O mastermind των Hevidence, Diego Reali είναι ένας Ιταλός κιθαρίστας με παρελθόν, καθώς αποτέλεσε ιδρυτής και μέλος των power progsters DGM, με τους οποίους κυκλοφόρησε ένα EP και πέντε full length, προτού αποχωρίσει.
Από το 2010 ο Reali ακολούθησε ένα νέο διαφορετικό δρόμο, δημιουργώντας τους Evidence και ντεμπουτάροντας το 2011 στη δισκογραφία με το “There’s Only Ten Left”. Από τότε και μετά από αρκετές αλλαγές στη σύνθεση του γκρουπ και τη μετονομασία του σε Hevidence, φτάνουμε στη φετινή δισκογραφική επιστροφή, στη δύση του 2016, με το άλμπουμ “Nobody’s Fault”.
Από τις πρώτες στιγμές του εναρκτήριου “Dig in the night” αποκρυπτογραφείται η κυριότερη επιδραστική σκιά που πέφτει πάνω στον Ιταλό βιρτουόζο της κιθάρας, που δεν είναι άλλη από τη Σουηδική, αυτάρεσκη και συχνά φλύαρη σκιά του Malmsteen. Οι υποψίες επιβεβαιώνονται πανηγυρικά όταν έχεις πια διασχίσει το “Nobody’s Fault” στο σύνολό του. Οι δύο βασικές συνταγές του Reali που τελικά συναρμολογούν το άλμπουμ είναι επιθετικά κλασσικότροπα heavy rock τραγούδια με ταχύτητα και πιο μελωδικά και groovy hard rock singles. Με μια ισορροπία που αποφεύγει την πλήξη, η εναλλαγή ανάμεσα στις διαθέσεις κρατά το ενδιαφέρον. Βέβαια, συνολικά ο Reali ακούγεται πιο απελευθερωμένος, ευρηματικός και αυθεντικός στα μελωδικά hard rock τραγούδια του άλμπουμ. Αυτό δεν σημαίνει πως tracks που οι δομές τους οφείλουν πολλά στο “Spotlight kid” των Rainbow ή το “Liar” του Malmsteen υστερούν σε νεύρο και ενέργεια.
Σημαντικός παράγοντας στην τιμιότητα του άλμπουμ που φανερώνει τις αφετηρίες του με έναν γενναίο και ξεκάθαρο τρόπο, χωρίς όμως μιμητικές γελοιότητες, είναι η παρουσία του Corrado Quoiani πίσω από το μικρόφωνο: ο τύπος χωρίς να υπερβάλλει ή να κοπιάρει αντίστοιχες φωνές του είδους, ακούγεται εύστοχος, άνετος, εκφραστικός και αληθινός, δίνοντας στα τραγούδια έναν ξεκούραστο ρεαλισμό χωρίς καρναβαλισμούς.
Το φινάλε του άλμπουμ διαφοροποιείται κάπως με δυο τραγούδια εντελώς αταίριαστα μεταξύ τους, καθώς το “All i ever needed” είναι καθαρά ένα επιμεταλλωμένο rock’ n’ roll ενώ αντίθετα το “Note” που κλείνει και το άλμπουμ είναι ένα κλασσικότροπο, φινετσάτο, μελωδικό κιθαριστικό εξόδιο.
Μάλλον καλά τα κατάφερε ο Diego Reali. Μπορεί εύκολα να επαναφέρει την ορμή και δύναμη του παρελθόντος του, όπως δείχνει στο “Miracle” και ταυτόχρονα να γράφει melodic hard hits πολυτελείας όπως το ομότιτλο. Γι’ αυτούς που αισθάνονται πιο βολικά στην τελευταία, περισσότερο ραδιοφωνική εποχή των Rainbow ή τα πρώτα χρόνια του Malmsteen, το “Nobody’s Fault” είναι μια ξεκούραστη και τίμια διέξοδος.
587