Μια υπέροχη θεωρία συνωμοσίας θέλει να πιστεύει πως το νησιωτικό κράτος της Νέας Ζηλανδίας δεν υπάρχει. Οι deathsters Ulcerate όμως, με την εξαιρετική μουσική τους ποιότητα, διαψεύδουν τους παράλογους αυτούς θιασώτες της μπούρδας. Με το έκτο τους album, “Stare into Death and Be Still”, έσπρωξαν την ψυχή μου σε ένα μακροβούτι στην σκοτεινή άβυσσο και με ανάγκασαν να το προσθέσω στη δεύτερη θέση με τα αγαπημένα albums του 2020. Η συνομιλία λοιπόν με τον συνιδρυτή και drummer τους, Jamie Saint Merat ήταν μονόδρομος!
Καλησπέρα λοιπόν, και σε ευχαριστώ για τον πολύτιμο χρόνο σου! Το “Stare into Death and Be Still” με έκανε στα αλήθεια να κοιτάξω επίμονα. Κατά κάποιον τρόπο, ένιωσα τον φόβο του θανάτου ενόσω άκουγα το album. Ποια δύναμη σας έλκυσε μουσικά “βαθύτερα στην άβυσσο”;
Το “Stare…” είναι μια περισσότερο ενδοσκοπική ηχητική προσέγγιση, και μια που μας ευθυγραμμίζει εντονότερα σαν άτομα με τα προσωπικά μας μουσικά γούστα. Τα τελευταία λίγα χρόνια βρήκαν και τους τρεις μας να αντιμετωπίζουμε τον θάνατο πιο στενά, μέσω του χαμού κοντινών μας προσώπων, και μετά από πέντε albums είχαμε φτάσει σε ένα σημείο φθοράς με τον κοινό παρονομαστή που ένωνε αρκετό από το υλικό μας. Έτσι ξέραμε πως έπρεπε να επαναπροσδιορίσουμε τα πράγματα συθέμελα. Προκαλώντας, αν όχι όλα, τα περισσότερα από τα βασικά μας ένστικτα, βρήκαμε τελικά έναν ήχο και μια ατμόσφαιρα, που τουλάχιστον σε εμάς έμοιαζαν βαθύτερα, σκοτεινότερα και εσχάτως πιο ικανοποιητικά. Ενώ πολλές από τις προηγούμενές μας προσπάθειες επικεντρώνονταν σε μια χαοτική, αποπνικτική και καταπιεστική ατμόσφαιρα, το “Stare…” είναι σκοπίμως πιο μελωδικό, δυναμικό και έντονο, που το αισθανόμαστε ως μια σωστή μανούβρα που μας οδηγεί μπροστά.
Ενώ η μουσική σας ακολουθεί περίπλοκα μοτίβα, είναι τόσο καλοφτιαγμένη και καλοπαιγμένη, που δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να χαρακτηριστεί ως μια εγωιστική προσπάθεια βιρτουόζων και οδηγεί ιδανικά τον ακροατή στο να νιώσει συγκεκριμένα συναισθήματα. Πότε καταλαβαίνετε πως η παραγωγή έχει επιτύχει τον σκοπό της;
Υποθέτω πως πάντοτε προσεγγίζαμε την πολυπλοκότητα και την ευχέρεια ως εργαλεία σε μια εργαλειοθήκη, ένα μέσο για να πετύχουμε κάποιον σκοπό. Κανείς μας δεν έδειξε ποτέ ενδιαφέρον για μια υπερπολύπλοκη ή τεχνική μουσική από την οπτική του ακροατή. Προσωπικά, διαχωρίζω στο μυαλό μου τη μουσική, μεταξύ μουσικής που με συγκινεί και μουσικής που αναπτύσσει τις τεχνικές μου ικανότητες. Η πρώτη είναι τελετουργική, η δεύτερη καθαρά “ακαδημαϊκή”. Επίσης, οι μπάντες που μας επηρέασαν στην αρχή της καριέρας μας, χρησιμοποιούσαν την μουσική πολυπλοκότητα ως συσκευή τραγουδοποιΐας, όχι επίδειξη εγωισμού, όπως γίνεται όλο και περισσότερο σήμερα σε ένα κλίμα ναρκισσισμού. Όσον αφορά στο πότε καταλαβαίνεις αν πέτυχες τον σκοπό σου, σχεδόν πάντα σε καθοδηγεί το προαίσθημα και το ένστικτο, και ξαφνικά ξέρεις πως όλα είναι στη σωστή θέση. Η ύστερη γνώση οπωσδήποτε, αποδεικνύει πως αυτό αρκετές φορές είναι λανθασμένο, όμως πιστεύω πως το δυνατότερο υλικό μας, μας έδινε πάντοτε, μια απίστευτα δυνατή αίσθηση όταν συναρμολογούταν και τελικά, αντέχει τη δοκιμασία του χρόνου.
Εν τέλει, η καλύτερη μουσική περιέχει όλο το φάσμα, μια μίξη μινιμαλισμού και μαξιμαλισμού που εξαπολύεται στις σωστές στιγμές, πράγματα πού είναι τρομακτικά δύσκολο να πετύχεις σωστά. Ακόμα προσπαθούμε να πετύχουμε αυτήν την ισορροπία.
Είναι δηλαδή το ”Stare into Death and Be Still” ένα νέο μουσικό μονοπάτι για τους Ulcerate;
Όπως το βλέπω εγώ, σίγουρα.
Τα εξώφυλλα των albums σας ως τώρα, μοιράζονται μια στυλιστική συγγένεια που είναι εύκολα αναγνωρίσιμη. Στο νέο album, βλέπουμε μια αρσενική φιγούρα, με μια ηρεμία στο πρόσωπο του. Τι του συνέβη; Είναι τρόπον τινά, βιογραφική η εικόνα;
Αυτή η συγγένεια υπάρχει γιατί έχω αναλάβει εγώ τη δημιουργία τους. Ο πίνακας του “Stare…” είναι η οπτικοποίηση μιας από τις κύριες θεματικές του album. Ο τρόμος της παθητικής παρατήρησης της λαβής του θανάτου, που αρπάζει εκείνους για τους οποίους νοιάζεσαι, ενώ είσαι ανίκανος να επέμβεις.
Νομίζω πως το “Stare into Death and Be Still” κυκλοφόρησε την κατάλληλη περίοδο. Περίεργες μέρες, περίοδος μοναξιάς και αυτο-περιορισμού. Ακούγοντάς το αισθάνθηκα λύπη, απογοήτευση, θυμό, αλλά τελικά ανακούφιση και ηρεμία. Τι αισθάνθηκες εσύ ακούγοντάς το;
Ο τρόπος με τον οποίο ακούω τις δουλειές μου θα είναι πάντοτε διαφορετικός, σε σχέση με το πως τις ερμηνεύουν οι άλλοι. Ακούγοντας οποιοδήποτε album στο οποίο έχω παίξει είναι πάντα μια εξάσκηση αυτοκριτικής. Είναι σχεδόν αδύνατον να αφεθώ και να “απορροφηθώ” από τη μουσική. Αυτό που μπορώ να πω είναι πως είναι ένας δίσκος που μετά από πολύ καιρό, νιώθω πως το τελικό προϊόν απεικονίζει πιστά αυτό το οποίο θέλαμε να δώσουμε και σίγουρα, υπάρχει ικανοποίηση για αυτό. Είμαι βέβαια πανευτυχής να ακούω τι σου βγάζει εσένα το album, νιώθω το ίδιο για κάποια αγαπημένα μου.
Τέσσερα χρόνια πέρασαν από το “Shrine of Paralysis” και φαίνεται πως το κενό έδρασε ευεργετικά. Ανεβάσατε τη μουσική σας πολλά σκαλοπάτια προς τα πάνω και το θεωρώ την καλύτερή σας κυκλοφορία ως τώρα. Πόσος χρόνος χρειάστηκε για την ηχογράφηση και την παραγωγή του;
Όντως πήραμε τον χρόνο μας αυτή τη φορά, μιας που ξέραμε πως θέλαμε να δημιουργήσουμε κάτι που θα χαρακτηριζόταν ως άλμα προόδου. Ξεκινήσαμε να γράφουμε στις αρχές του 2018, αλλά δεν είχαμε καταλήξει στην κατεύθυνση ως το τέλος του χρόνου. Πέρασαν μήνες πειραματισμού και απόρριψης ιδεών. Αλλά όταν είχαμε συγκεντρώσει τρία τραγούδια (εκ των οποίων και το ομώνυμο), καταλάβαμε πως είχαμε κάτι μοναδικό στα χέρια μας. Από κει και πέρα οι ιδέες έρρεαν σαν χιονοστιβάδα και ξεκινήσαμε την προπαραγωγή των τραγουδιών μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας. Ενορχηστρώσεις, τονικότητες, ατμόσφαιρα, μέχρι και δημιουργία rough mixes και επιλογές mastering. Βασικά, δεν ήθελα να αφήσω τίποτα στην τύχη, σε σχέση με τις ηχογραφήσεις. Και όταν φτάσαμε σε αυτές, λόγω του όγκου της προετοιμασίας, ολοκληρώθηκαν σχετικά γρήγορα. 2-3 μέρες για τα τύμπανα, 10 μέρες για κιθάρες και εφέ, 2-3 για τα φωνητικά. Ηχογραφήσαμε απευθείας επάνω στον κορμό μίξης, τον οποίο είχα δουλέψει ολόκληρο τον χρόνο, οπότε η μίξη και το mastering ολοκληρώθηκαν τον Δεκέμβριο του 2019.
Εν μέρει η μουσική περιορίστηκε, αφού δεν μπορείτε να την παρουσιάσετε στο κοινό αυτοπροσώπως. Πως αντιμετωπίζετε αυτόν τον περιορισμό;
Όχι καλά, για να είμαι ειλικρινής. Οι περιοδείες ήταν για εμάς το αποκορύφωμα, μια “καθαρτική” απελευθέρωση από την έντονη δουλειά που απαιτεί κάθε album. Και νιώθουμε πως αυτό το υλικό μεταφράζεται στις ζωντανές εμφανίσεις καλύτερα από κάθε προηγούμενο, οπότε είναι εξαιρετικά οδυνηρό να υποχρεούμαστε σε στάση. Καταφέραμε να δώσουμε δυο φοβερές συναυλίες στη Νέα Ζηλανδία το 2020 και ελπίζω να ήταν ένας καλός οιωνός για όταν θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα παγκοσμίως.
Ποια ήταν τα αγαπημένα σου albums για το 2020;
Δεν είναι όλες κυκλοφορίες του 2020, αλλά είναι οι πιο πρόσφατες αγορές μου:
Ondskapt: “Grimoire Ordo Devus”
Dool: “Summerland”
Nils Frahm: “Empty”
Essenz: “Manes Impetus Devs” (OST)
“Chernobyl” (OST)
Teitanblood: “The Baneful Choir Drastus: La Croix de Sang”
Σαν επίλογο, θα ήθελα να μας αφιερώσεις μερικούς στίχους από το “Stare into Death and Be Still”.
Από το “The Lifeless Advance”:
“Strangling the life from scoured skin Iniquity turns to silence
Only blood of corrosion infects the ascendant
Drained until hollow Remain empty
Abdicate from final vows
The last rites have been spoken Isolation swallows everything
Idle as it burns to ember”
Official Webpage: http://www.ulcerate-official.com
Facebook: https://www.facebook.com/Ulcerate