THE PINEAPPLE THIEF: “Your Wilderness”

Το 11ο άλμπουμ για το μουσικό όχημα του τραγουδοποιού Bruce Soord αποτέλεσε μια σοβαρή αφορμή για τον ίδιο να απομακρυνθεί για λίγο από τον θρόνο του απόλυτου ελεγκτή.

Σύμφωνα με τα λόγια του, μια υποσυνείδητη αριθμητική παρόρμηση τον οδήγησε σε αυτό μετά την ολοκλήρωση δέκα άλμπουμ και την ανάγκη για μια ανανέωση, μια νέα αφετηρία.

Η εξομάλυνση της προοδευτικής διάθεσης του γκρουπ που επικράτησε στα δύο τελευταία άλμπουμ με πιο στρογγυλεμένα τραγούδια συγκεκριμένης τακτικής θεωρήθηκε από τον αρχηγό πως ολοκλήρωσε την αποστολή της. Βέβαια οι “Κλέφτες” ήταν πάντα υποτελείς της οικονομικής πτέρυγας του prog rock, χωρίς φλυαρίες και υπερβολές, επιδείξεις και μακροσκελείς περιπλανήσεις. Απλά, ο καπετάνιος ένιωσε πως πρέπει να χαλαρώσει τα λουριά του prog συμβατισμού και να αφεθεί.

Με βάση αυτή την απόφαση και τη λογική, ο Bruce έγραψε όλο το υλικό του νέου album σε μια ακουστική κιθάρα και παρέδωσε τα προσχέδια στους συνεργάτες του αφήνοντας χώρο για τις παρεμβατικές τους εκδοχές στα τραγούδια. Ταυτόχρονα, έκρινε πως έφτασε η στιγμή να φιλοξενήσει κάποιους εξαιρετικούς καλεσμένους στο “Your Wilderness”. Η απουσία ντράμερ τον οδήγησε στην επιλογή του μοναδικού Gavin Harrison (Porcupine Tree, King Crimson), ο οποίος με το τεράστιο ειδικό του βάρος, με τον ιδιαίτερο ήχο του αλλά και τις επιλογές του στις δομές των τραγουδιών, υπηρέτησε τέλεια τον σκοπό του Soord για ένα album πιο ανοιχτό και πολύπλευρο.

Πέρα από τον Harrison, ο John Helliwell των Supertramp (των οποίων ο Bruce είναι μεγάλος οπαδός κι είχε έστω και καθυστερημένα την ευκαιρία να μοιραστεί το στούντιο με ένα ίνδαλμά του) έβαλε το δικό του χρώμα με το κλαρινέτο, ο Geoffrey Richardson των Caravan στα έγχορδα και ο Darran Charles των Godsticks στις κιθάρες συνέθεσαν ένα μουσικό πλήρωμα που εμπλούτισε τις επιλογές του συνθέτη αλλά φυσικά ταυτόχρονα σεβάστηκε και τον χαρακτήρα των Pineapple Thief.

H συναισθηματική προσέγγιση και διάθεση του άλμπουμ φωτίζεται χαρακτηριστικά από τη δουλειά του Carl Glover στο artwork, του οποίου η επιλογή είναι προφανής και σημαίνουσα για τον ευρύτερο χώρο του prog rock με συνεργασίες του γνωστού καλλιτέχνη με τους Marillion, Porcupine Tree, Steven Wilson, Anathema, Blackfield, No Man, Robert Fripp και πολλούς άλλους. Το άλμπουμ είναι concept, αλλά ο Soord δεν αναφέρεται περισσότερο σε αυτό αφήνοντας τον ακροατή να κάνει το ταξίδι μόνος του, χωρίς πινακίδες. Είναι η περιπλάνηση ενός γονιού και του παιδιού του μέσα από την αγάπη, τον φόβο, την αποξένωση αλλά και τη συμφιλίωση.

Δυο από τα σημαντικότερα δείγματα των νέων ισορροπιών της συνταγής του Soord ανοίγουν τη διαδρομή του “Your Wilderness”: τόσο το “In Exile” όσο και το “No Man’s Land” είναι καλοσχηματισμένες προτάσεις αυτού του συγκρατημένου προοδευτικού χαρακτήρα της ταυτότητας των Thief με τις διαθέσεις σε συνδυασμό με την μελέτη του ήχου και της λεπτομέρειας να χτίζουν δυνατά συναισθήματα που υποστηρίζονται πάντα από μια τεράστια και υποδειγματική παραγωγή. Όλη αυτή η συνέπεια διατρέχει διαδοχικά κάθε σύνθεση με την εσωστρέφεια, την παραίτηση κι έναν ευγενικό υπόγειο θυμό να αλλάζουν μεταξύ τους θέσεις.

Η μοναδική μακροσκελής σύνθεση του album, το σχεδόν 10λεπτο “The Final Thing On My Mind” είναι μια ξεχωριστή κατάθεση δημιουργίας και διατηρεί με δεξιότητα την ίδια στιβαρότητα με τις μικρότερες σε διάρκεια συνθέσεις. Ο φορτισμένος επίλογος του “Where We Stood” αφήνει τον ακροατή σε μια διάθεση εσωτερικής ειρήνης και συμφιλίωσης, μια κατάσταση συνήθη και προσφιλή για τις επιδιώξεις της μουσικής τους.

Οι συνεπείς ακόλουθοι των Pineapple Thief θα βρουν περισσότερα στοιχεία του παρελθόντος τους, συγκριτικά με τα δύο τελευταία album. Ο δίσκος σχηματοποιείται με δύναμη σε κάθε νέα ακρόαση και το συνθετικό του βάθος αποκαλύπτεται γρήγορα. Για τους τεχνοκράτες , η καταλυτική παρουσία του Gavin Harrison θα δελεάσει, για τους συναισθηματικούς η συνέπεια του Bruce Soord θα φανεί ευπρόσδεκτα περισσότερο από αυτονόητη.

730
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…