Μετά από τέσσερα χρόνια υπομονής και αναμονής κυκλοφόρησε στις 19 Νοεμβρίου η τέταρτη δουλειά των Agalloch. Το άλμπουμ λέγεται “Marrow Of The Spirit” και αποτελεί μία εξαίσια εναλλαγή από την post – rock στην black folk metal. Η δουλειά αυτή αποτελεί μία ώριμη κίνηση η οποία απεικονίζει πλήρως μέσα σε έξι κομμάτια το μουσικό αποτύπωμα των Agalloch.
Ειδικότερα, και μόνο κοιτώντας το εξώφυλλλο του “Marrow Of The Spirit”, το οποίο δεν περιλαμβάνει ούτε τον τίτλο αλλά ούτε και την μπάντα παρ’όλα αυτά παραπέμπει στους Agalloch αφού απεικονίζει ένα ομιχλώδες, σκοτεινό, χιονισμένο τοπίο. Έτσι ακριβώς είναι και ο απόηχος που αφήνει το άλμπουμ μετά από το πρώτο άκουσμα.
Αρχικά, το πρώτο κομμάτι είναι το “They Escaped The Weight Of Darkness” ένα ατομοσφαιρικό κομμάτι, το οποίο αποτελεί και το εκτεταμένο intro του “Marrow Of The Spirit” με βασικό όργανο το βιολί και με background ηχοτοπίο πουλιά να τιτιβίζουν δίπλα σε τρεχούμενο νερό. Είναι σαν να σε προδιαθέτει να κλείσεις τα μάτια σου και να φανταστείς την σκηνή αυτή.
Εκεί όμως που είσαι έτοιμος να γλαρώσεις έρχεται απότομα το δεύτερο κομμάτι με έντονες μέταλ κιθάρες οι οποίες στο πεντηκοστοτρίτο δευτερόλεπτο μετατρέπονται σε post rock με έντονη μελωδία. Σταδιακά η μελωδία εντείνεται και σε προετοιμάζει για το έντονο ξέσπασμα. Σε εκείνο το σημείο ακούς πια την κιθάρα μπουκωμένη να υποδέχεται τα φωνητικά του John Haughm να περιγράφουν έντονα τοπία και σκηνές κοσμογονίας.
Το επόμενο κομμάτι, το “The Watcher’s Monolith” ξεκινάει με μελωδικές κιθάρες που παραπέμπουν λίγο και σε Opeth και ξαφνικά αλλάζουν ήχο για να υποδεχτούν τα ακραία φωνητικά να περιγράφουν με τρομερά λεπτομερή τρόπο ένα ομιχλώδες τοπίο καταστροφής σε ένα δάσος. Σε αυτό το σημείο υπάρχει ταύτιση του εξώφυλλου με το κομμάτι. Προς την μέση του κομματιού ακούμε και τα κλασσικές διπλές φωνές των Agalloch. Εν κατακλείδι, στο τέλος του “The Watcher’s Monolith” σου μένουν οι πειραματισμοί στα φωνητικά και οι έντονα περιγραφικοί στίχοι.
Το τέταρτο κομμάτι, το “Black Lake Nidstång” ξεκινάει με ένα έντονο ηχοτοπίο φύσης το οποίο εντέινεται και από τον ήχο από ταμπούρο χαμηλά κουρδισμένο για να δίνει βάθος και ένταση. Σε όλη την έκταση υπάρχει η ακουστική άποψη των οργάνων που συμμετέχουν από κιθάρες και ντραμς. Ακόμα και τα φωνητικά είναι μεν brutal αλλά σε πιο μελωδική φάση εκτός από το σημείο που μετατρέπονται σε μία κραυγή απελπισίας και απόγνωσης.
Το “Ghosts of the Midwinter Fires” είναι ένα εντελώς άλλου στυλ κομμάτι. Θυμίζει έντονα μπάντες post – rock ως προς τον μελωδικό ήχο της κιθάρας. Αυτό μας επαναφέρει στην πραγματικότητα είναι τα φωνητικά τα οποία για άλλη μία φορά είναι ακραία αλλά έρχονται σε αντίθεση με τις κιθάρες. Από την άλλη στο κομμάτι αυτό αλλάζει και η θεματολογία των στίχων αφού από εκεί που αναφέρονταν σε τοπία ομιχλώδει εδώ αναφέρονται στα φαντάσματα του παρελθόντος.
Το τελευταίο κομμάτι είναι το “To Drown”. Ξεκινάει κι αυτό με ένα έντονο ηχοτοπίο, το οποίο απεικονίζει ένα βροχερό μέρος. Ο ήχος απόι τις κιθάρες είναι πιο ροκ με εναλλαγές από μπουκωμένα και καθαρά μελωδικά σημεία. Τα φωνητικά είναι αρκετά χαμηλά, σχεδόν ψιθυριστά και απεικονίζουν το απόλυτο κενό.
Κατά την άποψή μου, ακούγωντας κάποιος όλο το “Marrow Of The Spirit” νιώθει σαν να έχει κάνει ένα νοητό ταξίδι περιπλάνησης σε ομιχλώδη δάση, ξεχασμένες λίμνες και στοιχειωμένα σπίτια με σκοπό την αναζήτηση της λύτρωσης από έναν κόσμο που διαλύεται. Στο τέλος και εκεί που έχει απελπιστεί εντελώς, νιώθει ότι βρίσκει την σωτηρία του σε μία χαραμάδα φωτός αλλά τελικά χάνεται στο απόλυτο χάος.
Έχοντας ακούσει και τις προηγούμενες δουλειές των Agalloch θεωρώ ότι αυτό είναι το πιο άρτια επιμελημένο άλμπουμ τους. Έχει βάθος, ουσία και αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα black, doom και folk μέταλ με μία πινελιά από post – rock.
Enjoy it!
Ελένη Σπανού
567