HELL IN THE CLUB

 Οι Hell In The Club είναι μια sleaze, hard rock μπάντα από τη γειτονική Ιταλία. Σχηματίστηκαν το 2009 και μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει τρία άλμπουμ, τα “Let The Games Begin” (2011), “Devil On My Shoulder” (2014) και “Shadow Of The Monster” (2016). Με αφορμή την εμφάνισή τους στη χώρα μας, στο Sleaze & Roll Festival, στο Second Skin στην Αθήνα τις 15 Οκτωβρίου, μας συστήνονται με τον τραγουδιστή τους, Dave, να απαντά στις ερωτήσεις μας.

Μπορείτε να μας περιγράψετε την εξέλιξη και τις αλλαγές στη μπάντα στη διάρκεια της κυκλοφορίας των τριών άλμπουμ;
Οι Hell In The Club επίσημα ξεκίνησαν το 2009 καθαρά για διασκέδαση. Ο Andy, ο μπασίστας μας πάντα ήθελε να έχει ένα τέτοιο γκρουπ και τελικά βρήκε στο πρόσωπό μου ,στον Picco και στον προηγούμενο ντράμερ μας, Fede, τα κατάλληλα μέλη να ξεκινήσει μια νέα hard rock περιπέτεια. Όπως ίσως ξέρετε, προέρχεται από μια power metal μπάντα, τους Secret Sphere κι εγώ από μια folk metal μπάντα, τους Εlvenking. Παίξαμε μαζί το 2009 κι εκεί συναντηθήκαμε. Ο Andy μου μίλησε για την επιθυμία του να φτιάξει το δικό του γκρουπ, πλασμένο από την αγάπη της rock μουσικής- της μουσικής που μας μεγάλωσε- και να εστιάσει στις ζωντανές εμφανίσεις. Ηχογραφήσαμε τα πρώτα τραγούδια και το ταξίδι ξεκίνησε.
Από το πρώτο μας άλμπουμ το 2011 ως σήμερα, τα πράγματα άλλαξαν κάπως, ο χρόνος περνάει φυσικά και τα πράγματα εξελίσσονται όμως βασικά είμαστε η ίδια μπάντα. Αν με το “Let The Games Begin” ηχογραφήσαμε ένα ωμό και ενστικτώδες άλμπουμ, με το “Devil On My Shoulder”, το δεύτερο, αρχίσαμε να εστιάζουμε στις ενορχηστρώσεις και να περνάμε περισσότερο χρόνο, δουλεύοντας στα τραγούδια. Το “Shadow Of The Monster” το τρίτο και πιο πρόσφατο ήταν κάπως ένα χάος μεταξύ αυτών των δίσκων όμως επίσης με σπουδαία εξέλιξη: από τη μια είχαμε περισσότερες ενστικτώδεις συνθέσεις, από την άλλη συγκεντρώσαμε τη σύνθεση και την προσοχή μας σε απλές λεπτομέρειες. Έχουμε επίσης έναν νέο ντράμερ, τον Lacns, που έδωσε στο σχήμα ώθηση στον ρυθμό αλλά και την τεχνική πλευρά.

Ποιες είναι οι προσδοκίες σας μετά το συμβόλαιο με την Frontier Records;
Ήταν πραγματικά σπουδαία νέα για μας. Η “Frontiers” είναι μια πολύ σπουδαία δισκογραφική εταιρεία κι ένα μεγάλο βήμα μπροστά για μας. Μεγαλώνουμε βήμα- βήμα με σκληρή δουλειά και αισθανόμαστε πως αυτό ξεπληρώνεται. Ευτυχώς αυτό σημαίνει πως σε κάποιους αρέσει η μουσική μας κι αυτό είναι η μεγαλύτερη ανταμοιβή. Τώρα θα έχουμε περισσότερα μέσα και ευκαιρίες και είμαστε απόλυτα έτοιμοι να ξεκινήσουμε αυτή τη νέα περιπέτεια. Οι άνθρωποι της εταιρείας είναι ενθουσιασμένοι και επαγγελματίες, τους αρέσει η δουλειά μας. Είναι σίγουρα μια καλή αφετηρία κι εξαρτάται πια από μας  να κάνουμε ένα σπουδαίο δίσκο… και θα βάλουμε τα δυνατά μας όπως πάντα.

Θυμάστε κάτι ξεχωριστό και ενδιαφέρον στη διάρκεια των ηχογραφήσεων του “Shadow Of The Monster”;
Αυτό που έχει μείνει περισσότερο είναι η συνεργασία με το νέο μας ντράμερ, τον Lancs. Ήταν πραγματικά φανταστικά. Δουλέψαμε με τον παραγωγό Simone Mularoni και για τα ντραμς νοικιάσαμε ένα μεγάλο στούντιο ηχογραφήσεων, πραγματικά σπουδαίο. Τότε ο Lancs πραγματικά αποκαλύφθηκε… ήταν αναζωογονητικό να δουλεύεις με έναν τόσο ταλαντούχο και επιδέξιο μουσικό. Και τώρα είναι πια στη σύνθεση οριστικά!

Πολλοί άνθρωποι αντιμετωπίζουν τη σκηνή του μελωδικού hard rock σήμερα σαν μια “tribute” κατάσταση κι όχι σαν αναβίωση ή έκφραση. Τι θα απαντούσατε σε αυτό;
Δεν ξέρουμε. Οι άνθρωποι είναι πάντα εκλεκτικοί και τους αρέσει να κρίνουν και να χαρακτηρίζουν τα πάντα. Η rock μουσική γενικά είναι ένα από τα ωραιότερα δημιουργήματα. Διασκεδάζουμε τόσο να παίζουμε αυτή τη μουσική, είναι στην ψυχή μας. Μπορεί να μην είναι ο πιο αυθεντικός και νεωτεριστικός ήχος σήμερα αλλά τελικά τι είναι πια αυθεντικό; Κάποιο είδος ψεύτικου ηλεκτρονικού ήχου που δεν ξανακούστηκε; Προτιμούμε το παλιό καλό rock’ n’ roll παιγμένο με την καρδιά. Είναι ακόμα μια έκφραση έστω και εκτός μόδας. Από την πλευρά μας εστιάζουμε στα τραγούδια… πρέπει να είναι σπουδαία και οι μελωδίες είναι το πιο σημαντικό. Στο τέλος είμαστε πεπεισμένοι με την πραγματικότητα πως έχουμε τον δικό μας ήχο, δεν θέλουμε ν’  αντιγράψουμε ή να ακολουθήσουμε άλλους.

Ποια είναι τα βασικά θέματα που έχετε συμπεριλάβει στην κορνίζα του “Shadow Of The Monster”; Είναι οι στίχοι το ίδιο σημαντικοί με τη μουσική;
Οι στίχοι είναι σημαντικοί. Σε αυτό το άλμπουμ (και στα άλλα επίσης) τα θέματα είναι για τις ζωές και τα αισθήματα και οτιδήποτε γύρω από τα δύο αυτά. Για παράδειγμα υπάρχει ένα τραγούδι που μιλά για την αποξένωση και τον αποκλεισμό, ένα άλλο μιλάει για την απόλαυση του ταξιδιού πάνω στη γη, ένα άλλο για τα αμέτρητα τέρατα που προσπαθούν καθημερινά να μας επηρεάσουν άσχημα ή να μας αναγκάσουν να κάνουμε πράγματα που δεν θέλουμε, ένα άλλο για τη μουσική κοινότητα… Και κάποιες φορές  αναφερόμαστε στη διασκέδαση και την απόλαυση των απλών πραγμάτων.

Μπορείτε να αναφέρετε κάποια γκρουπ που σας επηρέασαν στην εφηβεία σας και τα θεωρείτε “υπεύθυνα” για το μουσικό σας γούστο;
Όλοι μας ακούμε αρκετή μουσική. Όχι μόνο rock ή metal, αλλά πραγματικά τα πάντα, μπορεί να είναι ακραίο heavy, pop, κλασσική ή soundtracks… τα πάντα. Όμως οι βασικές μας επιρροές είναι μπάντες όπως οι Motley Crue, Aerosmith, Guns’N’ Roses, Queen…όλες οι μεγάλες rock μπάντες που ήταν στην ακμή τους όταν ήμασταν παιδιά.

Ποιες είναι οι σκέψεις σας για τη μουσική βιομηχανία σήμερα;
Είναι ακόμα ένα χάος. Το ψηφιακό φορμάτ ακόμα κυβερνά την αγορά αν και ευτυχώς τα πράγματα καλυτέρεψαν κάπως σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Η μουσική βιομηχανία επανεκτιμάται και παίρνει μια διαφορετική μορφή από το παρελθόν. Ακόμα μας αρέσει να υποστηρίζουμε τα γκρουπ και τους καλλιτέχνες προσωπικά, αγοράζοντας τα φυσικά αντίτυπα των άλμπουμ. Όταν χρειάζεσαι κάτι γρήγορα, ειδικά στο αυτοκίνητο, θα χρησιμοποιήσεις μια ψηφιακή πλατφόρμα, όμως όταν είσαι σπίτι θέλεις ακόμα να κρατήσεις το booklet και να ρίξεις μια προσεκτική ματιά στο artwork και τους στίχους. Υπάρχει ακόμα μια μεγάλη μερίδα της αγοράς για το βινύλιο και το cd. Πες το νοσταλγία, έτσι αγαπάμε τη μουσική κι έτσι θέλουμε να τη ζούμε και να τη θυμόμαστε.

Ποιος είναι ο αντίκτυπος της μουσικής σας στη χώρα σας; Υπάρχει μια βάση οπαδών που υποστηρίζει αυτό το είδος μουσικής;
Χτίζεται σιγά σιγά. Αν και είναι δύσκολο για τις εγχώριες μπάντες εδώ στην Ιταλία. Συνήθως μας αντιμετωπίζουν σαν τη “δεύτερη επιλογή”, ξέρεις… Αλλά αυτό ευτυχώς δεν συμβαίνει πάντα.

Πείτε μας ένα πρόσωπο που θα θέλατε να συναντήσετε και γιατί.
Κανέναν ιδιαίτερα… Θα ήταν λογικό να ονομάσουμε κάποιο από τα είδωλά μας, αλλά συνήθως όταν συναντάς κάποιον καλλιτέχνη που αγαπάς, εισπράττεις μια τελείως διαφορετική εντύπωση στην πραγματικότητα. Έτσι είναι καλύτερο να κρατάς τα είδωλά σου εκεί που βρίσκονται, στη σκέψη σου.

Ποια είναι η αγαπημένη σας ζωντανή εμφάνιση ως τώρα και γιατί;
Δύσκολη ερώτηση, θεωρούμε κάθε ζωντανή μας εμφάνιση ξεχωριστή. Θα πούμε το πάρτι για την κυκλοφορία του “Shadow Of The Monster”…είχαμε την ευκαιρία για ένα πλήρες show με φωτιές, εκρήξεις, φώτα, σε ένα φοβερό club. Και ο κόσμος τελείως τρελός… ένα 100% rock’n’ roll show…

289
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…