Τελικά αυτό το παλικάρι θα μας χαζέψει τελείως.
Ποιόν εννοώ; Ποιόν άλλον; Τον Γιώργο Κόλλια, αυτόν τον τρελαμένο τύπο ο οποίος είναι υπεύθυνος για τον κακό χαμό που ακούς εδώ και 10 περίπου χρόνια στους δίσκους των deathsters Nile. Και με δεδομένα το μουσικό μέγεθος του μουσικού αυτού τέρατος και την ενασχόλησή σου με το brutal death τόπι, καταλαβαίνεις την αξιακή μονάδα του, έτσι;
Με το “Invictus”, πρώτη solo δισκογραφική προσπάθειά του, ο Κόλλιας αποδεικνύει με τον πιo ευθαρσή τρόπο ότι είναι πολλά παραπάνω από έναν κηροζινάτο μπαγκετοφόρο νέο που γδέρνει ακατάπαυστα ό,τι μεμβράνη δει σε drum set. O ολοκληρωμένος αυτός καλλιτέχνης, μάζεψε όλη του την έμπνευση, φιλοξένησε μερικούς φίλους μουσικούς (από τους Nile, τους Rotting Christ και τους Firewind), ανέλαβε τα πάντα (όλα τα όργανα, τα φωνητικά, τη στιχουργία) και μας πετάει στα μούτρα ένα θηριώδες, απολύτως ξυλοφορτωτικό μέχρι γονυπετούς εκκλήσεως, σύνολο death metal μανίας.
Υπό μια πεντακάθαρη παραγωγή που προσδίδει τάξη στη χαοτική φύση του υλικού του, τα κομμάτια που συνθέτουν το “Invictus” παρουσιάζουν ένα πανίσχυρο προσωπείο. Είναι βαρύτατα, ογκώδη, τεχνικότατα και προσεγμένα μέχρι και την τελευταία τους λεπτομέρεια. Και φυσικά δεν υπάρχει ούτε μισή υποψία για ένα album προσανατολισμένο αποκλειστικά σε κρουστοφόρους ορίζοντες. Αυτονόητα βέβαια, σ’ αυτόν τομέα σπέρνει στα συνήθη επίπεδα που ξέρεις, αλλά τα σημεία που ο Κόλλιας εκπλήσσει είναι η φοβερή έγχορδη δουλειά που διαπερνά κάθε δευτερόλεπτο των συνθέσεων, είτε με τα σιδηροδρομικά καταιγιστικά riff του (καθαρά αμερικάνικης brutal death νοοτροπίας), είτε με τα thrashοειδή λαλίστατα solo του, τα οποία μου έφεραν στο νού λαμπρές στιγμές των Flotsam & Jetsam ή ακόμη και των χειρουργικά ακριβέστατων δοκιμίων του Jeff Loomis (Nevermore) και η καταπληκτική φωνητική ερμηνεία του, με σκληρά, βορβορώδη growls που όμως ακούγονται ολοκάθαρα και που δεν χρειάζεται καν να ανοίξεις το booklet για να καταλάβεις τους στίχους.
Πολύ φυσιολογικά, οι τάσεις προς το ύφος των Nile, δεν θα ήταν δυνατόν να μην κάνουν αισθητή την παρουσία τους αλλά αυτά τα στοιχεία είναι ενδεδυμένα με ένα πλήθος οικειέστατων επιρροών, παραπέμποντας σε ηχοτόπια που θα συναντούσες στους Kataklysm, στους Slayer και στους Deicide, μέχρι και Emperor / Dissection πρακτικές στη riffολογία και την επιθετικότητα που εξάγεται, με πάρα πολλά, εντέχνως δυσαρμονικά περάσματα που εκτινάσσουν το ενδιαφέρον του album .
Από highlights, άλλο τίποτα. Από που να αρχίσεις και που να τελειώσεις… Από τα θυελλώδη “Shall Rise, Shall be Dead”, “The Passage” και τη σφαγή του “Treasures of Nemesis”, ως τα χειμαρρώδη “Aeons of Burning Galaxies”, τα στακάτα, με mid tempo breaks, “Epitaph” και “Voices” (με τη συμμετοχή του Ευθύμη Καραδήμα των Nightfall), την αραχνοειδή doomίλα του φοβερού “Apocalypse” και την υμνική, majestic ταυτότητα του επιλογικού “Buried Under the Flames”, το “Invictus” κατέκαψε τα ηχεία μου με την (ήδη στ’ αυτιά μου) κλασσική υφή του.
Σύγχρονο, φρεσκότατο, οδυνηρό death metal. Κοιτά στα μάτια όλη την παγκόσμια σκηνή με προεξάρχοντα ατού την τιμιότητά του, το μεράκι της δημιουργίας του, τον επαγγελματισμό και τον υπερενθουσιώδη χαρακτήρα του. Σπουδαία δουλειά και διαβλέπω νοερώς τα συνωμοτικά χαμόγελα ενδογενούς αποδοχής της κωλοφαρδίας των συνεργατών του, στην ήδη εδώ και χρόνια καταξιωμένη μπαντάρα που τον έχει στις τάξεις της, στους Nile. Προσωπικά, δεν θα μπορούσα να φανταστώ καλύτερο ηρεμιστικό για τα Δευτεριάτικα πρωινά μου, όταν δηλαδή συνήθως επικαλούμαι το τέλος αυτού του κόσμου.
682