OTHERS BY NO ONE: “Book II-Where Stories Come From”

ALBUM

Είδος: Progressive Rock/Metal
Εταιρεία: Ανεξάρτητη Κυκλοφορία
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 22 Οκτωβρίου 2021

Η ιδιάζουσα αυτή περίπτωση από το Dayton του Ohio ξεφυλλίζει προκλητικά στη μούρη μας το δεύτερο μουσικό της βιβλίο: 75 λεπτά υπόσχονται μια μεγάλη διαδρομή, όμως ο χρόνος αποδεικνύεται τελικά το λιγότερο παράξενο δεδομένο. Δεν είναι δύσκολο να φανταστώ τον πρωταγωνιστή Max Mobarry, ζωσμένο με διάφορα μουσικά όργανα να παρελάζει σαν ατομική κινητή ορχήστρα τραγουδώντας ταυτόχρονα περίεργους στίχους: διάφορες κιθάρες, μπάσο, κήμπορντς, κρουστά, κάθε είδους φωνητικά (έχει σημασία αυτό) και διάφορα άλλα ηχητικά αξεσουάρ συμπληρώνουν τη λίστα του.

Δίπλα του ο Mike Gregg, κυρίως κιθαρίστας, ενίοτε και πιανίστας, συμπράττει στο πολύπλοκο μουσικό του όραμα, και κοντά του ακολουθεί και μια σεβαστή ομάδα πολλών επιδέξιων μουσικών. Όσοι τους γνώρισαν από το πρώτο τους άλμπουμ, το “Book I: Dr. Breacher” του 2017, που μάλλον μοιάζει με EP, χρονικά συγκρινόμενο με το “Book II”, είναι βέβαιοι πως οι προβλέψεις τους θα ανατραπούν, και θα ανατραπούν, και θα …ανατραπούν.

Ακολουθώντας τα απολογητικά λεγόμενα του Mobarry, η μπάντα οδηγείται από το πάθος της να συνθέσει στο ύφος των αγαπημένων της Haken, Between The Buried And Me και των δυστυχώς τόσο πρόωρα διαλυμένων Native Construct. Αφήνουμε όμως μια τόσο περιληπτική περιγραφή και καταφεύγουμε στον σοφό κόσμο της φύσης, επιχειρώντας να σκιαγραφήσουμε μια πρώτη αντάξια εντύπωση: φαντάσου τους “Others By No One” σαν ένα σμήνος από ντοπαρισμένες μέλισσες που αλώνουν κάθε είδος λουλούδι για να παραγάγουν τελικά μια υπερφυσική γύρη. Ίσως ακόμα και αυτή η υπερβολή να μην αρκεί να προετοιμάσει κάποιον για το όργιο των ιδιωμάτων που τον περιμένει στο “Δεύτερο Βιβλίο”.

Είναι όμως απόλυτα φυσικό για έναν τόσο βιρτουόζο μουσικό που τυγχάνει μανιώδης ακροατής να πάρει τον πολύπλευρο αυτό δρόμο έκφρασης, ειδικά αν τον συντροφεύει μόνιμα και η ανάλογη τρέλα. Όσο για το τελευταίο, το θέμα του άλμπουμ φωτίζει αρκετά το μέγεθος των δεδομένων: η αφήγησή του εξερευνά την ιστορία ενός μοναχικού συγγραφέα που φαντάζεται πως τον ακολουθεί ένας μυστηριώδης διώκτης, και αρχίζει να γράφει γι’ αυτόν στο έργο του, μόνο για να διαπιστώσει ότι οι ιστορίες που δημιουργεί αρχίζουν να ζωντανεύουν. Καθώς τόσο ο συγγραφέας όσο και ο ξένος παλεύουν να επιβιώσουν σαν χαρακτήρες μέσα από μια σειρά από παράξενες φανταστικές περιπέτειες, αρχίζουν σταδιακά να κοιτάζουν μέσα τους και να πολεμούν με τους προσωπικούς τους δαίμονες: ο πρωταγωνιστής κινδυνεύει να αναλωθεί από την ίδια του την τέχνη…

Μια απόπειρα παράξενη, παράτολμη, πολύπλευρη, υποστηρίζεται από τον βασικό εμπνευστή της με μια μουσική που δεν διστάζει στιγμή να επικαλεστεί οποιοδήποτε μέσο και είδος εξυπηρετεί την ισχυρότερη ανάπλασή της. Και όταν έχουμε να κάνουμε με έναν άνθρωπο που απολαμβάνει τη φωνή του Dickinson στις πιο σκοτεινές στιγμές της το ίδιο με μελωδίες φωνών κινουμένων σχεδίων, δεν πρόκειται να διστάσει στιγμή να τσαλακώσει κάθε μουσικό σύνορο και να σφετεριστεί δημιουργικά τις πιο αντιφατικές εμπνεύσεις. Ο ακροατής βρίσκεται μπροστά σε μια συνεχή επέλαση μουσικών ανατροπών, ενστάσεων, επιθέσεων αλλά και μελωδιών. Τα δύστροπα ριφ και πολύπλοκα σχήματα συναντούν λυρικά ακουστικά περάσματα, εντυπώσεις μιούζικαλ και θεατρικών παραστάσεων, και κοντά τους πλήθος πρόσθετων ήχων και φωνών ενισχύουν την αφήγηση, επιζητώντας παραστατικότητα και ζωντάνια. Οι εκκεντρικοί ακροατές που ιντριγκάρονται από τέτοιες υπερβατικές προκλήσεις θα βυθιστούν ακόρεστα στην απόλαυση. Το άλμπουμ ζητά μια διαρκή ετοιμότητα από τον ακροατή και του επιστρέφει μια σπάνια μουσική εμπειρία που σίγουρα δεν φτιάχτηκε για όλα τα γούστα, αλλά αποτελεί μοναδική δοκιμασία ακόμα και για φίλους πιο άμεσων εκφράσεων.

Υπάρχει μια εντύπωση πως μετά την καταιγίδα των περιπετειών και ανατροπών με την ανάλογη μουσική συνοδεία, το έργο βρίσκει την ιδανική έξοδο μέσα από τα “The Plight Of Proxy” και “Where Stories Come From” με μια πιο ελκυστική ομαλότητα, μια αφηγηματική μελωδικότητα που αφήνει την αίσθηση μιας ίασης και ικανοποίησης. Έχοντας σε κάθε περίπτωση να κάνουμε με μια μοναδική περίπτωση και έναν εντελώς ξεχωριστό δίσκο που μέσα στη δύσβατη πλοκή του κρύβει μια σπάνια και ανθεκτική απόλαυση, θα παραχωρήσω την ουρά της παρουσίασης αυτής στον δημιουργό του, Max Mobarry. Είναι ο κατάλληλος να τοποθετήσει πιο εύστοχα από τον καθένα τη σημασία της ολοκλήρωσης του δίσκου μέσα από μια δυστοπική περίοδο, με χαρακτηριστικό τρόπο:

“μου άρεσε να δημιουργώ όλους αυτούς τους χαρακτήρες και να εξερευνώ τις δύο κύριες προσωπικότητες αυτού του άλμπουμ – αλλά πέρα από τις κυριολεκτικές ερμηνείες ή ακόμα και τις εμπνεύσεις μου από τον πραγματικό κόσμο για αυτούς, έχω καταλήξει να βλέπω το “BOOK II” ως μια μονολιθική δήλωση απελευθέρωσης που με αγγίζει σε προσωπικό επίπεδο. Σε οποιονδήποτε δημιουργεί πράγματα ή έχει προσωπικά δυσκολευτεί να συμβιβαστεί με τη δική του ταυτότητα, αυτό το άλμπουμ είναι για σένα.

Έρχονται παράξενες μέρες… και είναι πιο κοντά τώρα από όσο έχουμε νιώσει ποτέ”.

Facebook: https://www.facebook.com/othersbynoone
Bandcamp: https://othersbynoone.bandcamp.com/

1352
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…