ENTROPY CODING: “Tales of the Moon”

Από την Ρώμη της γειτονικής Ιταλίας έρχονται οι Entropy Coding και ανοίγουν δισκογραφικό λογαριασμό με το πρώτο τους άλμπουμ, “Tales of the Moon”.

Σύμφωνα με την περιγραφή τους, ο δίσκος πραγματεύεται μια χαμένη αγάπη και τις δύσκολες ώρες υπό την επίδραση της έκλειψης. Εννιά μουσικές ιστορίες επεξεργάζονται την καλή και την κακή πλευρά και μεταφέρονται μέσα από τον ρομαντισμό των ορχηστρικών ήχων, με μια δόση progressive metal.

Η καρδιά αυτού του σχηματισμού μουσικών, αφού ουσιαστικά για κάτι τέτοιο πρόκειται και όχι για ένα τυπικό γκρουπ, είναι η πιανίστρια, κιμπορντίστρια και βασική συνθέτης Susanna Coltre. Στην ηχογράφηση του “Tales Of The Moon” έχουν πάρει μέρος συνολικά δέκα μουσικοί που αποδίδουν τις συνθέσεις της δημιουργού: έξι κιθαρίστες, μία τραγουδίστρια, ένας τραγουδιστής, ένας μπασίστας και ένας drummer.
Η ίδια η Coltre περιγράφει τη μουσική του project -το οποίο υφίσταται από το 2015- ως symphonic progressive metal, και αν υιοθετήσουμε τις βασικές της επιδράσεις, από Symphony X και Dream Theater ως Nightwish και Epica, μπορούμε να θεωρήσουμε πως τουλάχιστον ο στόχος είναι αυτός.

Στην πραγματικότητα, το “Tales Of The Moon” είναι ένα μάλλον ανιαρό ταξίδι στη χώρα του κλισέ. Στην πλειοψηφία του αφελές στις διαθέσεις, πολύ πιο κοντά στην ζαχαρωμένη, παραμυθένια αίσθηση ενός μέτριου female fronted metal και λιγότερο, ίσως και καθόλου τολμηρό, καινοτόμο ή προοδευτικό. Η σύμβαση να πιστεύουμε πως έχουμε ρίξει και δύο μεγάλες κουταλιές prog στο χαρμάνι μας, αν παίξουν δύο γρήγορα κλασικότροπα θέματα τα πλήκτρα, είναι πια δυσάρεστη.

Ένα άλλο σημαντικό μειονέκτημα του δίσκου είναι η μετριότατη, επιπέδου demo παραγωγή που περισσότερο αναδεικνύει τις μουσικές αδυναμίες, ιδιαίτερα στα μέρη που τα keyboards με την επιτακτική συνοδεία των drums προσπαθούν να δώσουν μια εντύπωση πολυπλοκότητας στα τραγούδια.

Από τη γενική μετριότητα βρήκα περισσότερο συμπαθητικό και ευχάριστο το αργό “Luna”, καθώς και το κάπως πιο μυστηριώδες και ουσιαστικό στα πιο πολλά μέρη του “Knight Prisoner,” που ακούγεται να έχει τουλάχιστον περισσότερο χαρακτήρα.

Μόνο για φίλους του συγκεκριμένου ύφους και ήχου, που έχουν απίστευτα “στερητικά”.

675
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…