Δύσκολο να γράψεις review για την τελευταία κυκλοφορία του David Bowie, με το θάνατό του να απέχει μόλις μερικές μέρες.
Εύλογα το “Blackstar” θα αποκτήσει άλλο δισκογραφικό status στην αγορά, το οποίο δε θα συνάδει απαραίτητα με το περιεχόμενο, αλλά αυτό εν τέλει είναι μια άλλη υπόθεση που αφορά τους fan και τους μετά θάνατον τουρίστες που άξαφνα θα αναπολήσουν έναν καλλιτέχνη με τον οποίο είχαν χρόνια να ασχοληθούν.
Το νέο πόνημα του Bowie ακολουθεί την πειραματική ρότα που είχαν όλα σχεδόν τα album του από το 1995 και μετά, με το “The Next Day” του 2013 να αποτελεί ουσιαστικά την εξαίρεση, μιας και το ύφος φλέρταρε με μια πιο κλασική δομή, που λοξοκοίταζε το παρελθόν.
Η 25η και τελευταία κυκλοφορία του David Bowie διαθέτει όλα τα προκλητικά στοιχεία που διαμόρφωσαν την πολυποίκιλη 49χρονη καριέρα του, με τη μεταμοντέρνα ‘80s αισθητική να εναλλάσσεται με τη γλυκιά μελαγχολία που φέρουν οι “κουρασμένες” ερμηνείες. Αρτιστίκ από την αρχή ως το τέλος, με κάθε σύνθεση να αποτελεί μια μικρή μουσική αφήγηση.
Το ονειρικό ομώνυμο κομμάτι, ανοίγει το δίσκο, ξενίζοντας με τη διάρκειά του. Θέλει αρκετά ακούσματα για να το εκτιμήσεις. Το “Tis a Pity She Was a Whore” κινείται σε πιο γνώριμα Bowie μονοπάτια, κάτι το οποίο γίνεται και με το ρυθμικό και ηλεκτρονικά σκοτεινό “Sue (Or In Season of Crime)”.
Το σχεδόν αυτοβιογραφικά προφητικό “Lazarus” αποτελεί μια έντονη συγκινητική στιγμή και μέσω της απλοϊκής προσέγγισής του και της απόκοσμης αισθητικής του, καταφέρνει να φέρει εικόνες από την εποχή στου “Space Oddity” στο μυαλό.
Το mid-tempo “Girl Loves Me” μοιάζει σαν να ξεπήδησε από το “Heathen”, κάνοντας πλέον σαφές πως το “Blackstar” θέλει να αποτελέσει ένα εσωστρεφές soundtrack ενός καθόλα μοναχικού ταξιδιού, πιθανότατα στο διάστημα, αν και ο προορισμός ίσως είναι διαφορετικός για τον καθένα.
Νοσταλγικό και συνάμα πανέμορφο το “Dollar Days”, θυμίζοντας στο γράφοντα τις ‘70s στιγμές του Bowie, με το σαξόφωνο (το οποίο διαθέτει εξέχουσα θέση στο δίσκο) να σε παίρνει από το χέρι και να σε βάζει σε μια ζεστή ηχητική αγκαλιά. Το “I Can’t Give Everything Away” που κλείνει την κυκλοφορία, θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται μέσα στο “The Next Day” και συνοψίζει τους λόγους που αγαπήθηκε ο εν λόγω καλλιτέχνης όλα αυτά τα χρόνια.
Το κύκνειο αυτό άσμα του Bowie, αν και πανέξυπνο μουσικά και ενορχηστρωτικά, δεν μπορεί να αποτελέσει τρανό σημείο αναφοράς της τεράστιας καριέρας του, αν και ουδέποτε αυτός ήταν ο στόχος του δημιουργού του. Παρόλα αυτά, είναι ίσως ο πιο ταιριαστός επίλογος μιας ανήσυχης πορείας, αντάξιος σεβασμού κι όχι βαρύγδουπων επιθετικών προσδιορισμών. Φαινομενικά δύσκολος, αλλά γεμάτο ουσία και εικόνες. Όπως ακριβώς ο ίδιος ο Bowie. Τα σέβη μου…
987