18 ολόκληρα χρόνια πέρασαν από το ντεμπούτο των Blackmore’s Night, ένα σχήμα που δεν περίμενα να κρατήσει τόσο.
Όχι λόγω μουσικής, μιας κι αν το δεις ψύχραιμα, έχουν κυκλοφορήσει αρκετά ωραία δισκάκια. Απλά, εύλογα θεωρούσα πως ο Ritchie Blackmore θα είχε ήδη βαρεθεί την όλη αναγεννησιακή φάση.
Το “All Our Yesterdays” αποτελεί το νέο πόνημα του μεγάλου κιθαρίστα και της γυναίκας του, το οποίο δεν απέχει ιδιαίτερα σα συνταγή από τις προηγούμενες δουλειές, αν και το folk στοιχείο σε σημεία είναι εντονότερο. Τουτέστιν, για πολλοστή φορά, ο Ritchie, πήρε από το χεράκι την Candice και μαζί με τους αυλικούς, τα Ελφ, τα ξωτικά και τα Χόμπιτ, φορτωμένοι με λογής μουσικά όργανα (κυρίως έγχορδα, για ευνόητους λόγους), ξεκίνησαν και πάλι τις βόλτες γύρω από το κάστρο στο οποίο μένουν. Το αποτέλεσμα είναι μια ακόμη όμορφη δουλειά κι αυτό είναι που πονάει περισσότερο το γράφοντα.
Παρότι έχει το άγγιγμα του Μίδα, δε νοείται ένας Blackmore να αναλώνεται σε κάτι τέτοιο. Ας το κρατήσει σαν project, αλλά ας βάλει την εξάχορδη ξανά στην πρίζα! Αλλά όσο κι αν θέλω να γράψω λογής αστεία και κοροϊδευτικά εδάφια για το φολκλορικό αντρόγυνο, το σύνολο του “All Our Yesterdays” δε με αφήνει.
Άκου ρε φίλε τα “Will o’ the Wisp”, “Earth, Wind and Sky” και το ομώνυμο, ή το εξαιρετικό instrumental “Darker Shade of Black” και μετά τράβα κλάψε στη γωνιά σου, αναλογιζόμενος το πώς αυτός ο κιθαρισταράς μπορεί να πιάσει κάτι απλό και να το μετουσιώσει σε ένα album που θα ζήλευαν οι Fleetwood Mac.
Δε λείπουν και οι συμπαθέστατες διασκευές, πάντα εναρμονισμένες στο ύφος του group, όπως δε λείπουν και οι κάπως αδιάφορες στιγμές. Το σημαντικό όμως είναι πως ο δίσκος σου αφήνει γλυκιά γεύση στο τέλος και ενδείκνυται για ήρεμες και χαλαρές ηχητικές αποδράσεις.
623