TREAT: “The Road More or Less Traveled”

Οι σουηδοί Treat από την Στοκχόλμη, ιδρύθηκαν το 1981, αλλά ουσιαστικά ενεργοποιήθηκαν δισκογραφικά και άπλωσαν τη φήμη τους από το 1985 και μετά, με εναρκτήριο βήμα το  άλμπουμ “Scratch And Bite.”

Μέχρι το 1992 και τη διάλυσή τους, κυκλοφόρησαν πέντε άλμπουμ, δημιούργησαν έναν σχετικό θόρυβο στο χώρο του μελωδικού hard rock με μερικά πετυχημένα singles, ενώ το βιογραφικό τους πλουτίζουν μια εμφάνιση στο Monsters Of Rock της Γερμανίας το 1988, και οι support εμφανίσεις στους Queen το 1986 στη Σουηδία.

Οι Treat επαναδραστηριοποιήθηκαν το 2006, μετά τις απροσδόκητα μεγάλες πωλήσεις μιας συλλογής τους με τίτλο “Weapons Of Choice” που κυκλοφόρησε ένα χρόνο νωρίτερα. Μετά από κάποιες δυνατές ζωντανές εμφανίσεις σε φεστιβάλ, το σχήμα επέστρεψε και δισκογραφικά, κυκλοφορώντας, σε αυτή τη δεύτερη περίοδο, δυο άλμπουμ, το “Coup De Grace” του 2010 και το φρέσκο “Ghost Of Graceland” του 2016.

Οι Treat του 2017 συνεχίζουν να αποτελούνται από τον βασικό συνθετικό πυρήνα του τραγουδιστή Robert Ernlund και του κιθαρίστα Anders “Gary” Wikstrom, τον ντράμερ Jamie Borger (μόνιμα στη σύνθεση από το 1987), τον κημπορντίστα Patrick “Green” Appelgren (από το 1989 και μετά), και τέλος, τον νεοφερμένο μπασίστα Pontus Egberg.

Περίπου ένα χρόνο πριν, στις 23 Απριλίου του 2016, οι Treat πραγματοποιούν μια εμφάνιση στο Frontiers Rock Festival, στο Live Club Trezzo Sull’ Adda, λίγο έξω από το Μιλάνο. Το συγκεκριμένο live cd-dvd καλύπτει αυτήν την εμφάνιση, στην οποία οι σουηδοί είχαν και τη συνδρομή του κημπορντίστα των H.E.A.T, Jona Tee που αντικατέστησε αναγκαστικά μόνο για εκείνο το βράδυ τον Appelgren.

Βλέποντας κανείς την επιλογή του setlist για το πρώτο live album στην καριέρα τους, και ακούγοντας παράλληλα την απόδοση του γκρουπ, αντιλαμβάνεται άμεσα πως οι Treat διανύουν μια νέα δημιουργική περίοδο που ήδη πρόσφερε δύο εξαιρετικά για το είδος, άλμπουμ. Άλλωστε, η σύνθεση του γκρουπ είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό η ίδια, η σύνδεση με το παρελθόν είναι άμεση και ζωντανή και δεν έχουμε να κάνουμε με ένα reunion με session υπαλλήλους μουσικούς.

Από τα 14 συνολικά τραγούδια της εμφάνισής τους, τα πέντε προέρχονται από το “Ghost Of Graceland” του 2016: το ομότιτλο και τα “Better the devil”, “Nonstop madness”, “Do your own stunts” και “Endangered”. Άλλα τέσσερα προέρχονται από το άλλο άλμπουμ της δεύτερης περιόδου, το “Coup De Grace” του 2010: τα “Papertiger”, We own the night”, “Roar” και “Skies of Mongolia”.

Τα υπόλοιπα πέντε κομμάτια του σετ τιμούν την πρώτη περίοδο από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80, που χαρακτηρίστηκε από την επιτυχία του συγκεκριμένου μουσικού ιδιώματος: “Ready for the taking”, “Gimme one more night” και “Conspiracy” από το “Organized Crime” του 1989, “Get you on the run” από το “Scratch And Bite” του 1985, ενώ η εμφάνιση κλείνει ιδανικά με το αγαπημένο “World of promises” από το “Dreamhunter” του 1987.

Από την ομοιογένεια στη ροή των τραγουδιών και από την εξαιρετική απόδοση των μουσικών, είναι ξεκάθαρο πως οι Treat συνεχίζουν με συνέπεια να ακολουθούν τον ήχο και το ύφος της πρώτης τους περιόδου, ενώ παράλληλα πιστεύουν πραγματικά στη νέα τους δουλειά. Και πολύ καλά κάνουν: πολλά από τα νέα τους τραγούδια κλέβουν πραγματικά την παράσταση, όπως ακούγεται με τον πιο αποθεωτικό τρόπο στην έναρξη του live, με τα σπουδαία “Ghost of Graceland” και “Better the devil”, ή και λίγο πριν το φινάλε με το εξωτικό “Skies of Mongolia”.

H συγκεκριμένη live κυκλοφορία- που αναδεικνύει κι έναν εξαιρετικό ήχο- δε λειτουργεί τόσο πολύ σαν “Best Of”, αλλά μάλλον σαν μια ισχυρή ένδειξη των Treat του σήμερα. Και με αυτή την επιδίωξη, έχει όλα τα όπλα να γνωρίσει ή να ξαναθυμίσει στους φίλους του ήχου, αυτούς τους παραγκωνισμένους σουηδούς.

562
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…