Πάμε και για την 12η και τελευταία μέρα του φετινού Release, και ξεκινώντας την ανταπόκριση αυτή, θα βγάλω το προφανές από τη μέση για να μη το κουράζουμε.
ΝΑΙ, είχε ζέστη, 23 Ιουλίου στην καρδιά της πόλης εν μέσω θερμού κύματος, προφανώς και η φάση ήταν αρκετά καυτή. Παρόλα αυτά, θα πω ότι υπήρχε καθ’ όλη τη διάρκεια ένα ελαφρύ περιστασιακό αεράκι που κάπως έκανε τα πράγματα παλέψιμα, τουλάχιστον αν δεν ήσουν στη μέση και μπροστά πνιγμένος από κόσμο τριγύρω. Όπως και να έχει, έχουμε περάσει και πολύ χειρότερα σε κλειστούς χώρους την περίοδο Ιουνίου – Ιουλίου στο παρελθόν.
Φτάνοντας στη Πλατεία Νερού κατά τις 17:00, πρώτο πράγμα που παρατήρησα ήταν η ήδη σαφώς μεγαλύτερη προσέλευση κόσμου σε σχέση με άλλες φορές. Θεωρώ ότι η ημέρα (Σάββατο) σε συνδυασμό με το “τελετουργικό” της αυλαίας του Release συν το line up βοήθησαν στο να μαζευτεί λαός, και δη από νωρίς. Προμηθευτήκαμε τα προληπτικά κουπόνια μας για νερά και μπύρες για να είμαστε σε ετοιμότητα μη πάθουμε καμία αφυδάτωση και απομπύρωση, και σιγά-σιγά αρχίσαμε να εγκλιματιζόμαστε με τους Project Renegade, το πρώτο σχήμα της ημέρας.
Ιδανικό το ξεκίνημα από την εν λόγω ελληνική μπάντα, νουμεταλλάδες με μια πιο alternative χροιά και μια μουσική προσέγγιση που αγκαλιάζει μεταξύ άλλων ορισμένα στοιχεία των συγκροτημάτων που θα βλέπαμε στη συνέχεια, με ωραία γκρούβα και μια συναυλιακή μοντερνίλα που ταίριαζε στο άνοιγμα της όλης φάσης. Καλωσόρισμα με το One for the Crowd σε ρόλο welcome drink της βραδιάς για το κοινό, κλείσιμο δυναμικό/slipknot-ικό με το The New Joker. Η Μαριάννα στα φωνητικά προφανώς και είναι το σημείο αναφοράς της μπάντας καθώς δίνει το στίγμα, και η όλη της παρουσία ήταν ένας συνδυασμός ωραίων φωνητικών και «σωστού» attitude που μας ζέσταναν για τη συνέχεια.
Τη συνέχεια ανέλαβαν οι ιδιαίτεροι Maplerun, ένα συγκρότημα που έχει κάνει δουλίτσα τα τελευταία 10-15 χρόνια, τίμιοι και ταγμένοι στη μουσική τους, με το ένα πόδι στέκονται στις Ιερές Αρχές των εναλλακτικών 90s-00s, με το άλλο ελίσσονται σαν χαμαιλέοντες σε διάφορες μουσικές αναζητήσεις που τους δίνουν μια “φρεσκάδα” στο σύνολο. Κάπως δύσκολο να τους κατηγοριοποιήσεις αν πρέπει ντε και σώνει να το κάνεις, οι ίδιοι κλείνοντας με μια διασκευή στο Toxicity των SOAD μας έδειξαν προς τα που λοξοκοιτάνε εάν ψάχνουμε την απάντηση. Γενικά μια ευχάριστη παρουσία και ένα fun μισάωρο, θεωρώ ότι δεν ήταν η καλύτερή τους εμφάνιση αν θα πρέπει να γίνω εντελώς ψείρας, ίσως η ώρα και η ζέστη τους επηρέασαν κάπως σε διάφορες λεπτομέρειες με το συνολικό αποτέλεσμα να είναι ελάχιστα off για κάποιον λόγο, αλλά δε θα γίνω ψείρας και θα πω ότι στη ροή της βραδιάς έδωσαν ένα ωραίο vibe, μια χαρά, προχωράμε.
Η ώρα είχε έρθει για τη πρώτη ευχάριστη έκπληξη της δωδέκατης μέρας του Release. Οι Vended είναι ένα συγκρότημα που σίγουρα διαθέτει αυτή τη κατάρα/ευλογία να είναι “στη σκιά” των πατεράδων, καθότι είναι η μπάντα των Griffin Taylor και Simon Crahan, γιών των Corey Τaylor και Shawn Crahan αντίστοιχα. Σίγουρα αυτό σημαίνει άπειρες ευκολίες για αυτούς, αλλά και μια μόνιμη αμφισβήτηση που πάει πακέτο με την αδιάκοπη σύγκριση με τους διάσημους γονείς τους. Ε λοιπόν, από τα πρώτα κιόλας λεπτά οι “μικροί Slipknot” προσπάθησαν πολύ να κάνουν τη συμβολική τους “πατροκτονία” και θεωρώ ότι κέρδισαν το κόσμο που τους το αναγνώρισε.
Κεφάτοι, δυναμικοί, γκρουβαριστοί και με μια νεανική ορμή που δε σε άφηνε ασυγκίνητο (μιλάμε για παιδιά 18 και 19 ετών), οι Vended σε ανάγκασαν να στρέψεις τη προσοχή σου στο stage και να κουνήσεις το κεφάλι στο ρυθμό τους. Σίγουρα μουσικά δεν επανεφευρίσκουν το τροχό, ακούγονται σκανδαλωδώς κοντά στους Slipknot με ολίγον περισσότερη εφηβική “αλητεία”, αλλά ακριβώς επειδή είναι απόγονοί τους, ταυτόχρονα η ομοιότητα αυτή έχει και μια χαριτωμενιά, που εύχομαι στο μέλλον να εξελιχθεί σε κάτι πραγματικά δικό τους, Ή εναλλακτικά ξέρω γω, ας αναλάβουν τους actual Slipknot όταν οι μεγάλοι δε την παλεύουν άλλο, ο μικρός Taylor έχει ίδια φωνή με το πατέρα του. Όπως και να έχει οι Vended με έπεισαν να ασχοληθώ μαζί τους, μου έφτιαξαν τη διάθεση με τη ζωντάνια τους, άνετοι και αεικίνητοι στη σκηνή, ωραίο νουμεταλάκι με άρωμα 00s. Μόνο μελανό σημείο κάποιο τεχνικό θέμα που συνέβη πριν τα 2-3 τελευταία κομμάτια, και έτσι στη διάρκειά τους ο ήχος κάτι έπαθε, σαν να χάλασαν τα εφέ της κιθάρας και έβγαινε ένα πνιχτό αποτέλεσμα, δεν μπορώ να είμαι σίγουρος για την φύση του προβλήματος, αλλά οκ, συμβαίνουν αυτά, οι ίδιοι οι Vended δεν πτοήθηκαν ιδιαίτερα.
Nτισκλεημερ σε αυτό το σημείο. Οι Jinjer δεν είναι ακριβώς το “cup of tea” μου, αλλά παρόλα αυτά τους ακούω ευχάριστα όποτε τυχαίνει, ενώ φυσικά δίνω το respect μου στην Tatiana Shmailyuk η οποία με τα χρόνια έχει αποδείξει ότι είναι μια φωνάρα με τρομερές δυνατότητες για το είδος που υπηρετεί και μια από αυτές τις larger than life παρουσίες που ακόμη και να μη το θες, σε μαγνητίζουν με την ενέργειά τους. Είχα δηλαδή μια συγκρατημένη αισιοδοξία ότι οκ, καλά θα είναι σίγουρα, αλλά ταυτόχρονα μέσα μου περίμενα Slipknot/Sepultura. Επίσης ξέρω ότι υπάρχει πολύς κόσμος που τους γουστάρει, αλλά σκεφτόμουν ότι ο πολύς λαός μάλλον θα σκάσει μετά τους Jinjer.
Ε λοιπόν, μπουμ, 2 στα 2 λάθος, το παραδέχομαι πανηγυρικά. Όχι μόνο είχε ήδη σκάσει πολύς κόσμος μπροστά “διψασμένος” για καυτό ουκρανικό metalcore, η ίδια η μπάντα με έκανε να πάω από το «καλά είναι» στο «γ@μαει η φάση» σε χρόνο DT. Με ένα λεπιδοφόρο σήμα της ειρήνης στα χρώματα της Ουκρανίας στο background, οι Jinjer έσκασαν αποφασισμένοι να δώσουν το 100%. Σφιχτοί, δεμένοι, άρτιοι παικτικά, η Τατι Θεά και η Σκηνή το Βασίλειό της, ερμηνευτικά αψεγάδιαστη, άλλο να φαντάζεσαι αυτό το “largertthan life”, άλλο να το βλέπεις να ξεδιπλώνεται επί μία ώρα σχεδόν μπροστά σου.
Το setlist κατά 95% βασίστηκε στις δουλειές της μπάντας από το 2019 κ μετά, δηλαδή Μacro/Micro και Wallflowers. Το υπόλοιπο 5% ήταν αναμενόμενα το Pisces από το King of Everything. Η αναφορά τους στο πόλεμο ταπεινή και λιτή χωρίς φανφάρες, περισσότερο μια επίκληση για ειρήνη δίχως φθηνούς συναισθηματισμούς, για μένα υπέρ τους αυτό, αλλά εννοείται πως θα έδειχνα κατανόηση σε οτιδήποτε διαφορετικό. Προσωπικό highlight το Judgement (& Punishment) καθότι έχω και ένα soft spot για οτιδήποτε πλατσουρίζει σε reggae θάλασσες, αλλά και επειδή θεωρώ ότι σε αυτό το κομμάτι το ταλέντο της Τατιάνα λάμπει, είναι σαν τον τύπο στο Split με τις πολλαπλές προσωπικότητες, μια τραγουδίστρια που κρύβει άλλες 23 τραγουδίστριες μέσα της. Τέλος θα πρέπει να κάνω ιδιαίτερη μνεία στον ήχο των Jinjer, πραγματικά ΑΨΟΓΟΣ και κρυστάλλινος, σαν να ακούς CD (ή τελοσπάντων ό,τι ακούνε τα παιδιά αυτές τις μέρες), δεν θαβόταν η παραμικρή νότα. Γενικά ο ήχος της βραδιάς παρέμεινε σε τρομερά επίπεδα, συγχαρητήρια σε όλους τους εμπλεκόμενους για αυτό.
Setlist:
Call Me a Symbol
On the Top
Pit of Consciousness
Disclosure!
Judgement (& Punishment)
Teacher, Teacher!
Sleep of the Righteous
As I Boil Ice
Perennial
Pisces
Home Back
Vortex
Colossus
Με αυτά και μ’ αυτά είχε έρθει η ώρα για τους πρώτους από τους ΔΥΟ headliners της βραδιάς. Ομολογώ ότι ενώ αγαπάω πάντα τους Sepultura, λίγο ο –πολυυυύς- καιρός που έχω να τους δω live (αν δε κάνω λάθος από το Ρόδον και το μακρινό 2004), λίγο η Μαξκαβαλερίαση μου, λίγο τα ολούθε ιντερνετικά και μη σχόλια που άφησα να με επηρεάσουν ότι “θα λείπει ο Kisser”, “δεν είναι οι πραγματικοί Sepultura αυτοί, είναι tribute” κλπ, κάπως ήμουνα συγκρατημένος, παρόλο που ταυτόχρονα περίμενα πως και πως να τους ξανασυναντήσω σε συναυλιακές συνθήκες, παρόλο που θεωρώ ότι ακόμα και μέχρι σήμερα συνεχίζουν να βγάζουν εξαιρετικούς δίσκους. Ω Αρχαία Πνεύματα του Δάσους του Αμαζονίου, συγχωρήστε την ύβρη που διέπραξα τολμώντας να κάνω δεύτερες σκέψεις.
Θα το πω ξεκάθαρα για να είμαι ξηγημένος. Εγώ κατάλαβα σε τούτο το live πως οι Sepultura είναι τόσο τεράστια μπάντα, όπου το όνομα Sepultura είναι πάνω από τα ονόματα των εκάστοτε μελών, με έναν μαγικό, υπερβατικό τρόπο. Πως είναι όταν στο ποδόσφαιρο μια φανέλα είναι βαριά και έτσι παρασέρνει όλους τους παίκτες στο να παίζουν καλά; Ε, κάπως έτσι. Επίσης, ασχέτως της δυστυχούς έλλειψης τους Andreas Kisser, κάποιοι ας χωνέψουν επιτέλους πως ΑΥΤΟΙ είναι οι Sepultura πλέον, εδώ και τόσα χρόνια δηλαδή. Στη τελική, ο τιτάνας Paulo Jr. είναι εκεί από την πρώτη μέρα, ο Kisser –σχεδόν- το ίδιο (οκ αυτός έλειπε, θα τα πούμε λίγο πιο κάτω για τον αντικαταστάτη του), το ΘΗΡΙΟ που λέγεται Derrick Green πλέον πρέπει να είναι στους Σεπς τα διπλάσια χρόνια από όσα ήταν ο Μαξ, και στα τύμπανα είναι ένας τύπος που λέγεται Eloy Casagrande και μπορείς να κάνεις συζήτηση για το αν είναι ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους metal drummers χωρίς κανείς να σε περάσει για περίεργο.
Όπως λοιπόν ίσως το βλέπατε να έρχεται από την εισαγωγή μου, οι Sepultura ήταν πραγματικά ΙΣΟΠΕΔΩΤΙΚΟΙ, δε μπορώ να βρω καλύτερο επιθετικό προσδιορισμό. Το ΘΗΡΙΟ έβγαζε μια ωμή αρχέγονη δύναμη, κάθε λέξη που έβγαινε από το στόμα του σου έσκαγε σαν μπουκέτο στα δόντια, επιβλητικός και αγέρωχος, οριακά με έκανε να σκεφτώ πως είναι ο ιδανικός frontman σε αυτή τη μπάντα, για λίγο ξέχασα κιόλας ότι ο Μαξ Καβαλέρα κάποτε ήταν στη θέση του. Και δε μιλάω για τα “δικά του” κομμάτια μόνο. Από το Territory ακόμη, που ήταν στην αρχή του σετ, καταλάβαμε όλοι πολύ καλά πως θα πάει το πράγμα, μας έκανε η μπάντα να το καταλάβουμε δηλαδή, άκρως εμφατικά και απείρως πωρωτικά. O Paulo Jr., αυτή η ευγενική φαινομενικά ήρεμη δύναμη των Sepultura σηκώνει στις πλάτες του όλη τη γκρούβα του κόσμου, ο παιχταράς Eloy Casagrande επίσης μας έκανε να ξεχάσουμε τον Ίγκορ (θα τολμήσω να πω ότι είναι καλύτερος drummer). Ο άντι-Kisser ονομάζεται Jean Patton, είναι Βραζιλιάνος και παίζει στους Project46, και ο τύπος ήταν εξωφρενικά ΑΨΟΓΟΣ. Αν και δε θέλω να επαναλαμβάνομαι, αναγκαστικά θα πω ξανά και εδώ το ίδιο πράγμα, όχι για να μειώσω τον Kisser επ’ ουδενί, αλλά για να αναδείξω τον τεράστιο αυτό παίκτη: ε για λίγη ώρα, “ξεχάσαμε” και τον Andreas Kisser. Εγώ αν ήμουν οι Sepultura θα τον έκανα επίτιμο μέλος της μπάντας, δεύτερο κιθαρίστα, θα του οργάνωνα απονομή μεταλλίου για τη προσφορά του στο συγκρότημα, δε ξέρω, κάτι. Αλάνθαστός, ουσιαστικότατος, με τρομερό ήχο στη κιθάρα, γεμάτο, ογκώδη και ταβλωμένο, όπως γενικά ήταν ο ήχος όλου του συγκροτήματος.
Το σετλιστ εκπληκτικό, έπαιξαν μπάλα από όσο το δυνατόν περισσότερη δισκογραφία μπορούσαν στην περιορισμένη μιάμιση πάνω κάτω -και λιγότερο- ώρα που είχανε στη διάθεσή τους, από Means to an End και Kairos, σε Propaganda και Convicted In Life, πίσω σε Troops of Doom και Slave New World, οι Sepultura μας πήρανε τα μυαλά, τα έβαλαν σε ένα μπλέντερ και το άφησαν να βαράει αλύπητα στη max ταχύτητα επί μια ώρα και. Και πάνω που νομίζαμε ότι δε γίνεται καλύτερα, ε πάρτε και μια τριάδα Refuse/Resist, Ratamahatta, Roots Bloody Roots για το φινάλε, όπου διονυσιασμένοι αρχίσαμε να κράζουμε σε ακατάληπτα βραζιλιάνικα και να χτυπάμε με τις γροθιές μας το χώμα για να πάρουμε σαμανική ενέργεια, ή αλλιώς για να θυμηθούν/καταλάβουν και οι πιο αντιδραστικοί ποια είναι αυτή η θρυλική μπάντα από το Belo Hοrizonte. Εγώ εντωμεταξύ κάπου εκεί να έχω ξεφύγει πλέον, μη μπορώντας να σκεφτώ πως οι Slipknot θα καταφέρουν να ξεπεράσουν αυτό που μόλις είχαμε δει.
Setlist:
Isolation
Territory
Means to an End
Capital Enslavement
Kairos
Propaganda
Cut-Throat
Convicted in Life
Troops of Doom
Agony of Defeat
Slave New World
Refuse/Resist
Arise
Ratamahatta
Roots Bloody Roots
Η ώρα είχε περάσει, οι μπύρες είχαν καταναλωθεί, τα νερά είχαν στεγνώσει, η Πλατεία Νερού είχε πλέον γεμίσει ασφυκτικά, το σώμα κρατιόταν όρθιο χάρης σε ένα μιξ αλκοόλ και αδρεναλίνης, ε, είχε φτάσει η στιγμή των δευτέρων headliners και τελευταίας μπάντας γενικώς για το φετινό Release, τους αγαπημένους μας Slipknot που ήρθαν για να κουνήσουν μαντήλι στο φεστιβαλικό καλοκαίρι του 22 (περίπου, υπάρχει και η Νέα Μάκρη αλλά ήθελα να δώσω αυτόν τον κινηματογραφικό τόνο). Όπως προανέφερα, έκανα για λίγο τη σκέψη “πως θα καταφέρει ο Κόρεϊ και η παρέα του να ξεπεράσουν τον κανονιοβολισμό των Sepultura;”, χωρίς να έχει μεγάλη σημασία βέβαια, απλά κάνοντας αυτή την ερώτηση στον εαυτό μου, κατάλαβα πολύ καλύτερα την εμφάνιση των Slipknot μέσω της απάντησης που μου έδωσα. Θα το θέσω κάπως έτσι: Οι Sepultura είχαν την οργισμένη ορμή ενός “πληγωμένου θηρίου”, οι Slipknot είχαν την δυναμική αυτοπεποίθηση μιας μπάντας που νιώθει μεγάλη. Και οι δύο περιπτώσεις μπορούν να οδηγήσουν σε ένα live που θα τσακίσει κόκκαλα, αλλά υπάρχει διαφορά στο πως οδηγείται εκεί το κάθε συγκρότημα, και ο καθένας διαλέγει τι του κάνει περισσότερο. Το θέμα είναι ότι το μεταλ θα βρει χώρο να εκφραστεί είτε με τον ένα, είτε με τον άλλο τρόπο, και ότι δεν είναι άθλημα για να βρούμε ποιος κέρδισε, αλλά τέχνη, το μόνο που πρέπει να βρούμε είναι τι αξίζει να μας γαργαλάει τον εγκέφαλο και τη καρδιά περισσότερο.
Μα αυτά τα λόγια σοφίας περνάμε στα μασκοφορεμένα παλληκάρια από την Αϊόβα, για τους οποίους σίγουρα έσκασε ο περισσότερος κόσμος στη Πλατεία Νερού, και αυτό το αναφέρω καθότι προσωπικά δεν θυμάμαι τον χώρο αυτό ποτέ τόσο γεμάτο. Μια τεράστια αυλαία με το logo των Slipknot, οι AC/DC να παίζουν σαν intro από τα ηχεία “For those about to Rock”, και πραγματικά ένιωθες τη συσσωρευμένη ενέργεια τριγύρω έτοιμη να εκραγεί σαν βόμβα μεγατόνων. Η ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα βρήκε τη πρώτη βαλβίδα αποσυμπίεσης στον καταιγισμό του εναρκτήριου Disasterpiece, ξύλο, πάθος, χαμός -παρά τη “ταλαιπωρία” και την έλλειψη νερών (το μοναδικό ατόπημα της διοργάνωσης καθότι τελείωσαν σχετικά νωρίς). Αν υπήρχε η οποιαδήποτε αμφιβολία για τον αν μπορεί η φάση να γίνει πιο κολασμένη, πάρε στα καπάκια Wait and Bleed και instant πανζουρλισμός, μαζικό sing-along και δεκάδες μικρά πιτς να φυτρώνουν σαν μαγικά μανιτάρια.
Οι Slipknot σίγουροι πως πλέον έχουν μαζί τους και τα σχεδόν 20000 άτομα στη Πλατεία Νερού, με εντυπωσιακό εκρηκτικό stage show, αυτό το πολυπληθές της παρουσίας τους που πάντα μου έφτιαχνε τη διάθεση, σαν να βλέπεις ένα πληθωρικό θίασο καταστροφής, συνεχίζουν το κοπάνημα χωρίς οίκτο. Sulfur, Before I forget και το κοινό εκστασιασμένο παρακολουθεί ένα συγκρότημα που ήρθε να μοιράσει πόνο απλόχερα. Μέχρι και στο πρόσφατο The Chapeltown Rag οι μηχανές μπάντας και κοινού συνέχισαν να λειτουργούν στα κόκκινα. Αν θα πρέπει ντε και σώνει να εντοπίσουμε μια μικρή “κοιλιά” στο όλο show θα πρέπει να αναφέρω τον Corey Taylor, ο οποίος είχε όρεξη για κουβεντούλα, κάτι το οποίο δεν είναι απαραίτητα κακό, μπορείς να το εξελάβεις σαν επικοινωνία με το κοινό. Ωστόσο, επειδή άρχισε τα διάφορα “είμαστε οικογένεια” κλπ., δεν μπορούσα να μην κάνω συνειρμούς με τους Μετάλλικα που λένε κάτι παρόμοια, και βαθιά μέσα μου ένιωσα λίγο αυτή τη “τυποποίηση” ενός show διάσημης μπάντας. Ενδεχομένως είναι δικά μου κολλήματα αυτά βέβαια, αλλά το σίγουρο είναι πως το μπιρι μπιρι του τρελά κεφάτου κατά τα άλλα Corey μας έφαγε αρκετά λεπτά από actual τραγούδια στο σύνολο του λαιβ. Ωστόσο μιλάμε για μουσική και όχι για πατάτες, επομένως θα συμπεριλάβω και αυτό το κομμάτι σαν μέρος της συνολικής εμπειρίας, στη τελική ίσως χρειάζονται και οι ίδιοι κάποιο χρόνο να πάρουν μια ανάσα, δεν είναι και παιδαρέλια πλέον, εδώ φύγανε με τραυματισμούς από το λαιβ.
Όπως και να έχει, η μαζική αποτέφρωση maggots συνεχίστηκε με κομμάτια όπως The Heretic Anthem, Psychosocial, Duality και ο κόσμος να είναι επίμονα εκεί, μαζί τους, εκστασιασμένος. Ο ήχος ήταν πολύ καλός και ξεκάθαρος σε υψηλές εντάσεις, ενδεχομένως κάπως αρκετά κομπρεσσαρισμένος αλλά νομίζω ότι αυτό είναι η επιλογή της μπάντας. Ειδική μνεία στα 2 κτήνη Mick Thomson και Jim Root στις κιθάρες, εξαιρετικοί. Spit it Out και το προβλεπόμενο μαζικό γονάτισμα-τζαμπνταφακαπ για να χάσουμε ότι σταγόνα ιδρώτα είχε απομείνει στο σώμα και ότι ψήγμα λογικής στο μυαλό, και το τελειωτικό χτύπημα με τους ύμνους από τα παλιά “People = Shit” και “Surfacing”, ψεκάστε σκουπίστε, τελειώσατε, καλή μας νύχτα. Καθίσαμε με τη παρέα για μια τελευταία μπύρα και ένα τελευταίο τσιγάρο εκεί κάτω μπροστά από τη σκηνή, μπας και φύγει κάπως ο πολύς λαός και δεν κολλήσουμε εντελώς στην έξοδο, και το πονεμένο μου κορμί με έκανε να καταλάβω ότι αυτό ήταν ένα λάιβ βγαλμένο από τα παλιά.
Setlist:
Disasterpiece
Wait and Bleed
All Out Life
Sulfur
Before I Forget
The Chapeltown Rag
Dead Memories
Unsainted
The Heretic Anthem
Psychosocial
Duality
Custer
Spit It Out
Encore:
People = Shit
Surfacing
Οι Slipknot ήρθαν με τον “αέρα” της μεγάλης μπάντας και σίγουρα έδωσαν για περίπου 80 λεπτά μια παράσταση που θα τολμήσω να πω πως ήταν, μαζί με τους Sepultura, από τις κορυφαίες για φέτος. Γενικά ολόκληρη η βραδιά έβγαλε μια παλαιάς κοπής συναυλιακή “αύρα”, σαν να χρειαζόταν ο κόσμος μια μικρή περίοδο προσαρμογής και ξεμουδιάσματος μετά από 2 χρόνια χωρίς αυτά τα καλοκαιρινά μαζικά live, και αυτό το τελευταίο Σάββατο στη Πλατεία Νερού όλοι φάνηκαν να έχουν βρει ξανά τη φόρμα τους. Προσωπικά περίμενα να είναι ένα πολύ δυνατό φεστιβάλ, αλλά εν τέλει πήρα κάτι beyond and above, κάτι που τσάκισε κόκκαλα και σίγουρα θα είναι μια συναυλία που θα μου μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη. Αντίο Release του ‘22, καλή αντάμωση σε έναν περίπου χρόνο, αν δε πάνε όλα κατά διαόλου στο ενδιάμεσο.
Φωτογραφίες: Αποστόλης Καλλιακμάνης
1292