NIGHTRAGE

Μια από τις πιο παλιές αξιακές μονάδες που έχει αναδείξει το ελληνικό metal από τη γέννησή του, ο σαλονικιός κιθαρίστας Μάριος Ηλιόπουλος, παρουσίασε με σαφήνεια τα δείγματα γραφής της μουσικής του από πολύ νωρίς. Αρχικά στα 90’s με τους ήρωες του ανερχόμενου τότε greek death metal Exhumation, με τους οποίους δημιούργησε μια σειρά εξαιρετικών δίσκων που κοιτούσε στα μάτια οποιοδήποτε ανάλογο ξακουστό ευρωπαϊκό σχήμα και κατόπιν ηγέτης του προσωπικού οχήματός του, των Nightrage, με τους οποίους έχει φτάσει αισίως στην κυκλοφορία του νέου, έκτου album του σχήματος “The Puritan” (review), αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά ότι στη μουσική ως Τέχνη, το μόνο που μπορεί να αντιπαλέψει την αδυσώπητη ροή του χρόνου στα ίσα, είναι η έμπνευση που συνοδεύεται από πάθος. Το Rockway.gr είχε την ευκαιρία μιας ενδιαφέρουσας κουβέντας με τον χειμαρρώδη και άκρως ειλικρινή καλλιτέχνη και σας τη μεταφέρει. Τσάκο μια μπουγάτσα με κρέμα, έτσι, για να νοιώσουμε εσωτερική γαλήνη και Avanti Maestro.

Μάριε καλησπέρα. Για να τα πάρουμε από την αρχή, λέω να μιλήσω με αριθμούς. Τρία LPs με τους Exhumation, έξι με τους Nightrage και άπειρες συμμετοχές σε κάθε λογής σχήμα περίπου από τις αρχές των ’90s. Νωρίς βέβαια για απολογισμούς, αλλά ικανή συνθήκη να νιώθεις υπερήφανος. Τι λες κι εσύ;
Είμαι χαρούμενος που έχουν περάσει αρκετά χρόνια και συνεχίζω να παίζω την αγαπημένη μου μουσική. Βασικά τώρα που το σκέφτομαι, συμπληρώθηκαν μερικές δεκαετίες που είμαι ενεργός στη μουσική και έχω δημιουργήσει όλα αυτά τα album. Θυμάμαι ότι το ενδιαφέρον μου γι’ αυτήν τη φάση είχε ξεκινήσει γύρω στο 1988 που ιδρύσαμε την πρώτη μου μπάντα, τους The Force με το φίλο μου Γιώργο Μπαχαρίδη (πρώην Breaking Silence / Deceptor) και να σου πω την αλήθεια, ποτέ δεν φανταζόμουν τη συνέχεια, ιδιαίτερα όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα φεύγοντας στο εξωτερικό και να κάνω αυτά τα album με τους Exhumation και τους Nightrage. Είναι σίγουρα πολύ όμορφο το συναίσθημα να νοιώθεις ότι έχεις ακόμη να προσφέρεις στη μουσική και όλα αυτά τα album για μένα είναι σαν ένα ταξίδι που δεν έχει τελειώσει ακόμη. Σίγουρα νοιώθω περήφανος αν θέλεις γι’ αυτό το ταξίδι και την όλη πορεία και όλες οι δημιουργίες μου πάντα θα είναι οι καλύτερές μου αναμνήσεις. Και πιστεύω ότι τα καλύτερα έπονται.

Θα κάνω ένα comeback στο παρελθόν και θα σε ρωτήσω πως έχουν μείνει στη συνείδησή σου εκείνες οι εποχές; Και κατά τη γνώμη σου, ποιές είναι οι κύριες διαφορές που εντοπίζεις στη μουσική πραγματικότητα των δύο εποχών; Είναι τόσο διαφορετικά τα πράγματα τελικά;
Εκείνες οι εποχές ήταν πιο αθώες σίγουρα και τα πράγματα ήταν σαφώς διαφορετικά, ήμασταν άπειροι, δεν ξέραμε πως λειτουργεί η μουσική βιομηχανία, αλλά είχαμε αυτό το πάθος και την όρεξη να κάνουμε το καλύτερο δυνατό και να είμαστε μια καλή μπάντα. Οι κύριες διαφορές εντοπίζονται στο γεγονός ότι ήταν πολύ περισσότερο “do it yourself” η όλη φάση και τα κάναμε όλα μόνοι μας, από το να πληρώνουμε για τα πρώτα μας live και τις πρώτες, τουλάχιστον, ηχογραφήσεις, μέχρι να κάνουμε τις αφισοκολλήσεις για τα live μας. Μην ξεχάσω και ότι στο ξεκίνημά μας με τους Exhumation είχαμε αναλάβει και το tape trading με την κλασσική αλληλογραφία και τα αξέχαστα ‘zines, είτε ελληνικά, είτε ξένα. Είμαι σίγουρος ότι τα νέα παιδιά δε μπορούν να καταλάβουν ίσως τι ακριβώς εννοώ με τον όρο “tape trading”, αλλά ήταν φοβερό αυτό το συναίσθημα, να λαμβάνεις το πρώτο γράμμα και να βλέπεις ένα ενδιαφέρον για τη δουλειά σου. Σίγουρα είναι πολύ πιο άμεση η επαφή τώρα με το διαδίκτυο, το facebook, το youtube κ.λ.π. Χωρίς να θέλω να ακουστώ ότι αναπολώ τις δόξες του παρελθόντος, σαφώς τώρα τα πράγματα και οι καταστάσεις είναι πολύ βελτιωμένες, αλλά ίσως έχει χαθεί εκείνος ο ρομαντισμός και η αθωότητα του να ολοκληρώσεις το πρώτο σου album, να δείς την πρώτη κριτική στο ‘zine. Όλα αυτά είναι αξέχαστες εμπειρίες που πάντα θα μας φέρνουν ένα γλυκό χαμόγελο και πιστεύω ότι ποτέ δεν πρέπει να γυρνάς την πλάτη σου στο παρελθόν, να μην το ξεχνάς, αλλά πάντα να μαθαίνεις από αυτό και να γίνεσαι καλύτερος.

Θα μπορούσες να μου πεις με λίγα λόγια, πριν περάσουμε στους Nightrage και για να κλείσουμε με το παρελθόν, τι ήταν αυτό που οδήγησε στη διάλυση των Exhumation, ειδικά σε μια στιγμή που το μέλλον έδειχνε πολύ φωτεινό για την πιθανότητα καριέρας από μια ελληνική μπάντα;
Ναι. Με τα άλλα παιδιά στη μπάντα, δεν είχαμε τελικά τις ίδιες ιδέες και πλάνα σχετικά με το τι θέλουμε να πραγματοποιήσουμε μουσικά. Εγώ ήμουν ξεκάθαρος, ήξερα ακριβώς τι ήθελα και ίσως και να με θεωρούσαν λίγο τρελλό ή λίγο ονειροπόλο, αλλά τελικά φάνηκε ότι δεν ήμουν εγώ το πρόβλημα. Δυστυχώς για τους Exhumation, τα άλλα παιδιά δεν ήθελαν να κάνουν το επόμενο βήμα, ίσως από φόβο, ίσως από έλλειψη εμπιστοσύνης στη δυναμική της μπάντας και επίσης, λυπάμαι που το λέω, έπαιξε ρόλο και η κακή ωχαδερφίστικη νοοτροπία τους, οι εντελώς λάθος αποφάσεις, οπότε στην ουσία για τη διάλυση των Exhumation φταίνε κυρίως τα μυαλά τους. Το πίστευα και το πιστεύω ακόμη ότι είχαμε μπροστά μας ένα λαμπρό μέλλον ως μπάντα, αλλά δεν μπορούσα να το αναλάβω μόνος μου όλο αυτό και έτσι, μην έχοντας καμιά στήριξη (κυριολεκτικώς μου ‘κοψαν τα πόδια αλλά έπρεπε και να συνεχίσω με κάποιο τρόπο), πήρα την απόφαση να φύγω για τη Σουηδία και να συνεχίσω το μουσικό όνειρό μου. Κάθε φορά που ακούω τα albums μου, μου αρέσουν όλο και πιο πολύ, πιστεύω ότι είχαμε πολύ καλή χημεία σαν μπάντα και όλοι έκαναν φοβερή δουλειά, αλλά δεν φτάνει μόνο αυτό. Πρέπει να δείχνεις θάρρος και να παίρνεις μεγάλα ρίσκα για να συνεχίσεις να ταξιδεύεις στη μουσική, αλλά όπως κατάλαβα τελικά, δεν είναι όλοι έτοιμοι, διστάζοντας να κάνουν αυτό που τους λέει η καρδιά τους.

Πάμε στο πρόσφατο background των Nightrage. Ιδρύσατε την μπάντα με τον Gus G., παίξατε μαζί στα “Sweet Vengeance“ και “Descent Into Chaos“ – στo οποίo συμμετείχε ως drummer και ο Fotis Benardo  (Sixfornine, πρώην Septic Flesh και πάρα πολλές συμμετοχές σε εγχώρια σχήματά μας). Τι θυμάσαι από εκείνες τις εποχές;
Ήταν φοβερό το συναίσθημα, να προέρχομαι από μια απότομη παύση, υπερπηδώντας τη συναισθηματική φόρτιση από όσα έγιναν στους Exhumation και να κάνω κάτι καινούριο από την αρχή. Ο Nightrage λειτούργησαν ως θεραπεία σε όλο αυτό, ήταν ένα νέο φωτεινό μέλλον που εμφανίστηκε μπροστά μου. Νοιώθω χαρούμενος και τυχερός θα έλεγα που βρήκα τη δύναμη να συνεχίσω και να κάνω όλ’ αυτά που ήθελα και ονειρευόμουν, τελικά πραγματικότητα. Οι Nightrage είναι η μπάντα που πάντα ήθελα να κάνω και είναι το εργαλείο για μένα στο να συνεχίσω να παίζω τη μουσική που αγαπάω. Ούτε που θα μπορούσα να φανταστώ αυτό το καλό ξεκίνημα με το πρώτο album και όλες αυτές τις συμμετοχές, το συμβόλαιο με τη Century Media που ήταν σκοπός ζωής θα έλεγα (μας ήθελαν από το δεύτερο album των Exhumation, αλλά δεν ήθελαν οι υπόλοιποι – αυτά που σου ανέφερα παραπάνω για λάθος αποφάσεις). Εκείνη την εποχή, μετά τη διάλυση, είχα βρεί και τον Gus G. που τότε ήταν πιτσιρικάς και μεγάλος οπαδός των Exhumation, πίστεψα πολύ στο ταλέντο του, τον βοήθησα, κάναμε τη μπάντα μαζί και τον έφερα στη Σουηδία για να ακολουθήσει κι αυτός τη δική του πορεία. Ο Φώτης είναι ένας απίστευτος drummer, προσωπικά τον θεωρώ από τους καλύτερους metal drummers και έδωσε μια απίστευτη performance στο “Descent Into Chaos”, αλλά από ό,τι μου είχε πεί, ήθελε να μείνει στην Ελλάδα και να συνεχίσει εκεί. Ήταν πολύ ωραίες εποχές πάντως και ήταν ένα πολύ δυνατό ξεκίνημα για τους Nightrage, πιστεύω κάναμε το καλύτερο δυνατό και είχαμε καλή χημεία και σαν μπάντα και σαν συνθέτες, ειδικά εγώ, ο Gus και ο Tomas Lindberg που γράφαμε, αλλά κάποια στιγμή έπρεπε να συνεχίσω μόνος μου. Το έκανα, δεν το έβαλα κάτω και χαίρομαι που είμαστε ακόμη εδώ, συνεχίζοντας τη μουσική μας πορεία.

Από το “Insidious” και μετά  είσαι μόνος. Πόσο δύσκολη ήταν η δημιουργία του νέου album;
Ναι, είχαμε αυτά τα σκαμπανεβάσματα με μέλη να φεύγουν, το συμβόλαιό μας με τη Lifeforce είχε λήξει μετά από τρία album μαζί τους, εγώ έπρεπε να ξαναγυρίσω στη Σουηδία και να ξαναστήσω τη μπάντα δίνοντας ακόμη μια ευκαιρία για ένα καλύτερο μέλλον στους Nightrage και έπρεπε να ξαναβρώ νέο τραγουδιστή, νέο label και να γράψω και να ηχογραφήσω ένα νέο album. Όπως καταλαβαίνεις, πολύ δουλειά και πολλά εμπόδια για άλλη μια φορά. Τελικά δεν ήταν ποτέ εύκολα τα πράγματα για μένα και τους Nightrage και για κάποιο λόγο πάντα πρέπει να επανεκκινούμαστε από την αρχή, επιστρέφοντας πιο φρέσκοι, πιο δυνατοί, πιο ξεκάθαροι. Το “The Puritan” ήταν ένα πολύ δύσκολο album για μένα γιατί και σε προσωπικό επίπεδο είχα κάποια θέματα που έπρεπε να αντιμετωπίσω και ήθελα να ξεκινήσω μια νέα πορεία. Έπρεπε να σκεφτώ πολλά για το μέλλον των Nightrage. Σε κάποια φάση επίσης με είχε πιάσει το λεγόμενο “writer’s block” κατά το οποίο δεν σου βγαίνει τίποτα συνθετικά, αλλά ευτυχώς βρήκα το δρόμο μου και ολοκλήρωσα το album και με τη βοήθεια του Ronnie, γράψαμε τους στίχους, ενώ με βοήθησε και στο στήσιμο των τραγουδιών.

Μόνιμος συνεργάτης τα τελευταία χρόνια, ο μπασίστας Anders Hammer και εναλλαγές πίσω από το μικρόφωνο, με τελευταία τον Ronnie Nyman. Γιατί τόσες πολλές αλλαγές;  Πιστεύεις ότι καθόρισε το ασταθές line up το βαθμό δημοτικότητας των Nightrage;
Ο Anders είναι το πιο παλιό μέλος μετά από εμένα στους Nightrage, είναι εδώ από το 2007 και αγαπάει πολύ τη μπάντα όπως επίσης του αρέσει να παίζει στα live. Είμαι επίσης πολύ χαρούμενος που βρήκα τον Ronnie Nyman στα φωνητικά, τον οποίο μου τον σύστησε ο Jesper Stormblad (πρώην In Flames) που ήταν φίλος του. Μου είχε πει πολύ καλά λόγια και όντως είναι πολύ καλό παιδί, αγαπάει κι αυτός τους Nightrage και έχει ένα hardcore υπόβαθρο. Καταλαβαίνει απόλυτα τι θέλουμε να κάνουμε σαν μπάντα. Έχουμε τις ίδιες ιδέες και απόψεις για το τι θέλουμε να καταφέρουμε στη μουσική, είναι αγωνιστής και δεν το βάζει εύκολα κάτω, οπότε τα βρίσκουμε και ελπίζω για τα καλύτερα. Έχεις δίκιο, έγιναν πολλές αλλαγές στο line up μέχρι τώρα, αλλά πιστεύω ότι ήταν ο μόνος τρόπος να συνεχίσει να υφίσταται το σχήμα, αλλιώς τώρα θα ήμασταν διαλυμένοι. Σίγουρα κάποιος άλλος θα είχε βαρεθεί, θα είχε πει σε όλους ένα “fuck off” και θα έκανε κάτι άλλο, όχι όμως εγώ, εγώ αγαπάω τους Nightrage και πραγματικά πιστεύω ότι έχω πολλά ακόμη να δώσω σαν μουσικός. Δεν θα ήθελα να δω τους Nightrage να διαλύονται εξ αιτίας κάποιων που δεν ήταν αφοσιωμένοι στη μπάντα όσο θα έπρεπε. Φυσικά έκανα κι εγώ λάθη, έβαλα κάποια άτομα στο συγκρότημα δίνοντας ευκαιρίες, αλλά τελικά αποδείχθηκε ότι ήταν καιροσκόποι, παράσιτα που κυνηγούσαν τα χρήματα και την αναγνωρησιμότητα. Περιττό να σου πώ ότι μέσα από τους Nightrage, αλλά και προσωπικά, βοήθησα αυτά τα συγκεκριμένα μέλη (ας μη πω ονόματα καλύτερα, αυτοί ξέρουν) στη μουσική και έδωσα πολλές ευκαιρίες, τους έμαθα πως να δουλεύουν σε μια μπάντα, πως να παίζουν πιο σωστά, τους έδωσα όλες μου τις επαφές και διασυνδέσεις μου με μουσικούς, labels και bookers, τους έδωσα ένα όνομα εκεί που δεν τους ήξερε ούτε η μάνα τους, αλλά τελικά αυτό λειτούργησε εις βάρος μου γιατί όταν δείχνεις πολλά και βοηθάς, είναι μάλλον στην ανθρώπινη φύση να σου απαιτούνται όλο και περισσότερα. Λυπάμαι που το λέω αλλά είμαι σίγουρος ότι αν ήμουν άνθρωπος που πατάει επί πτωμάτων και κοιτούσα την πάρτη μου, θα είχα καταφέρει πολύ περισσότερα με τους Nightrage. Αλλά εγώ, δεν είμαι έτσι. Δεν έγινε τίποτα τυχαία, όλα είχαν το λόγο τους και να σου πω την αλήθεια, δεν μετανοιώνω για τίποτα. Ίσως φταίει το ότι είμαι αρκετά ατίθασος και πεισματάρης ως άνθρωπος και απόλυτα ειλικρινής και μέσα σ’ αυτές τις business έχει δυστυχώς πολλά “φίδια”, όπως επίσης και πολλούς μαλάκες, κυριευμένους από ματαιοδοξία, οι οποίοι δεν αρέσκονται να ακούν αλήθειες, ζώντας σε ένα δικό τους κόσμο. Εγώ πάντα λέω τη γνώμη μου στα ίσια, χωρίς υπεκφυγές και πάνω απ’ όλα θέλω να έχουμε μουσική ακεραιότητα ως μπάντα. Καλή είναι η επιτυχία και όλοι οι μουσικοί την κυνηγούμε, συμπεριλαμβάνοντας και τον εαυτό μου φυσικά, αλλά υπάρχουν και όρια και κανόνες, ειδάλλως μετά καταντά αηδία η όλη φάση. Καλό είναι να είσαι πάντα ο εαυτός σου και ας έχεις λίγους και πιστούς fans. Κλείνοντας, πέρα απ’ όλα αυτά με τις αλλαγές μελών, η πιο μεγάλη απόδειξη που δείχνει και την ισχύ των Nightrage, είναι το νέο album, το “The Puritan”, που αποδεικνύει ότι η επιστροφή μας είναι πιό δυνατή από ποτέ. Δεν ξέρω ποιά θα ήταν η κατάληξη αν είχαμε ακολουθήσει άλλους, πιο εμπορικούς δρόμους και είχαμε ξεπουληθεί όπως κάποια από αυτά τα μέλη που έφυγαν και ήθελαν τόσο πολύ να πράξουν προς αυτή την κατεύθυνση, ίσως είχαμε αποκτήσει ένα καλύτερο όνομα και ίσως να είχαμε πουλήσει και πιο πολλά album. Αλλά ίσως και να μην υπήρχαμε πλέον καθόλου. Το μόνο σίγουρο είναι ότι είμαστε ακόμη εδώ, κάνοντας αυτό που αγαπάμε. Να παίζουμε τη μουσική που βγαίνει από τα βάθη της καρδιάς μας και αυτό είναι το πιο σημαντικό.

Ποιός ηχογράφησε τα drums;
O Johan Nunez μας βοήθησε ως session μέλος, ηχογραφώντας τα drums για το “The Puritan” μιας και δεν είχαμε μόνιμο drummer πριν τις ηχογραφήσεις. Έμαθε τα τραγούδια σε πολύ λίγο χρόνο, μας βοήθησε μέχρι και την τελευταία στιγμή, έκανε πολύ καλή δουλειά και τον ευχαριστούμε γι ‘αυτό.

Είσαι ικανοποιημένος από την παραγωγή του album; Θα άλλαζες κάτι αν μπορούσες τώρα, που έχει πια κυκλοφορήσει το “The Puritan”;
Ναι, είμαι πολύ ευχαριστημένος και η δουλειά που έκαναν ο Daniel Bergstrand κι ο Γιώργος Νεραντζής στα Dug Οut studios είναι καταπληκτική. Νομίζω βρήκαμε μετά από πολύ ψάξιμο το studio που θέλουμε να ηχογραφούμε τα album μας από εδώ και πέρα. Τα παιδιά δούλεψαν πάρα πολύ και αφιέρωσαν πολύ χρόνο στο να κάνουν το album να ακούγεται όσο πιο καλά είναι δυνατόν, βοηθώντας μας να κάνουμε κάποιες αλλαγές σε τραγούδια που τελικώς ακουγόντουσαν πολύ καλύτερα με τη δική τους οπτική. Πάντα υπάρχει περιθώριο να κάνεις ένα album καλύτερο, αυτό είναι το μόνο σίγουρο, αλλά νομίζω ότι πετύχαμε ένα πολύ δυνατό αποτέλεσμα που αναδεικνύει τα τραγούδια και εμφανίζει τη μπάντα πιο φρέσκια από ποτέ.

Το “The Puritan” μου φάνηκε πολύ καθαρό ηχητικά αλλά πολύ πιο άγριο από τον προκάτοχό του. Κάποια συνειδητή αλλαγή πλεύσης ή φυσική απόρροια;
Είναι σαφώς πιο άγριο και ωμό και ισορροπημένο. Έχουμε πολύ καλύτερο ήχο στα drums και έγινε πολύ λεπτομερής δουλειά στην ηχογράφηση των φωνητικών. Οι κιθάρες και το μπάσο είναι πολύ δυνατά, έτσι ακριβώς όπως τα θέλαμε, ακούγονται ταυτόχρονα καθαρά και βάρβαρα, μαζί με τις μελωδικές γραμμές των Nightrage. Νομίζω πως η αλλαγή στον ήχο επήλθε φυσικά και ήταν κάτι που το ίδιο το υλικό την καθόρισε, μιας και στοχεύσαμε στο συναίσθημα και όχι στην ανούσια επίδειξη τεχνικών ικανοτήτων αυτή τη φορά. Θέλαμε να γράψουμε καλά τραγούδια που είναι και το πιο σημαντικό και αυτός ο άγριος και ειλικρινής ήχος, μας βγήκε αβίαστα.

Όπως έγραψα και στο review του “The Puritan”, η άμεση παραπομπή που μου ήρθε στο μυαλό ήταν το “Dance Across The Past” των Exhumation και συνεπώς o heavy metal προσανατολισμός του, κάτι που βλέπω και στο νέο σου υλικό. Ποιά είναι η σχέση σου με το αγνό, classic heavy και κατά πόσο σου είναι δύσκολο να το φιλτράρεις στα ακραία πλαίσια μιας death metal μπάντας;
Χαίρομαι που κάνεις αυτήν την παραπομπή, δεν μου είχε περάσει καθόλου από το νου αυτή η σύγκριση, αλλά ίσως και να έχεις δίκιο γιατί στο “The Puritan” επιστρέψαμε στα πολύ απλά riff και στα μεγάλα hooks, τα οποία λειτουργούσαν ανέκαθεν ως σήμα κατατεθέν του αγνού heavy metal, του οποίου είμαι προσωπικά μεγάλος fan. Αγαπάω όλες τις τεράστιες μπάντες των 80’s όπως τους Iron Maiden και τους Metallica, πάντα θα είναι επιρροές της μουσικής μας. Νομίζω προσπαθούμε να αφομοιώσουμε αυτές τις επιρροές μέσα από το μουσικό πρίσμα των Nightrage και να δημιουργήσουμε ένα όμορφο metal αμάγαλμα από διαφορετικά στυλ ,που τελικά διαμορφώνουν το δικό μας ιδιαίτερο ύφος. Πιστεύω ότι με το νέο album βρήκαμε τον δικό μας χαρακτηριστικό ήχο, βγήκε αβίαστα χωρίς να το προσπαθήσουμε πολύ τελικά. Γράφουμε τραγούδια που συνδυάζουν τη μαγεία του παλιού καλού metal με την επιθετικότητα και την αγριάδα του μελωδικού death metal που υπηρετούμε εδώ και τόσα χρόνια.

Εκτός από τα ψυχολογικά κίνητρα δημιουργίας album και πέρα από το γεγονός ότι είσαι full time μουσικός, ποιές είναι οι κύριες επιρροές σου συνθετικά;
Είναι πιστεύω η ίδια η ζωή και όλες αυτές οι καταστάσεις που περνούμε σαν άνθρωποι, ένα πολύ μεγάλο πεδίο επιρροών ώστε να συνθέσουμε. Γράφουμε με βάση το συναίσθημα και θέλουμε να μπορούμε να φιλτράρουμε τα βιώματά μας μεταφράζοντάς τα σε μουσική και στίχους για τους Nightrage. Οι στίχοι είναι πολύ προσωπικοί και αυτή τη φορά “σκαλίσαμε” την ψυχή, προσπαθώντας να εξερευνήσουμε άγνωστες πτυχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς και συνάμα να καταγράψουμε τις δικές μας προσωπικές ιστορίες μέσα από ένα προσωπικό όσο και δύσκολο ταξίδι, πιστεύοντας ότι πάντα υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ, έχοντας στο νου ότι πρέπει πάντα να ακολουθείς την καρδιά σου σε ό,τι κάνεις και να μην το βάζεις εύκολα κάτω. Ακολούθησε τα όνειρά σου, κι όπου σε βγάλει.

Ζεις εδώ και πολλά χρόνια στη Σουηδία και λογικά έχεις αφομοιώσει τις συνθήκες ζωής εκεί. Σου λείπει κάτι ιδιαίτερα από την πατρίδα;
Είμαι εδώ σχεδόν 12 χρόνια και η αλήθεια είναι ότι έχω εγκλιματιστεί, αν και πάντα ξένος σε μια ξένη χώρα είσαι, έτσι κι αλλιώς. Μου λείπει η Ελλάδα σίγουρα και η οικογένειά μου, αλλά έχω ισχυρούς δεσμούς και με τη Σουηδία μιας και εδώ δημιούργησα όλα αυτά τα album και συνέχισα τη μπάντα. Πουθενά δεν είναι παράδεισος πιστεύω και νομίζω πως καλά είναι εκεί που νοιώθεις εσύ καλά. Καμιά φορά βέβαια αναρωτιέμαι που θα ήταν καλύτερα, ίσως τελικά έχω δύο πατρίδες και πρέπει να μοιράζω τη ζωή μου σ’ αυτές και καλό είναι να κάνεις πάντα αυτό που λέει η καρδιά σου, οπότε νομίζω ότι η Σουδία μου δίνει καλύτερες ευκαιρίες για τα μουσικά μου σχέδια. Θα ήταν πολύ ωραίο αυτό να συνέβαινε στην Ελλάδα, αλλά το προσπάθησα και δεν έκατσε και πολύ καλά. Για την ώρα είμαι εδώ αλλά εντάξει, κακά τα ψέμματα, χώρα σαν την Ελλάδα δεν υπάρχει, είναι παράδεισος. Το μόνο που αρκεί είναι εμείς οι ίδιοι να το πιστέψουμε και να αλλάξουμε ρότα προς μια καλύτερη πορεία. Το εύχομαι εγκάρδια και πιστεύω ότι αργά ή γρήγορα, θα συμβεί.

Έχεις γνώση της ελληνικής μουσικής πραγματικότητας; Τι γνώμη έχεις για τη σκηνή μας;
Θα ήμουν ψεύτης αν έλεγα το αντίθετο. Παρακολουθώ πολύ καλά το τι γίνεται και βλέπω μια μεγάλη εξέλιξη με μπάντες να ξεπετάγονται από παντού. Πιστεύω ότι κάτι έχει αλλάξει εκεί κάτω, έχουμε να παρουσιάσουμε ως σκηνή πολλά. Σκέψου, έχουμε τον Gus G. που παίζει με τον Ozzy, τεράστιο επίτευγμα, τον George Kollias ο οποίος είναι από τους πιο γρήγορους drummer στον κόσμο, τους classic Rotting Christ και Septic Flesh που αλωνίζουν την υφήλιο, τους Suicidal Angels, τους Psycho Choke, τους Planet Of Zeus και τόσες πολλές άλλες μπάντες που επιτέλους ξύπνησαν και άρχισαν να δουλεύουν σωστά και επαγγελματικά. Τέλος οι μιζέριες, τα φαγώματα, οι ποζεριές και οι κακίες του παρελθόντος, αυτά το μόνο που κατάφεραν ήταν να πάνε πίσω τη σκηνή. Θέλει δυναμισμό, ελεύθερο θετικό πνεύμα, αλητεία και προπάντων πολύ δουλειά και όλα είναι πιθανά, ακόμη και τα πιο απίθανα. Ας παραδειγματιστούμε και λίγο από τους προγόνους μας, μυαλό έχουμε, θέλουμε και ομαδικότητα και ομοιογένεια όμως, ως αλλαγή γενικότερης συμπεριφοράς.

Παγκόσμια; Πως τα βλέπεις τα πράγματα πλέον με τη συντριπτική επιβολή της διαδικτυακής προώθησης; Έχει μέλλον αυτή η μουσική;
Σίγουρα, το metal δεν πρόκειται να πεθάνει, πάντα θα είναι εκεί γιατί έχει αφοσιωμένους fan που το αγαπούν και το ακολουθούν πιστά. Δεν έχει και μεγάλη σημασία από που ακούς τη μουσική, αρκεί να ακούς μουσική. Παλιά είχαμε τις κασσέτες, μετά τα CD, τώρα το Spotify και το Youtube, αλλά όσο είσαι fan και αγαπάς τη μουσική, αυτά είναι απλά εργαλεία, δεν αλλάζει και τίποτα. Κι εγώ που σου μιλάω, ένας fan είμαι που πάω σε συναυλίες, ακούω, θαυμάζω και υποστηρίζω την καλή μουσική απ’ όπου κι αν προέρχεται. Το metal είναι σαν χαμαιλέοντας, πάντα αλλάζει και δημιουργείται κάτι νέο που είναι συναρπαστικό και μας κρατάει σε εγρήγορση. Οπότε και παρελθόν και παρόν αλλά πρωτίστως και πολύ μέλλον έχει και εύχομαι να μην αλλάξει ποτέ αυτό.

Είσαι ευχαριστημένος από την εταιρία σας;
Ναι, πάρα πολύ. Οι Despotz Records είναι οπαδοί των Nightrage και κάνουν φοβερό promotion για το νέο μας album. 5 singles, 2 official clips, lyric videos, remixes, playlists στο Spotify, προώθηση σε Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρώπη. Έχουν ένα πολύ καλό marketing plan για μας, συνυπολογίζοντας το πολύ καλό συμβόλαιο της κυκλοφορίας. Έχουμε δώσει πολλές συνεντεύξεις μέχρι τώρα και γενικά πιστεύω ότι είναι το καλύτερο label που έχουμε συνεργαστεί , έχοντάς μας σε υψηλές θέσεις προτεραιότητας. Είναι καλά άτομα, ξέρουν τις music business πάρα πολύ καλά, οπότε νομίζω ότι βρισκόμαστε σε καλά χέρια αυτή τη φορά.

Υπάρχουν κάποια άμεσα σχέδια όπως video clips ή κάποιες tour στα σκαριά;
Εκτός από αυτά που σου ανέφερα και παραπάνω με τα singles και τα official videos, δουλεύουμε κάποιες ιδέες σχετικές με τουρνέ στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική, για μετά το καλοκαίρι. Ελπίζω να έρθουμε να παίξουμε και στην Ελλάδα και να σας δούμε όλους εκεί.

Δεν έχω κάτι άλλο να προσθέσω, ευχαριστώ για το χρόνο σου. Τελευταία κουβέντα για τους αναγνώστες του rockway.gr, δική σου.
Σ’ ευχαριστώ για τη συνέντευξη και το ενδιαφέρον σου για τους Nightrage, το εκτιμώ και ελπίζω να αρέσει το “The Puritan” σε όλους τους φίλους μας. Ελπίζω να σας δούμε πολύ σύντομα σε επερχόμενα live μας εκεί, να είστε όλοι καλά και ελπίζουμε να μας στηρίξετε με την αγορά του νέου μας album. Stay metal, we love u guys.

290
About Ιορδάνης Κιουρτσίδης 1200 Articles
Ανακατεμένος με το heavy metal εδώ και 3,5 δεκαετίες, retro computer fan, δεν αντέχει τον Μόρισον και τον Κομπέιν, πίνει διπλό γλυκύβραστο και λατρεύει τις mini σοκοφρέτες υγείας.