια αρκετά πιο στενάχωρη (στιχουργικά – νοηματικά) εκδοχή του “Victoria” ακολουθεί με το “Chainless”. Όμως, σε αντίθεση με το “Victoria”, η μελωδική εισαγωγή απλώς προετοιμάζει το έδαφος για τον κακό χαμό που θα ακολουθήσει, σε μια hardcore punk παράνοια, γεμάτη θυμό, για να ξεσηκωθεί κάθε πικραμένος. Έτσι ξεδιάντροπα, οι Brutus μας δίνουν και μια μικρή γεύση ενός ασήκωτου breakdown, για να μας επαναφέρουν στη θλίψη με την οποία μας εισήγαγαν στην αρχή του κομματιού. Και κάπου εκεί που ίσως και να έχεις ξενερώσει λίγο, το breakdown επανέρχεται, μαζί με ένα πάντρεμα και των δύο στοιχείων που μόνο οι Brutus ξέρουν πώς να κατορθώνουν, δίνοντας στον ακροατή το climax που του αξίζει.
Και ακολουθεί η καταιγίδα. Δεν ξέρω αν θα βγάλει νόημα αυτό, αλλά στα αυτιά μου το “Storm” ακούγεται σαν ένα πολύ βαρύ shoegaze κομμάτι, σαν όλο το χτίσιμο και οι λεπτομέρειες που προστέθηκαν στο κομμάτι για την ολοκλήρωσή του, να είχαν το shoegaze σαν βάση. Οι Brutus, λοιπόν, με αυτό τους το κομμάτι, τραβούν απ’ τα μαλλιά την ίδια τους τη “βάση”, προσθέτοντας σε αυτήν δυνατά – καθαρά, “πάνκικα” drums, κιθαριστικά distortions που θα έβρισκες σε blackgaze δίσκο, και ίσως τα πιο σταθερά σε εύρος φωνητικά που έχουμε ακούσει έως τώρα, γεφυρώνοντας μια κάποια ισορροπία γύρω από τα υπόλοιπα όργανα. Για τα πλήκτρα, απ’ την άλλη, που κάνουν πρώτη φορά την εμφάνισή τους στο δίσκο, το μόνο που έχω να πω είναι ότι Brutus, σας μισώ, γιατί θέλω κι άλλο.
Το “Unison Life” σιγά σιγά φτάνει στο τέλος του με το “Dreamlife”. Ακούω riff που μου θυμίζει έντονα “A Place To Bury Strangers” στα καλύτερά τους, και σκέφτομαι πως κάτι σοβαρό συμβαίνει εδώ. Αυτό που πραγματικά συμβαίνει στο “Dreamlife” είναι μια παράνοια, αφού εκεί που πας να χωνέψεις αυτό που ακούς, το κομμάτι σε έχει ήδη πάει σε κάτι άλλο. Πάντα ήθελα να χρησιμοποιήσω τη λέξη “πανζουρλισμός” κάπου και να στέκει, και επιτέλους, οι Brutus μου έκαναν αυτό το δώρο. Από αρκετά hardcore σημεία και “in your face” drums, πάμε σε αγνό shoegaze, με post rock εκρήξεις, κάτι που μόνο η τριάδα μπορεί να αποδώσει με αυτόν τον τρόπο.
Η μοναδική, λοιπόν, οπτικοακουστική εμπειρία του “Unison Life”, κλείνει με το “Desert Rain”, ένα κομμάτι που δεν αποτελεί απλώς άλλο ένα closing δίσκου. Με το “Desert Rain”, οι Brutus κατάφεραν να ξεπεράσουν τους ίδιους τους εαυτούς τους, δημιουργώντας ένα άσμα τόσο περίπλοκο όσο και φορτισμένο συναισθηματικά. Εντάσσονται στο παιχνίδι νέες, φρέσκες ιδέες, με κάποια στοιχεία ανατολίτικης αισθητικής να αχνοφαίνονται πολύ λεπτεπίλεπτα και διακριτικά στο εισαγωγικό riff, ενώ παράλληλα η μουσική ακροβατεί ανάμεσα στην καταδίκη της black metal, τη μελαγχολία της post rock (riff τιμητική στους MONO), την ένταση του blackgaze, κάνοντάς σε να σκέφτεσαι πως εν τέλει, αυτό που κάνει τους Brutus τόσο πετυχημένους, είναι ακριβώς το ότι δεν περιορίζονται απολύτως πουθενά, αλλά γράφουν τη μουσική που γουστάρουν, όπως γουστάρουν αυτοί, οδηγούμενοι καθαρά από την έμπνευση και την ανάγκη τους να επικοινωνήσουν αυτό που έχουν να πουν.
Για τις δεξιότητες της μπάντας δεν αμφέβαλα ποτέ, όμως, είναι φανερό πως στο “Unison Life”, δοκιμάστηκαν πάρα πολύ τα όριά τους. Και ο πήχης ανέβηκε κι άλλο, αφού η τριάδα κατάφερε να ξεπεράσει κάθε πιθανή προσδοκία που μπορεί να είχε όχι μόνο το κοινό, αλλά και οι ίδιοι για τη μουσική τους. Έτσι, μέσα από το νέο τους δίσκο, ανακαλύψαμε κι άλλες πτυχές τους, και ως ακροατές, παρασυρθήκαμε ακόμη πιο βαθιά στο μαγικό τους κόσμο, ενώ ταυτόχρονα ήρθαμε σε μια ζόρικη πρόκληση που μας ώθησε να βουτήξουμε βαθιά στο εσωτερικό. Και δεν ξέρω αν είμαι μόνη μου σε αυτό, αλλά ακούγοντας και ξανακούγοντας το “Unison Life”, η μουσική του, όντας τόσο γεμάτη και πολυδιάστατη, δε σταμάτησε να μου δημιουργεί εικόνες, μετατρέποντας την εμπειρία ακρόασης αυτού του δίσκου σε ένα οπτικοακουστικό βίωμα. Ένα βίωμα, που παρά τους προβληματισμούς με τους οποίους σε βάζει να έρθεις αντιμέτωπος, στο ανταποδίδει με συναισθήματα ελπίδας και ενότητας. Είναι ξεκάθαρο πλέον πως οι Brutus έχουν χτίσει μια οικογένεια γύρω από τη μουσική τους. Και για αυτό, τους ευχαριστούμε.
Τα λέμε τον Απρίλη!
Bandcamp: https://wearebrutus.bandcamp.com/album/unison-life
Youtube: https://youtube.com/@wearebrutus
Facebook: https://www.facebook.com/wearebrutus
Instagram: https://instagram.com/wearebrutus
Spotify: https://open.spotify.com/artist/7m63GptZSke3jGqCxR4rom