THE ROAD MILES

Η διαδρομή των “The Road Miles” ξεκίνησε με το σκοτεινό, σαγηνευτικό και δυνατό “Gold and Shadows” (2015) κατακτώντας το εγχώριο κοινό και την ευρύτερη μουσική κοινότητα, με τη συνέχεια της διαδρομής να εμπλουτίζει την ανοδική τους πορεία καταγράφοντας  πολλά μίλια σεβασμού και θαυμασμού στην συνείδησή μας, με το εμφατικό “Ballads for the Wasteland” (review). 
Οι ζωντανές τους εμφανίσεις είναι αρκετά αραιές (λόγω αντικειμενικών παραγόντων όπως μας εξηγούν), αλλά κάθε φορά που πατούν το πόδι τους στο σανίδι, δημιουργούν μια μοναδική αλληλεπίδραση με το κοινό κι αναμφισβήτητα καθηλώνουν με τις μοναδικές southern- gothic ιστορίες τους. Με αφορμή την εμφάνισή τους στο Temple tο Σάββατο 17 Φεβρουαρίου (δελτίο τύπου), για την παρουσίαση της τελευταίας τους δουλειάς, μίλησαν στο rockway.gr και τον Παναγιώτη Σπυρόπουλο για τη μουσική τους, την πορεία τους και την προοπτική τους.   

-Σας καλωσορίζουμε στον φιλόξενο χώρο του rockway.gr! Πείτε μας λίγα λόγια για εσάς, για τους αναγνώστες που ίσως δε σας γνωρίζουν.
-Καλώς σας βρήκαμε και πάλι, είναι μεγάλη μας χαρά! Είμαστε οι The Road Miles, μια southern gothic/psychedelic blues μπάντα από την Αθήνα (και την Κρήτη πλέον). Μόλις κυκλοφορήσαμε το δεύτερο άλμπουμ μας με τίτλο “Ballads for the Wasteland” το οποίο παρουσιάζουμε το Σάββατο 17 Φεβρουαρίου στη σκηνή του Temple Athens. 

-Αν με το “Gold and Shadows” (2015) κερδίσατε κοινό και κριτικούς, με τη νέα full length δουλειά που προστέθηκε στο «οπλοστάσιό» σας, το “Ballads for the Wasteland”, συνεχίζετε τις “σκοτεινές” μουσικές ιστορίες σας, προσθέτοντας άλλο ένα 30λεπτο διαμάντι στην εγχώρια rock n roll δισκογραφία. Πείτε μας λίγα λόγια για την παραγωγή.
-Στον κρίσιμο ρόλο του παραγωγού της μπάντας, δεν θα μπορούσαμε να εμπιστευτούμε άλλον από τον συνεργάτη επί χρόνια και φίλο Αλεξ Μπόλπαση. Η προσέγγιση του άλμπουμ ήταν λίγο διαφορετική από το προηγούμενο, καθώς είχαμε αποφασίσει να κάνουμε ένα lockdown διάρκειας μίας εβδομάδας περίπου στο τέλος του οποίου θα είχαμε τελειωμένο δίσκο, έτοιμο για mastering. Κλειστήκαμε λοιπόν 7 έντονες ημέρες στα Αrtracks studios, μέσα στις οποίες δημιουργήθηκε το Ballads for the Wasteland. Ακολούθως, το mastering επιμελήθηκε ο –επίσης συνεργάτης χρόνων- Γιάννης Χριστοδουλάτος. Μια ακόμη ιδιαιτερότητα της παραγωγής αυτής ήταν ότι έπρεπε μέσα στο στούντιο ουσιαστικά να καλωσορίσουμε 2 νέα μέλη στην μπάντα, τον Επαμεινώνδα Κουτσούμπα (κιθάρα) και τον Αλέξανδρο Δαρμή (πλήκτρα). Τέλος, τα γραφικά του δίσκου τα επιμελήθηκε ο Γιώργος Γκουσέτης, των Semitone.labs. 

-Πέρα από την προφανή προσθήκη των πλήκτρων, ποιες άλλες καινοτομίες – αλλαγές, επιχειρήσατε στο  “Ballads for the Wasteland”;
-Δοκιμάσαμε να υπηρετήσουμε ένα ενιαίο κονσεπτ, στήνοντας ένα –κατά βάση- concept album, αλλάξαμε πολλά παικτικά μέρη στα κομμάτια επί τόπου καθώς αλλάξαμε ηχητική κατεύθυνση εν μέσω ηχογράφησης και δημιουργήσαμε (κάτι πρωτόγνωρο για εμάς) ένα κομμάτι από το μηδέν σε συνθήκες ηχογράφησης και όχι πρόβας. 

-Αυτό που με μαγνήτισε περισσότερο ως στοιχείο της τραγουδοποιίας σας, είναι η νοηματική σύνδεση των μουσικών σας θεμάτων αλλά και η ανεξάρτητη υπόσταση των κομματιών σας παράλληλα (ως αυθύπαρκτες μουσικές ιστορίες). Επιδιώκεται κάτι τέτοιο και στο “Ballads for the Wasteland”;
-Το Ballads for the Wasteland υπηρετεί ακριβώς αυτό το πράγμα από τον τίτλο του και μόνο!. Είναι 7 μπαλάντες, ιστορίες, για έναν ρημαγμένο τόπο. Το concept του δίσκου είναι ενιαίο, αλλά οι ιστορίες ακούγονται και μόνες τους. 

-Πολύς λόγος γίνεται, κι όχι άδικα, για τη δυναμική της ελληνικής σκηνής μιας και πολύ αξιόλογα σχήματα ξεπετάγονται από κάθε γωνιά της Ελλάδας συνεχώς. Πέρα από τις εξαιρετικές παραγωγές, τα δυνατά live και τις εμπνευσμένες δουλειές, που νομίζετε ότι “χωλαίνει” το όλο σύστημα;
-Πουθενά δεν χωλαίνει. Δεν νομίζουμε ότι κάνουμε κάτι λάθος στην Ελλάδα το οποίο στο εξωτερικό γίνεται σωστά. Απλά το underground (γιατί η σκηνή έτσι χαρακτηρίζεται) έχει σχετικά μικρό κοινό, με αποτέλεσμα να μην είναι εύκολο για όλες τις μπάντες να καταφέρουν να βιοποριστούν από τη μουσική τους. Σαν αποτέλεσμα, όταν έρχεται η ώρα να αποφασίσεις να κάνεις αυτό το έξτρα μίλι και να το πας το πράγμα παραπέρα, να το σκέφτεσαι διπλά και τριπλά, καθώς το ρίσκο είναι μεγάλο. 

-Αποτελεί με κάποιο τρόπο η μουσική στοιχείο βιοπορισμού για κάποιους από εσάς;
-Όχι, με κανένα τρόπο και για κανέναν μας, προς το παρόν τουλάχιστον, ποτέ δεν ξέρεις. 

-Spotify, Facebook, διαδικτυακές πλατφόρμες προώθησης της μουσικής σας, παρατηρώ ότι δραστηριοποιήστε ενεργά. Αποτελεί η τεχνολογία και όλη αυτή η διαδραστικότητα να ξεπεράσετε τον σκόπελο των δισκογραφικών και να προωθήσετε αυτόνομα το έργο σας;
-Δεν θεωρούμε ότι οι δισκογραφικές είναι κάποιου είδους σκόπελος απαραίτητα. Εξαρτάται σε τι καταστάσεις αναφερόμαστε. Εξάλλου το “Ballads for the Wasteland” κυκλοφορεί από την ανεξάρτητη και νεοσύστατη δισκογραφική Archaeopia, που συστήθηκε στο κοινό με την συλλογή “The Sun, the Moon, the Mountain : a passage through Greek Psychedelia”. Από κει και πέρα, εμείς θέλουμε να φτάσει η μουσική μας σε όσα περισσότερα αυτιά γίνεται, οπότε χρησιμοποιούμε πολλά διαθέσιμα μέσα. 

-Δυστυχώς για αντικειμενικούς λόγους οι ζωντανές σας εμφανίσεις δεν είναι αρκετά συχνές. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό και τι ενέργεια εισπράττετε όταν είστε επί σκηνής;
-Δύο από τα μέλη μας, η Αφροδίτη και ο Γιάννης, πλέον κατοικούν μόνιμα στα Χανιά. Αυτό δημιουργεί μια αντικειμενική δυσκολία όσον αφορά στην συχνότητα των live. Αποφασίσαμε λοιπόν να μειώσουμε τις εμφανίσεις αλλά να προσπαθήσουμε κάθε μία από αυτές να είναι όσο ιδιαίτερη, άρτια και προσεγμένη γίνεται, από κάθε άποψη. Η ενέργεια που εισπράττουμε είναι πολύ θετική, πάντα ο κόσμος ήταν πολύ θετικός με εμάς και η ανταπόκριση του πολύ θερμή. 

-Το Σάββατο 17 Φεβρουαρίου, ανεβαίνετε στη σκηνή του Temple παρουσιάζοντας το “Ballads for the Wasteland”! Τι να περιμένει το κοινό από την εμφάνισή σας και γενικότερα από αυτή τη βραδιά;
-Κατ’ αρχάς να πούμε ότι ανυπομονούμε για αυτήν την εμφάνιση καθώς το Temple είναι ένας Ναός που στήθηκε από πολύ αξιόλογους ανθρώπους, που αγαπούν πραγματικά τη σκηνή και κάνουν θυσίες για αυτήν, οπότε είναι τιμή μας να είμαστε καλεσμένοι εκεί. Θα παίξουμε παλιό και νέο υλικό μας και οργανώνουμε και κάποια –μυστικά- πραγματάκια ακόμα. 

-Θα θέλαμε να σας ευχαριστήσουμε για το χρόνο σας και αναμένουμε να σας απολαύσουμε κι από κοντά!
-Εμείς σας ευχαριστούμε, ανυπομονούμε να τα πούμε από κοντά! 

306
About Παναγιώτης Σπυρόπουλος 239 Articles
Γεννήθηκε στα τέλη του 70 στα Δυτικά της Αθήνας, πιο αργά ή πολύ νωρίτερα από ότι θα ήθελε - δεν έχε καταλήξει ακόμα! Ακροβατώντας ανάμεσα σε οικονομετρικά μοντέλα, φιλοσοφικούς αναστοχασμούς, πολιτικούς προβληματισμούς, κοινωνικές και διατροφολογικές ανησυχίες, η μουσική αναζήτηση είναι το δίχτυ ασφαλείας στο matrix της καθημερινότητας. Fan του σκληρού ήχου, λάτρης της κλασικής μουσικής, παθιασμένος με τα blues. Αναζητά την αιτία ζωής του, πριν κάποιοι άλλοι διαγνώσουν την αιτία θανάτου του• είναι σε καλό δρόμο για το δεύτερο.