Και γιατί “Fire On Dawson”;…αναρωτήθηκα. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το όνομα και πριν προλάβω καν να εισχωρήσω στην μουσική τους, έμαθα.
Η επωνυμία τους λοιπόν με λίγα λόγια, κρεμάστηκε στην κυριολεξία από μια απόδειξη, όπου ψάχνοντας χρήματα να πληρώσουν κάποιο βράδυ εκεί που έπιναν, μέλος της μπάντας (Manuel Odendahl), το οποίο και παραιτήθηκε την ίδια μέρα για να ακολουθήσει τα δικά του μουσικά μονοπάτια, έβγαλε ότι είχε μέσα στις τσέπες του και η απόδειξη που έπεσε στο τραπέζι ήταν από το restaurant “Fire” στην οδό Dawson, (Δουβλίνο/Ιρλανδία).
Έτσι όλα αυτά και άλλα τόσα συγκαταλέγονται στο βιογραφικό τους. Και ενώ πλησιάζουμε σχεδόν στα μέσα της χρονιάς, (στο σημείο που πάντα πιστεύουμε πως η μουσική κάνει “κοιλιά”) απροσδόκητα, μουσικές φρέσκιες και άκρως ενδιαφέρουσες μας χτυπούν την πόρτα. Ένα μήνυμα, ένα mail και η ψηφιακή τεχνολογία αστραπιαία μας κάνει γνώστες όλων αυτών που θα ακολουθήσουν.
Fire On Dawson, από την Γερμανία, και πρώτη φορά ηχούν στα αυτιά μου και σαν όνομα και σαν μουσικοί-ή, αν και ήδη δουλειές τους έχουμε με τα “Seven Symtoms” EP (2007) και “Prognative” (2010). Το “7 Billion And A Nameless Somebody” εμφανίστηκε πριν λίγο καιρό αλλά αξίζει να ΜΗΝ περάσει απαρατήρητο. Για να είμαι ειλικρινής αυτό που μου τράβηξε επίσης την προσοχή είναι το εξαιρετικό cover-art, το οποίο αν και σκοτεινό, ένα γαλάζιο τεράστιο μάτι που ανήκει σε κάτι σαν κοράκι θα έλεγα, σε κοιτά και σε μαγνητίζει. Όλα αυτά από κάπως μακριά. Μόλις πλησιάσεις πιο κοντά στο άλμπουμ συνεχίζεις μεν να βλέπεις αυτό το πτηνό, αλλά το υποτιθέμενο δέρμα αποτελείται από “billion” μαυρο-κουκουλοφόρους, μέχρι που χάνονται.
Γρήγορα-γρήγορα στο play, και με αρπάζουν με το “γεια σας” Porcupine Tree και Deadsoul Tribe ήχοι τους από το παρελθόν. Δεν είναι και κακό. Αν το κάνεις πετυχημένα και τιμάς επιδέξια τους προκατόχους σου, θα έλεγα είναι και πολύ θετικό. Σκορπούν απλόχερα όλες τις μουσικές τους δυνατότητες και εξαντλούν κάθε περιθώριο πειραματισμών και δοκιμών ώσπου να καταλήξουν σε αυτό που ακούμε σήμερα. Το “We Are All In Vain” με το που το ακούς καταλαβαίνεις τι θα ακολουθήσει, στακάτο και γρήγορο.
Οι Fire On Dawson είναι μια περίεργη περίπτωση. Ή ξεκινούν πολύ ήπια και στην συνέχεια ακολουθούν ανοδική μουσική πορεία, ή ακριβώς το αντίθετο. Με πολλές εναλλαγές και ομορφιά σε μελωδίες άξια χαρακτηρίζονται progressive και αξίζει να ξεχάσεις το skip και απλά να χαρείς το άλμπουμ όλο. Έχουμε ένα “The Code” που τα φωνητικά πλέουν μπροστά μαζί με τις κιθάρες, οι οποίες κάπου μεσοπέλαγα παραμορφώνουν κιόλας. “Synthetic Part I & II”, περίεργα και όμορφα συνάμα. Αργοί ρυθμοί, με μεγάλες μουσικές γέφυρες, σιγανά φωνητικά, και υπέροχη ατμόσφαιρα που ακουμπά σχεδόν στην ησυχία. Αυτό βέβαια που το αποθέωσα και αξίζει τον κόπο, ναι, να ασχοληθεί κάποιος με την μπάντα, είναι η ελπίδα και η σιγουριά που σου δίνει πως θα τους ξαναδείς σίγουρα κάπου παρακάτω.
Θα μπορούσε ίσως κάποιος να πει, ναι, άλλη μια “progressive” μπάντα και ο αριθμός αυξάνεται. Δεν είναι όμως έτσι. Και την παραμικρή αμφιβολία μπορεί να σου την διαλύσει το “Steal The Show”, ένα φοβερό κομμάτι άλλων εποχών και πολύ σύγχρονο ταυτόχρονα, βραχνή γεμάτη απόγνωση φωνή, αργό, που μπορεί να σε γυρίσει πίσω στην μοναδικότητα του R.Gallagher (Παράλογο; Παράδοξο; Απίθανο; Εδώ είμαστε, απλά ακούστε).
Στο σύνολο του λοιπόν το “7 Billion And A Nameless Somebody”, είναι ένα καθαρά rock με heavy στοιχεία διάσπαρτα εδώ και εκεί, μελωδίες πολλές, φωνή χαρακτηριστική του Ινδού, Ankur Batra, όπου και η χροιά του, μας μαρτυρά τις επιρροές του, (Porcupine Tree, Audioslave, Pearl Jam, A Perfect Circle, Godsmack, Pink Floyd, Metallica), και που καθόλη την διάρκεια του άλμπουμ grunge και crossover περάσματα γίνονται αμέσως αντιληπτά. Όσο για τους στίχους ο Batra, τραγουδιστής και μοναδικός στιχουργός της μπάντας δηλώνει πως πραγματικά αυτό που τον καίει και θέλει να γράψει και να τραγουδήσει είναι όλα αυτά που συμβαίνουν στην καθημερινότητα, που μαστίζουν την κοινωνία, μιλώντας για την φτώχεια, μεταφέροντας έτσι το μήνυμα μέσω των τραγουδιών του. Στην Ινδία έτσι κι αλλιώς είναι γνωστοί χρόνια, στην Γερμανία έχουν αγαπηθεί από την underground σκηνή, ποτέ λοιπόν δεν είναι αργά να μαθαίνεις, να ακούς και να απολαμβάνεις νέα ακούσματα. Απλά ανοίγουμε μυαλό, αυτιά και διάθεση.
608