SOUL CAGES: “Moon”

Εκεί που τα παράξενα, τα πολύπλοκα, τα υπερβολικά αποκτούν την ετικέτα της κουλτούρας, μπάντες (που έτσι κι αλλιώς έχουν γράψει με κεφαλαία γράμματα το όνομα τους στην μουσική) που εμφανίζονται όχι συχνότερα από κομήτες όπως οι Γερμανοί SOUL CAGES, μπορούν πάρα πολύ εύκολα να σου θυμίσουν πως είναι να παραμιλάς στο άκουσμα ενός καινούργιου άλμπουμ, πόσο μάλλον όταν αυτό καταφτάνει μετά από σχεδόν 14 ολόκληρα χρόνια άπνοιας.

Ναι, η αναμονή αυτή έκανε τους άλλοτε φαν της μπάντας (όχι όλους) να κουραστούν και να εξαφανιστούν. Το ενδιαφέρον να μειώνεται, τα νέα να λιγοστεύουν, και το άλμπουμ και η επανεμφάνιση τους να έχει γίνει ένα όνειρο. Με τα άλμπουμ κατά σειρά, “Soul Cages” 1994, “Moments” 1996, “Craft” 1999 και τις χρονολογίες αυτές να έχουν εγκατασταθεί για τα καλά στο μνημονικό σου σύστημα, το “Moon” που μόλις ήρθε, κάνει το όλο σκηνικό να μοιάζει surreal.

Και γιατί όχι; Γιατί να περιμένουμε κάτι διαφορετικό, από το απόλυτο ξαφνικό; Έτσι λοιπόν συνεχίζουν από κει ακριβώς που είχαν σταματήσει, έκαναν τον χρόνο φίλο, και όταν ένιωσαν πως μπορούν να δώσουν ακριβώς αυτό που ήθελαν ξανά στους πιστούς φίλους τους, βγήκαν στην επιφάνεια. Και θα αναρωτηθείς, “μα, γιατί; Τι στην ευχή έγινε όλα αυτά τα χρόνια;” Επειδή λοιπόν οι SOUL CAGES δεν υπήρξε ποτέ μπάντα του κιλού και του εύκολου θα αναφερθώ όσο γίνεται πιο συνοπτικά σε στοιχεία που αφορούν την απουσία τους όλα αυτά τα χρόνια (παρακάμπτοντας ελάχιστα τον όρο “κριτική- παρουσίαση” που θα γίνει παρακάτω), γιατί οι φαν της μπάντας ενδιαφέρονται να μάθουν, και γιατί όπως και να έχει δεν είναι και το καλύτερο των S.C το δημοσιοσχετίστικο στυλ.

Μη ανήκοντας λοιπόν στην ωμή και καθόλα αδιάφορη πραγματικότητα και θέλοντας ουσιαστικά να ζούνε ανθρώπινα, και στην καθημερινότητα τους, όσο σκληρή και δύσκολη υπήρξε απέναντι τους τόσο εκείνοι προτίμησαν να μείνουν έξω από το λούκι του θεάματος και της φήμης. Πολλά προσωπικά προβλήματα, και δυσκολίες τους υποχρέωσαν να βάλουν μια μακροχρόνια παύση στην εξέλιξη τους. Έτσι αποφάσισαν πως πρέπει να σταματήσουν. Όχι να διαλύσουν. Με κάποια από τα τραγούδια που τώρα ακούμε στο “Moon” να έχουν γραφτεί σχεδόν λίγο μετά από το “Craft” είναι σαν να ξυπνάς από κώμα. Σαν να μην σταμάτησαν ποτέ και απλά συνεχίζουν.

Το 2011 ήταν σχεδόν το άλμπουμ έτοιμο, πάλι όμως εμπόδια διέκοψαν την κυκλοφορία και ο θρύλος του underground prog metal με art rock στοιχεία κάνει τεράστια την ανυπομονησία των φανατικών οπαδών. Τι να πεις όμως, το μόνο που αρκεί είναι να ακούς.

Τελικά έφτασε η στιγμή, ναι! Μοιάζει ρομαντικό, εεε; Εκεί όπου ο δυνατός αέρας θα φυσήξει και θα ανοίξει η πόρτα επιτρέποντας σε ένα σωρό σκουπίδια να εισχωρήσουν στην μουσική σου είσοδο, κάπου εκεί λοιπόν σαν φυλλαράκια από υπερήλικα δέντρα, θα πέσουν μπροστά σου νότες βαριές, μοναδικές σε χαρακτήρα και ύφος και θα σε κάνουν να αναριγήσεις από χαρά και συγκίνηση σαν να μην σταμάτησες ποτέ, σαν να συνεχίζεις από κει που σε άφησαν.

Ένα εξώφυλλο όπως πάντα, ψυχεδελικό, που μόνο εκείνοι ξέρουν τι για αυτούς σημαίνει. Παράξενοι άνθρωποι αυτοί οι Γερμανοί. Ναι, σκέφτομαι, πόσοι άραγε ακόμα έμειναν τόσο όμως αυθεντικοί, και τόσο ευγνώμονες στο ακροατήριο τους; Παίζουν πραγματικά για τους λίγους και τους ευχαριστούν συνέχεια, με κάθε ευκαιρία.

Αφού ανοίξεις το άλμπουμ, με απίστευτη λαχτάρα περιμένεις να ακούσεις, δεν ξέρεις τι, και υποθέτεις τα πάντα. Όλα αυτά που σου έλειψαν από αυτούς όλα αυτά τα χρόνια. Πολύ γρήγορο και δυναμικό “Always Meet Twice” να ζωγραφίζει κιθαριστικά με lyrics που σκοτώνουν στην κυριολεξία. “Darkness” και αυτό με γρήγορους ρυθμούς και με την φωνή της Beate Kuhbier να συνοδεύει τον Thorsten που έχω την εντύπωση πως είναι σε πολύ καλή φόρμα. “The Moon”, και το λάτρεψα από την πρώτη στιγμή που το άκουσα. Κιθάρα και γλύκα στην απόδοση, ήσυχο, σαν το φως του φεγγαριού. (…you are strong while the angels sleep, you are the guiding light whom the dead souls follow, you are the silent observer of human sins, you watched the earth when it was young and innocent…).

Ευαισθητοποιημένοι ορκισμένοι να μην αλλάξουν ούτε μια νότα από αυτό που χαρακτηρίζει τον ήχο τους μοναδικό. Προσπαθώντας να ξορκίσουν την κατάρα και να την αποσύρουν από αγαπημένο πρόσωπο, μόνο και μόνο να μιλήσουν μαζί του για μια στιγμή. Συναισθήματα που ταλανίζουν ψυχή και μυαλό αποκωδικοποιούνται σε νότες. Πόλεμος με τον εσωτερικό κόσμο, στο “Tomorrow”, παίζει με δύο εαυτούς, δεν σε νοιάζει, δεν σε ενδιαφέρει, ίσως αύριο θα… Μεγάλα μουσικά χαλιά κάνουν τα τραγούδια να ηχούν πιο δραματικά, και είναι. Όσο προχωράς στο άκουσμα του άλμπουμ καταλαβαίνεις ότι τα πλήκτρα τα υπερβολικά που υπήρχαν στην αρχή εποχής “Soul Cages” άλμπουμ, έχουν καταλαγιάσει πια και οι κιθάρες με συνοδεία του εκπληκτικού Jörg Nitschke στα τύμπανα κάνουν το “Moon” στην ολότητα του να ηχεί πιο heavy.

Το “Beautiful” ξεκινάει με πλήκτρα τύπου ’90 που σου υπενθυμίζει τα λεγόμενα τους, πως μπορεί να εξαφανίστηκαν μεν, μουσική έγραφαν πάντα δε. Στίχους γεμάτους λυρισμό που εκτελούνται με τον καλύτερο τρόπο, μα τι να πεις όταν διαβάζεις “…once you might feel the hopelessness, then you will know what’s pain, the sorrow will get you and you will understand, maybe it’s me who will show…”.

Αυτή η εξομολόγηση κλείνει με ένα instrumental κομμάτι, το “Point One” (πάντα το συνηθίζουν άλλωστε), στο οποίο προσυπογράφουν όλοι μαζί και ξεχωριστά. Να τονίσω ότι ο μπασίστας που τους κράτησε παρέα όλα αυτά τα χρόνια (από το 2003) ο Jörg Bode, και που αποχώρησε από την μπάντα το 2012, υπάρχει ενεργά σε αυτό το άλμπουμ. Την θέση του την πήρε ο Ingo Vieten πολύ καλός μπασίστας και φίλος των παιδιών για πάρα πολλά χρόνια, ο οποίος ηχογράφησε και έκανε την παραγωγή στο “Moments”, και στην κυκλοφορία αυτή τώρα έκανε τη μίξη και το mastering.

Μέσα στο άλμπουμ, θα βρεις τους στίχους με μικροσκοπικά γραμματάκια, και θα το ψάχνεις για μικρές αλλά γεμάτες ουσία λεπτομέρειες. Η παραγωγή είναι αξιόλογη αν σκεφτεί κανείς ότι τα έκαναν όλα μόνοι τους, στο δικό τους studio. Ναι, πιο απλά δεν γίνεται. Το θέμα είναι ότι είναι πια πίσω, επέστρεψαν, δηλώνουν έτοιμοι να μπουν ενεργά πάλι και με πολύ όρεξη για μουσική, συναυλίες και επικοινωνία με τον κόσμο. Ίσως και όλα αυτά τα χρόνια η σιγανή και μακροχρόνια αγάπη και του Ελληνικού κοινού, τους τροφοδότησε και έτσι τώρα είναι ξανά κοντά μας.

Ο Jörg Nitschke, ο ντράμερ της μπάντας, δηλώνει: “Είμαστε όλοι πάρα πολύ καλοί φίλοι και μας αρέσει να κάνουμε συνέχεια μουσική μαζί, μόνο που χρειαζόμαστε κάποιες φορές καμιά κλωτσιά στον… ξέρεις που! Λέω με σιγουριά πως θα παίζουμε για πολύ ακόμα μέχρι τα μαλλιά μας και τα γένια μας να γκριζάρουν, και να είστε σίγουροι για αυτό, γιατί το “αστέρι” σε αυτήν την μπάντα είναι πολύ καλό και εξαιρετικά ισχυρό ενάντια σε όλα”.

Καλώς ήρθατε πάλι πίσω, με αγάπη μοναδική και πίστη σας περιμένουμε, λέω εγώ.

Ξέρεις, με τον καιρό και βουτώντας σε μοναδικές μουσικο-διανοητικές τάσεις μπορείς να ψωνίσεις κάθε λογής “διαστροφή”. Έτσι, φτάνοντας στο τέλος, με ένα μοναδικό άλμπουμ μέσα στο 2013, με χρόνο που δεν ξεπερνά τα 45 λεπτά και 8 κομμάτια εγώ του βάζω ένα τίτλο και μόνο… “Always meet twice, darkness, the moon, the curse. Tomorrow waiting beautiful point one”.

656