Οι Soulspell κυκλοφορούν το τρίτο album τους, με διαφορετικούς πλέον συνεργάτες και για να ακριβολογούμε, τις guest εμφανίσεις καμιάς δεκαριάς διάσημων μουσικών. Ενδεικτικά να γνωστοποιήσουμε τους Tim “Ripper” Owens, Amanda Summerville, Blaze Bailey και Frank Tischer.
Ασχέτως από το αν είναι ενδιαφέρουσες τέτοιου είδους κυκλοφορίες, αυτές συνήθως δεν αποφεύγουν από το να χαρακτηριστούν εκκεντρικές. Αυτό συμβαίνει και με το “Hollow’s Gathering” με το μακράν μεγαλύτερο μειονέκτημα του είναι η έλλειψη ταυτότητας. Οι Soulspell αποτελούν metal opera, οι ίδιοι το πρωτοείπαν, αλλά τώρα αυτό είναι μόνο ένα μέρος της μουσικής τους. Σ’ αυτό το τρίτο album τους παίζουν από heavy μέχρι και gothic κι από progressive μέχρι μελωδικό power metal. Η εναλλαγή αντρικών και γυναικείων φωνητικών σε κάθε κομμάτι δεν γίνεται σχεδόν ποτέ ιδανικά κι έτσι τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο.
Δεν είναι η περίπτωση που κάποιους από τους guests την έχει κάνει τη λαδιά. Όλοι τους συμμετέχουν φέροντας τον standard καλό και γνωστό εαυτό τους. Αυτό υποτίθεται πως είναι και το ατού του “Hollow’s Gathering”, τη συμμετοχή δηλαδή θεαματικών μουσικών. Οι Soulspell έκαναν το λάθος να υποθέσουν ότι αυτό ήταν αρκετό κι έτσι συγκέντρωσαν δέκα καλά, εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους όμως, τραγούδια και διαμόρφωσαν τη νέα τους κυκλοφορία.
Καλές συμμετοχές λοιπόν, καλά τραγούδια που παίζουν προς το mainstream και το συμφωνικό metal και καλή παραγωγή. Εκτός αυτών όμως ο δίσκος δεν έχει συνοχή, συγκεκριμένο ύφος και δική του ταυτότητα. Είναι μια βιαστική εκμετάλλευση των συμμετοχών του και χάνει πολύ απ’ το μέγιστο των δυνατοτήτων του.
625