Η μυθολογία που περιέβαλε το Heavy Metal και τους ήρωές του, από την πρώτη στιγμή της γεννήσεως του μέχρι σήμερα, έπαιξε πάρα πολύ μεγάλο ρόλο στην εδραίωση και στην εξάπλωσή του, με αποτέλεσμα να μετρά ως μουσικό κίνημα, 43 χρόνια στην πλάτη του και κατά γενική ομολογία να είναι ακόμη ακμαιότατο, αν αναλογιστεί κανείς το πλήθος και την ποιότητα των κυκλοφοριών, σε όλες τις μουσικές τάσεις.
Όλες αυτές οι ιστορίες μέσα στην υπερβολή εκάστων των εποχών (ναι, ακόμη και η υπερβολή υπόκειται στους κοινωνικούς κανόνες που επικρατούν) γιγάντωσαν ονόματα, έπλασαν stars, ή και antistars ενίοτε. Πολλές φορές επισκιάζοντας το ίδιο το ζητούμενο, που είναι η ίδια η μουσική.
Η ιστορία των Flotsam & Jetsam φυσικά είναι κάτι παραπάνω από γνωστή. Και εμπίπτει στην κατακλείδα της ανωτέρω παραγράφου. Μετά από ένα φοβερό thrash ντεμπούτο (Doomsday for the Deceiver, 1986), ο μπασίστας και κύριος συνθέτης της μπάντας Jason Newsted, προσλαμβάνεται στους Metallica, με αποτέλεσμα να αποκτήσουν μεγάλη δημοσιότητα χάριν του γεγονότος αυτού, πράγμα φυσικά κατάφωρα άδικο.
Το group βέβαια δεν σταμάτησε εκεί, αλλά αισίως πλησιάζει την τρίτη δεκαετία δραστηριότητας με μια πορεία που ναι μεν είχε αρκετά σκαμπανεβάσματα, αλλά δεν έπαψε ποτέ να παράγει album ποικίλων διαθέσεων και ήχων με αξιοπρέπεια, απέχοντας συνειδητά (αυτό φαίνεται από τα κατά καιρούς line-ups και τις αδιαμφισβήτητες τεχνικές ικανότητες των μελών που πέρασαν από την μπάντα ) από το πρωτόλειο thrash εκείνων των καιρών.
Αν θα ήθελες μια ταμπέλα για να μπορέσεις νοερά να προσεγγίσεις τους Flotsam & Jetsam του 2013, στο album “Ugly Noise”, η μόνη που θα σου παρείχα θα ήταν ο όρος “Modern Hard Rock”. Ίσως κάποιοι, με το “Cold” του 2010, να αναρωτήθηκαν για ένα πιθανό comeback στα speed χωράφια που τους ανέδειξαν. Η ίδια η μπάντα (που είναι το line-up που είχε ηχογραφήσει το “Cuatro”), αλλάζει πορεία, κάνει στροφή 180 μοίρες και έρχεται χαμογελώντας ήπια, με ήσυχες συνθέσεις κατά βάση που ισορροπούν ανάμεσα στο hard rock και το US “παθιάρικο” metal των late 80’s.
Το “Ugly Noise” ΔΕΝ είναι το “Νο Place For Disgrace II”. Απέχει ολόκληρο σύμπαν από αυτό. Υπάρχουν στιγμές, όπως σε όλες τις δουλειές τους άλλωστε, που παραπέμπουν σε εκείνο το υλικό, όπως το “Run and Hide” που συνδυάζει ηλεκτρονικά στοιχεία με πολύ καλό riffing, το “Play Your Part” στο οποίο ο Eric “A.K.” Knutson αποδίδει το τραγούδι καταπληκτικά, το “Rabbit’s Foot” με το country πιασάρικο ύφος του και το “To Be Free” που μάλλον είναι το τραγούδι των εφηβικών τους κινήτρων.
Θεωρώ ότι το ατού του album, είναι τα φωνητικά του Eric A.K. Ερμηνεύει πάρα πολύ καλά τα κομμάτια, δανειζόμενος πολλές φορές το στυλ του Geoff Tate φέρνοντας μια αίσθηση από το άρωμα του “Operation Mindcrime”. Οι κιθάρες των Carlson/Gilbert είναι σε χαλαρή διάθεση, με απλές, άμεσες rock φράσεις και ενδιαφέροντα solos. Οι συνθέσεις είναι ως επί το πλείστον ballad-like, με ρυθμούς που ξεσπούν ξαφνικά αλλά καταλαγιάζουν πάλι. Το album είναι self-financed (με παραγωγούς λογικά τους ίδιους) και απλά διανέμεται υπό την αιγίδα της Metal Blade.
Το “Ugly Noise” είναι πάνω απ’όλα, ένα ελεύθερο album Hard Rock με ευρύτατη ηχητική θεματολογία. Ως ακροατής που απολαμβάνω τη μουσική, ανεξάρτητα από ετικέτες, βιογραφίες, ιστορίες… μου άρεσε. Δεν θα το χαρακτήριζα αριστούργημα αλλά είναι σίγουρα πάνω από το μέτριο με αρκετά καλά κομμάτια και άλλα που είναι θέμα διαθέσεως έκαστου ακροατή. Αν είσαι βέβαια Thrasher, με υψηλό τον δείκτη του μεγέθους, φύγε μακριά. Θα τους μισήσεις και δεν κάνει.
688